2010-2019
Απεσταλμένοι της Εκκλησίας
Οκτώβριος 2016


Απεσταλμένοι της Εκκλησίας

Σας ζητάμε ως οικογενειακοί διδάσκαλοι να είστε οι απεσταλμένοι του Θεού στα τέκνα Του, να αγαπάτε, να φροντίζετε και να προσεύχεστε για τους ανθρώπους τους οποίους έχετε αναλάβει.

Πριν από λίγο καιρό, μια ανύπανδρη αδελφή την οποία θα αποκαλώ Μόλλυ, επέστρεψε στο σπίτι από τη δουλειά και βρήκε πέντε εκατοστά νερό να έχει πλημμυρίσει όλο το υπόγειο του σπιτιού της. Αμέσως κατάλαβε ότι οι γείτονές της με τους οποίους είχε κοινή αποχέτευση, θα πρέπει να είχαν πλύνει εξαιρετικά πολλά ρούχα και να είχαν χρησιμοποιήσει πολύ το μπάνιο, διότι είχαν διοχετευθεί σε εκείνη όλα τα απόνερα.

Αφού τηλεφώνησε σε μια φίλη να έρθει να βοηθήσει, άρχισαν και οι δύο να γεμίζουν κουβάδες και να σφουγγαρίζουν. Εκείνη τη στιγμή χτύπησε η πόρτα. Η φίλη της φώναξε: «Είναι οι οικογενειακοί διδάσκαλοί σου!»

Η Μόλλυ γέλασε. «Είναι η τελευταία μέρα του μήνα» απάντησε «όμως σε βεβαιώνω ότι δεν είναι οι οικογενειακοί διδάσκαλοί μου».

Με γυμνά πόδια, βρεγμένο παντελόνι, τα μαλλιά δεμένα με ένα μαντίλι και ένα πολύ μοντέρνο ζευγάρι πλαστικά γάντια στα χέρια, η Μόλλυ πήγε να ανοίξει. Όμως η ασυνήθιστη εμφάνισή της, δεν είχε καμία σύγκριση με το ασυνήθιστο θέαμα μπροστά στα μάτια της. Ήταν οι οικογενειακοί διδάσκαλοί της!

«Θα μπορούσες να με ρίξεις κάτω με τη βεντούζα του ξεβουλώματος!» μου είπε αργότερα. «Ήταν ένα θαύμα οικογενειακής διδασκαλίας -- σαν αυτά που αναφέρουν οι αδελφοί στις ομιλίες της γενικής συνέλευσης!» Εξακολούθησε: «Όμως, καθώς προσπαθούσα να αποφασίσω αν θα τους έδινα ένα φιλί ή ένα σφουγγαρόπανο, είπαν: “Αχ Μόλλυ, συγγνώμη. Βλέπουμε ότι είσαι απασχολημένη. Δεν θέλουμε να σε ενοχλήσουμε τώρα, έτσι θα έρθουμε μια άλλη φορά”. Και έφυγαν».

«Ποιος ήταν;» φώναξε η φίλη της από το υπόγειο.

«Ήθελα να πω: “Σίγουρα δεν ήταν οι Τρεις Νεφίτες”» παραδέχτηκε η Μόλλυ «όμως συγκρατήθηκα και είπα πολύ ήρεμα: “Ήταν οι οικογενειακοί διδάσκαλοί μου, όμως θεώρησαν ότι δεν ήταν η κατάλληλη στιγμή για να δώσουν το μήνυμά τους”»1.

Αδελφοί, ας εξετάσουμε εν συντομία το καθήκον της ιεροσύνης, το οποίο περιγράφηκε ως «η πρώτη πηγή βοήθειας της Εκκλησίας» προς τα άτομα και τις οικογένειές της2. Ολόκληρα δάση έχουν θυσιαστεί παρέχοντας το χαρτί για να οργανώσουν και κατόπιν να οργανώσουν εκ νέου την οικογενειακή διδασκαλία. Χιλιάδες ομιλίες που παρακινούν δόθηκαν, προσπαθώντας να την ενθαρρύνουν. Οπωσδήποτε, κανένας ψυχολόγος ή δραστηριότητα δεν θα μπορούσε να κάνει ένα άτομο να αισθανθεί τόσο ένοχο για κάτι, όσο η οικογενειακή διδασκαλία. Ωστόσο, ακόμα προσπαθούμε σκληρά να πλησιάσουμε σε ένα αποδεκτό πρότυπο απόδοσης αναφορικά με την εντολή του Κυρίου «να προστατεύ[ουμε] πάντα την εκκλησία»3 μέσω της οικογενειακής διδασκαλίας της ιεροσύνης.

Μέρος του προβλήματος που αντιμετωπίζουμε είναι τα μεταβαλλόμενα δημογραφικά στοιχεία της Εκκλησίας. Γνωρίζουμε ότι με τον αριθμό των μελών, ο οποίος έχει τώρα εξαπλωθεί σε περισσότερους από 30.000 τομείς και κλάδους σε 188 περίπου κράτη και επικράτειες, η πρόκληση είναι μεγαλύτερη ως προς το να επισκεφθούμε τα σπιτικά των αδελφών μας από ό,τι ήταν τις πρώτες ημέρες της Εκκλησίας, όταν ο γείτονας δίδασκε τον γείτονα σε αυτό που λεγόταν «διδασκαλία στο οικοδομικό τετράγωνο».

Επιπλέον, σε πολλές μονάδες της Εκκλησίας υπάρχει περιορισμένος αριθμός διαθέσιμων φερόντων την ιεροσύνη για να κάνουν οικογενειακή διδασκαλία, αφήνοντας εκείνους που μπορούν να υπηρετήσουν με 18 ή 20 οικογένειες --ή περισσότερες-- να φροντίσουν. Μπορεί, επίσης, να υπάρχουν ζητήματα μεγάλων αποστάσεων να καλυφθούν, το υψηλό κόστος και η χαμηλή διαθεσιμότητα μέσων μεταφοράς και η παρατεινόμενη διάρκεια της ημερήσιας εργασίας κατά τόπους, όπως και οι ημέρες εργασίας εβδομαδιαίως. Προσθέστε σε αυτά κάποια πολιτιστικά ταμπού ενάντια σε απρόσκλητες επισκέψεις σε σπίτι και τα ζητήματα ασφαλείας που υπάρχουν σε πολλές από τις γειτονιές του κόσμου -- και αρχίζουμε να βλέπουμε την πολυπλοκότητα του προβλήματος.

Αδελφοί, στις καλύτερες των περιστάσεων και στις περιστάσεις εκείνες όπου μπορεί να πραγματοποιηθεί η οικογενειακή διδασκαλία, μία μηνιαία επίσκεψη σε κάθε σπίτι παραμένει ακόμη το ιδεώδες για το οποίο θα προσπαθούσε σκληρά η Εκκλησία. Όμως συνειδητοποιώντας ότι σε πολλές περιοχές ανά τον κόσμο δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί αυτό το ιδεώδες και ότι κάνουμε εκείνους τους αδελφούς να αισθάνονται αποτυχημένοι όταν τους ζητάμε να κάνουν αυτό που ρεαλιστικά δεν γίνεται, η Πρώτη Προεδρία έγραψε στους ηγέτες της Εκκλησίας τον Δεκέμβριο του 2001, δίνοντας αυτήν την εμπνευσμένη, χρήσιμη συμβουλή: «Υπάρχουν ορισμένες περιοχές στην Εκκλησία» έγραψαν «όπου… η οικογενειακή διδασκαλία σε κάθε σπιτικό κάθε μήνα ίσως να μην είναι δυνατή, εξαιτίας του ανεπαρκούς αριθμού ενεργών αδελφών της ιεροσύνης και ποικίλων άλλων τοπικών δυσκολιών. Έχουμε αναφέρει ορισμένες από αυτές. «Όταν υπερισχύουν αυτές οι περιστάσεις», συνεχίζουν, «οι ηγέτες θα πρέπει να κάνουν ό,τι καλύτερο για να χρησιμοποιήσουν τις πηγές που έχουν διαθέσιμες, ώστε να προσέχουν και να ενδυναμώνουν κάθε μέλος»4.

Αδελφοί, αν στον τομέα ή τον κλάδο μου αντιμετώπιζα τέτοιου είδους δύσκολες περιστάσεις, ο συνάδελφός μου της Ααρωνικής Ιεροσύνης και εγώ θα εφαρμόζαμε τη συμβουλή της Πρώτης Προεδρίας (η οποία τώρα είναι πολιτική σε εγχειρίδιο ) κατά τον εξής τρόπο: Πρώτον, όσοι μήνες χρειαστεί για να το επιτύχουμε, θα ακολουθούσαμε την εντολή των γραφών «να επισκεπ[τόμαστε το σπίτι κάθε μέλους»5, φτιάχνοντας ένα χρονοδιάγραμμα που θα μας έφερνε κοντά σε εκείνα τα σπιτικά σε ένα ημερολόγιο που ήταν δυνατόν και πρακτικό. Ενσωματωμένη σε εκείνο το χρονοδιάγραμμα θα ήταν η προτεραιότητα του διαθέσιμου χρόνου και της συχνότητας επικοινωνίας με εκείνους που μας χρειάζονται περισσότερο -- ερευνητές τους οποίους διδάσκουν οι ιεραπόστολοι, πρόσφατα βαπτισμένοι νεοφώτιστοι, ασθενείς, μοναχικά άτομα, τους λιγότερο ενεργούς, μονογονεϊκές οικογένειες με παιδιά ακόμα στο σπίτι και λοιπά.

Ενώ θα εργαζόμαστε με το χρονοδιάγραμμα να επισκεφθούμε όλα τα σπιτικά, το οποίο ίσως χρειαστεί κάποιους μήνες για να επιτευχθεί, θα είχαμε άλλου είδους επικοινωνίας με τα άτομα και τις οικογένειες στον κατάλογό μας, με κάθε μέσον που έχει παράσχει ο Κύριος. Βεβαίως, θα προσέχουμε τις οικογένειές μας στην εκκλησία και, όπως λέει η γραφή, θα «μιλ[άμε] ο ένας με τον άλλο σχετικά με την ευημερία τής ψυχής τους»6. Επιπλέον, θα κάνουμε τηλεφωνήματα, θα στέλνουμε ηλεκτρονικά μηνύματα και γραπτά μηνύματα, επίσης θα στέλνουμε έναν χαιρετισμό μέσω κάποιου από τους πολλούς τρόπους των μέσων κοινωνικής δικτύωσης που είναι διαθέσιμα σε εμάς. Για να ανταποκριθούμε σε ειδικές ανάγκες, θα μπορούσαμε να στείλουμε ένα παράθεμα από τις γραφές ή μια πρόταση από μια ομιλία γενικής συνέλευσης ή ένα Mormon Message που θα επιλέξουμε από τον πλούτο του υλικού στο LDS.org. Για να παραφράσω τα λεχθέντα από την Πρώτη Προεδρία, θα κάναμε ό,τι καλύτερο μπορούσαμε στις περιστάσεις που αντιμετωπίσαμε, με τις διαθέσιμες πηγές μας.

Αδελφοί, η έκκληση που κάνω απόψε είναι να υψώσετε το όραμά σας αναφορικά με την οικογενειακή διδασκαλία. Παρακαλώ, με νεότερους, καλύτερους τρόπους δείτε τον εαυτό σας ως απεσταλμένους του Κυρίου προς τα τέκνα Του. Αυτό σημαίνει να αφήσουμε πίσω την παράδοση ενός πυρετώδους, όμοιου με τον νόμο του Μωυσή, ημερολογίου στο τέλος του μήνα, όπου τρέχετε να αφήσετε ένα γραμμένο από άλλους μήνυμα από τα περιοδικά της Εκκλησίας, το οποίο η οικογένεια έχει ήδη διαβάσει. Αντίθετα, ελπίζουμε να θεσπίσετε μία εποχή γνήσιας, προσανατολισμένης στο Ευαγγέλιο έγνοιας για τα μέλη, προσέχοντας και φροντίζοντας ο ένας για τον άλλον, διεκπεραιώνοντας τις πνευματικές και υλικές ανάγκες με οποιονδήποτε τρόπο που βοηθά.

Όσο για το τι «μετρά» ως οικογενειακή διδασκαλία, κάθε καλό πράγμα που κάνετε «μετράει», έτσι αναφέρετέ τα όλα! Πράγματι, η αναφορά που έχει τη μεγαλύτερη σημασία είναι πώς έχετε ευλογήσει και φροντίσει εκείνους που είναι στα πλαίσια της ευθύνης σας, το οποίο ουσιαστικά δεν έχει σχέση με ένα συγκεκριμένο ημερολόγιο ή μία συγκεκριμένη τοποθεσία. Αυτό που έχει σημασία είναι να αγαπάτε τους ανθρώπους σας και να εκπληρώνετε την εντολή να «προστατεύ[ετε] πάντα την εκκλησία»7.

Στις 30 Μαΐου του περασμένου χρόνου, ο φίλος μου Τρόυ Ράσσελ έβγαλε αργά το φορτηγάκι του από το γκαράζ του και πήγε να δωρίσει εμπορεύματα στο τοπικό κατάστημα Δεζερέτ. Αισθάνθηκε τον πίσω τροχό του να κυλάει πάνω από ένα βουναλάκι. Νομίζοντας ότι κάποιο αντικείμενο είχε πέσει από το φορτηγό, βγήκε έξω και βρήκε τον πολύτιμο εννιάχρονο γιο του, Ώστιν, πεσμένο μπρούμητα στο πεζοδρόμιο. Οι κραυγές, η ευλογία της ιεροσύνης, το νοσηλευτικό προσωπικό, το προσωπικό του νοσοκομείου -- ήταν, σε αυτήν την περίπτωση, ανώφελα. Ο Ώστιν έφυγε.

Ανήμπορος να κοιμηθεί, να βρει γαλήνη, ο Τρόυ ήταν απαρηγόρητος. Είπε ότι ήταν περισσότερο από όσο μπορούσε να αντέξει και ότι απλώς δεν μπορούσε να συνεχίσει. Όμως σε εκείνον τον καιρό της αγωνίας, ήρθαν τρεις λυτρωτικές δυνάμεις.

Πρώτον, ήταν η αγάπη και το πνεύμα διαβεβαίωσης του Πατέρα μας στους Ουρανούς, μία παρουσία που επικοινώνησε μέσω του Αγίου Πνεύματος που παρηγόρησε τον Τρόυ, τον δίδαξε, τον αγάπησε και ψιθύρισε ότι ο Θεός γνωρίζει τα πάντα σχετικά με το να χάσει έναν όμορφο και τέλειο Υιό. Δεύτερον, ήταν η σύζυγός του, Ντίντρα, η οποία κράτησε τον Τρόυ στην αγκαλιά της και του θύμισε ότι κι αυτή επίσης είχε χάσει εκείνον τον γιο και ήταν αποφασισμένη να μην χάσει και τον σύζυγό της. Τρίτος στην ιστορία αυτή είναι ο Τζων Μάννινγκ, ένας έξοχος οικογενειακός διδάσκαλος.

Εγώ ειλικρινά δεν ξέρω με τι χρονοδιάγραμμα έκανε ο Τζων και ο νεότερος συνάδελφός του επισκέψεις στο σπίτι των Ράσσελ ή ποιο ήταν το μήνυμά τους όταν έφθασαν εκεί ή πώς ανέφεραν την εμπειρία τους. Εκείνο που ξέρω είναι ότι την περασμένη άνοιξη ο αδελφός Μάννινγκ έσκυψε και σήκωσε τον Τρόυ Ράσσελ από την τραγωδία εκείνου του αυτοκινητόδρομου, σαν να σήκωνε τον ίδιο τον μικρό Ώστιν. Όπως ο οικογενειακός διδάσκαλος ή φύλακας ή αδελφός στο Ευαγγέλιο που θα έπρεπε να είναι, ο Τζων απλώς ανέλαβε τη φροντίδα ιεροσύνης και φύλαξης του Τρόυ Ράσσελ. Ξεκίνησε λέγοντας: «Τρόυ, ο Ώστιν σε θέλει όρθιο στα πόδια σου ξανά --και στο γήπεδο του μπάσκετ-- έτσι θα είμαι εδώ κάθε πρωί στις 5:15π.μ. Να είσαι έτοιμος, γιατί δεν θέλω να πρέπει να έρχομαι για να σε ξυπνάω -- και ξέρωότι ούτε η Ντήντρα θέλει να το κάνω αυτό».

«Δεν ήθελα να πάω» μου είπε αργότερα ο Τρόυ «γιατί έπαιρνα πάντα τον Ώστιν μαζί μου εκείνα τα πρωινά και ήξερα ότι οι αναμνήσεις θα ήταν πολύ οδυνηρές. Όμως ο Τζων επέμεινε κι έτσι πήγα. Από εκείνη την πρώτη ημέρα, μιλούσαμε -- ή μάλλον εγώ μιλούσα και ο Τζων άκουγε. Μιλούσα σε όλη τη διαδρομή προς την εκκλησία και μετά σε όλη τη διαδρομή προς το σπίτι. Κάποιες φορές μιλούσα όταν παρκάραμε στον αυτοκινητόδρομο και παρακολουθούσαμε τον ήλιο να ανατέλλει πάνω από το Λας Βέγκας. Στην αρχή ήταν δύσκολο, όμως με τον καιρό κατάλαβα ότι είχα βρει τη δύναμή μου στη μορφή ενός πολύ αργού μπασκετμπολίστα της Εκκλησίας, 1,88 μέτρων, με ένα αξιολύπητο πλάνο άλμα, ο οποίος με αγαπούσε και με άκουγε, μέχρις ότου, τελικά, ο ήλιος ανέτειλε ξανά στη ζωή μου»8.

Αδελφοί μου της ιεροσύνης, όταν μιλάμε για οικογενειακή διδασκαλία ή φροντίδα ή προσωπική διακονία ιεροσύνης --πείτε το όπως θέλετε-- αυτό είναι για το οποίο μιλάμε. Σας ζητάμε ως οικογενειακοί διδάσκαλοι να είστε οι απεσταλμένοι του Θεού στα τέκνα Του, να αγαπάτε, να φροντίζετε και να προσεύχεστε για τους ανθρώπους τους οποίους έχετε αναλάβει, όπως αγαπάμε, φροντίζουμε και προσευχόμαστε για σας. Είθε να επαγρυπνείτε στο να φροντίζετε το ποίμνιο του Θεού με τρόπους σύμφωνους με τις περιστάσεις σας, προσεύχομαι στο όνομα του Καλού Ποιμένα όλων μας, του οποίου είμαι μάρτυς, δηλαδή του Κυρίου Ιησού Χριστού, αμήν.