Κεφάλαιο 8
Διασχίζοντας τη θάλασσα
Δυνατοί άνεμοι φύσηξαν το πλοίο προς τη γη της επαγγελίας.
Ο Λάμαν, ο Λεμουήλ και μερικοί από τους άλλους άρχισαν να γίνονται άνομοι. Όταν ο Νεφί τους είπε να σταματήσουν, θύμωσαν και τον έδεσαν με σχοινιά.
Εξαιτίας της ανομίας τους, η Λιαχόνα σταμάτησε να δουλεύει. Δεν ήξεραν προς ποια κατεύθυνση να οδηγήσουν το πλοίο. Μία τρομερή καταιγίδα έσπρωχνε το πλοίο προς τα πίσω για τρεις ημέρες.
Ο Λεχί είπε στον Λάμαν και τον Λεμουήλ να λύσουν τον Νεφί, όμως αυτοί δεν άκουγαν. Ο Λεχί και η Σαρία ταράχθηκαν τόσο πολύ που αρρώστησαν.
Η γυναίκα και τα παιδιά του Νεφί έκλαιγαν. Ικέτευσαν τον Λάμαν και τον Λεμουήλ να λύσουν τον Νεφί, αλλά αυτοί αρνήθηκαν.
Την τέταρτη ημέρα η καταιγίδα χειροτέρεψε. Το πλοίο κόντευε να βουλιάξει.
Ο Λάμαν και ο Λεμουήλ ήξεραν ότι ο Θεός είχε στείλει την καταιγίδα. Φοβήθηκαν ότι θα πνιγούν.
Τελικά ο Λάμαν και ο Λεμουήλ μετανόησαν και έλυσαν τον Νεφί. Παρ’ όλο που οι καρποί και οι αστράγαλοί του είχαν πρηστεί και πληγωθεί από τα σχοινιά, ο Νεφί δεν είχε παραπονεθεί.
Ο Νεφί κατόπιν πήρε τη Λιαχόνα και αυτή δούλεψε ξανά. Ο Νεφί προσευχήθηκε και ο άνεμος κόπασε. Η θάλασσα γαλήνεψε.
Ο Νεφί οδήγησε το πλοίο και αυτό σάλπαρε ξανά προς την γη της επαγγελίας.