Κεφάλαιο 25
Ο Ααρών διδάσκει τον πατέρα του βασιλιά Λαμόνι
Ο Ααρών είπε στον βασιλιά ότι ήταν ο αδελφός του Αμμών. Ο βασιλιάς σκεφτόταν την καλοσύνη του Αμμών και αυτά που του είχε πει ο Αμμών.
Ο Aαρών ρώτησε τον βασιλιά εάν πίστευε στον Θεό. Ο βασιλιάς είπε ότι δεν ήταν σίγουρος, αλλά ότι θα πίστευε εάν ο Ααρών του έλεγε ότι υπάρχει Θεός. Ο Ααρών διαβεβαίωσε τον βασιλιά ότι ο Θεός ζει.
Ο Ααρών διάβασε τις γραφές στον βασιλιά. Του δίδαξε την δημιουργία της γης, την Πτώση του Αδάμ και την αποστολή του Ιησού Χριστού.
Ο βασιλιάς ρώτησε τι χρειαζόταν να κάνει για να έχει το Άγιο Πνεύμα και για να προετοιμαστεί να ζήσει μαζί με τον Θεό. Ο βασιλιάς ήταν πρόθυμος να κάνει οτιδήποτε, ακόμα και να εγκαταλείψει το βασίλειό του.
Ο Ααρών είπε στον βασιλιά ότι χρειαζόταν να μετανοήσει πλήρως για τις αμαρτίες του. Έπρεπε να προσεύχεται και να έχει πίστη στον Θεό.
Ο βασιλιάς προσευχήθηκε να μάθει αν υπάρχει αληθινά Θεός. Είπε ότι θα εγκατέλειπε όλες του τις αμαρτίες.
Ο βασιλιάς έπεσε στο έδαφος και έμοιαζε νεκρός. Όταν η βασίλισσα τον είδε, νόμισε ότι ο Ααρών και οι σύντροφοί του τον είχαν σκοτώσει.
Η βασίλισσα διέταξε τους υπηρέτες της να σκοτώσουν τον Ααρών και τους συντρόφους του, αλλά οι υπηρέτες φοβόντουσαν να το κάνουν αυτό. Τους έστειλε να βρουν άλλους ανθρώπους που θα το έκαναν.
Προτού συγκεντρωθεί μεγάλο πλήθος και δημιουργηθεί αναστάτωση, ο Ααρών πήρε το χέρι του βασιλιά και του είπε να σηκωθεί. Ο βασιλιάς σηκώθηκε.
Ο βασιλιάς ηρέμησε την τρομαγμένη γυναίκα του και τους υπηρέτες και μετά τους δίδαξε το Ευαγγέλιο. Όλοι πίστεψαν στον Ιησού Χριστό.