Κεφάλαιο 47
Ο Ιησούς Χριστός ευλογεί τους μαθητές Του
Οι μαθητές τον ρώτησαν πώς θα ονόμαζαν την Εκκλησία. Ο Ιησούς είπε ότι θα την ονόμαζαν με το δικό του όνομα, επειδή ήταν η δική του Εκκλησία.
Ο Ιησούς εξήγησε στους μαθητές Του ότι ο Επουράνιος Πατέρας τον είχε στείλει στη γη να δώσει τη ζωή Του για όλους τους ανθρώπους.
Είπε ότι καθένας που μετανοεί, βαπτίζεται στο όνομά του και υπακούει στις εντολές του, θα κριθεί αθώος ενώπιον του Επουράνιου Πατέρα.
Ο Σωτήρας είπε στους μαθητές του να κάνουν αυτά που τον είχαν δει να κάνει. Αυτός έθεσε το παράδειγμα γι’ αυτούς.
Τους είπε επίσης να γράψουν όσα είχαν δει και ακούσει, ώστε κι άλλοι να ξέρουν γι’ αυτό.
Ο Ιησούς ρώτησε τους μαθητές του τι θα ήθελαν από αυτόν. Εννέα από αυτούς ήθελαν να είναι μαζί του, αφού η ζωή τους στη γη είχε τελειώσει.
Ο Ιησούς τους υποσχέθηκε ότι όταν θα γίνονταν 72 ετών, θα πήγαιναν μαζί του στους ουρανούς.
Οι άλλοι τρεις μαθητές δεν τολμούσαν να ζητήσουν αυτό που ήθελαν, αλλά ο Ιησούς ήξερε. Ήθελαν να παραμείνουν στη γη και να διδάξουν το Ευαγγέλιο, μέχρι να έρθει πάλι ο Ιησούς.
Ο Σωτήρας τους υποσχέθηκε ότι δεν θα υπέφεραν πόνο ή λύπη και δεν θα πέθαιναν. Θα δίδασκαν στους ανθρώπους το Ευαγγέλιο μέχρι να επιστρέψει.
Ο Ιησούς άγγιξε κάθε μαθητή, εκτός από τους τρεις που θα έμεναν στη γη. Μετά έφυγε.
Οι τρεις μαθητές αναλήφθηκαν στον ουρανό, όπου είδαν και άκουσαν πολλά υπέροχα πράγματα. Ήταν περισσότερο ικανοί να καταλαβαίνουν τα πράγματα του Θεού.
Το σώμα τους είχε αλλάξει ώστε να μην πεθάνουν.
Οι τρεις μαθητές επέστρεψαν στη γη και άρχισαν να κηρύττουν και να βαπτίζουν.
Άνομοι Νεφίτες έριξαν τους τρεις μαθητές στη φυλακή και σε μεγάλους λάκκους, αλλά η δύναμη του Θεού τους βοήθησε να ξεφύγουν.
Όταν τους έσπρωξαν μέσα σε κλιβάνους και σε φωλιές με άγρια θηρία, επίσης προστατεύονταν με τη δύναμη του Θεού.
Οι τρεις μαθητές συνέχισαν να κηρύττουν το Ευαγγέλιο του Ιησού Χριστού στους Νεφίτες. Ακόμα κηρύττουν το Ευαγγέλιό Του.