2011
Πλέοντας σε ευθεία πορεία στις Νήσους Μάρσαλ
Απρίλιος 2011


Πλέοντας σε ευθεία πορεία στις Νήσους Μάρσαλ

Καθώς αρμενίζουμε μέσα από τους βραχώδεις υφάλους της ζωής, ο καθένας μας ωφελείται από την καθοδήγηση πιστών μελών για να μας βοηθήσουν στο δρόμο μας πίσω στο επουράνιο σπιτικό μας.

Οι αρχαίοι ναυτικοί ταξίδευαν στις θάλασσες με οδηγούς τις θέσεις του ήλιου, του φεγγαριού και των αστέρων. Το βράδυ είχαν τα μάτια τους έντονα επικεντρωμένα στον Πολικό Αστέρα, όπου η σταθερή θέση του παρείχε μια ουράνια άγκυρα για τους ναυτικούς, βοηθώντας τους να πλεύσουν σε ευθεία πορεία προς τον προορισμό τους.

Στις Νήσους Μάρσαλ του Ειρηνικού Ωκεανού, οι ναυτικοί ανακάλυψαν μια ακόμα τεχνική. Εκεί, τα σχήματα των κυμάτων ή η ογκούμενη σειρά κυμάτων του ωκεανού, έρεε ανάμεσα στις ατόλες και τα νησιά με συγκεκριμένο τρόπο. Ένας έμπειρος ναυτικός μπορεί να ταξιδέψει εκατοντάδες μίλια, ακολουθώντας ένα περίπλοκο δίχτυ ογκούμενης σειράς κυμάτων—που το καθένα τους ήταν σαν δρόμος μονής κατεύθυνσης—από το ένα νησί ή την ατόλη, στην επόμενη. Εκείνοι που ξέρουν πού βρίσκονται τα ογκούμενα κύματα και πού ρέουν, μπορούν να οδηγήσουν άλλους ταξιδιώτες με ασφάλεια στους προορισμούς τους.

Για τα μέλη της Εκκλησίας, ο Ιησούς Χριστός είναι το τέλειο παράδειγμά μας, το αληθινό φως του οποίου μας οδηγεί. Οι νόμοι και οι διατάξεις Του, σαν τα ογκούμενα κύματα του ωκεανού, μπορούν να μας οδηγήσουν με ασφάλεια στο ουράνιο σπιτικό μας. Ωστόσο, για όλους μας, υπάρχουν άλλοι, η υπηρέτηση και η στήριξη των οποίων λειτουργούν αρμονικά με το ρόλο του Διδασκάλου Ναυτίλου. Στις παρακάτω ιστορίες, τρία μέλη από τις Νήσους Μάρσαλ μιλούν για το πώς τους βοήθησαν οι άλλοι να πλεύσουν στους βραχώδεις υφάλους και τις καταιγίδες της ζωής για να τους οδηγήσουν στον Χριστό.

Η επιρροή μιας ενάρετης γυναίκας

Ο Χιρόμπο Ομπεκετάνγκ ακουμπά στην πλάτη του καναπέ του και χαμογελά. Ο ίδιος και η σύζυγός του, Λίντα, μόλις τελείωσαν την οικογενειακή βραδιά τους με τα τέσσερα παιδιά τους και τις αδελφές ιεραποστόλους. Προσέφεραν, επίσης, στους ιεραποστόλους ένα δείπνο με ψάρια, που περιλάμβανε μάτια και ουρά—μια παράδοση στο Ματζούρο, την πρωτεύουσα των Νήσων Μάρσαλ. Καθώς ο Χιρόμπο περιγράφει τη ζωή του, εκφράζει την ευγνωμοσύνη του για την Εκκλησία, το ευαγγέλιο και την οικογένειά του, ιδιαίτερα τη σύζυγό του.

Είναι Ιούνιος του 2009. Μία ημέρα νωρίτερα δημιουργήθηκε ο πάσσαλος Ματζούρο των Νήσων Μάρσαλ και ο Χιρόμπο κλήθηκε να υπηρετήσει ως πρώτος υπεύθυνος γραμματέας πασσάλου. Ο Χιρόμπο, όπως τον περιγράφει ο πρόεδρος πασσάλου Άρλινγκτον Τιμπόν, είναι «πολύ, πολύ δυνατός», ένας από τους πιστούς ηγέτες του νησιού.

Όμως ο Χιρόμπο είναι ο πρώτος που επισήμανε ότι μέχρι πρόσφατα δεν ήταν έτσι τα πράγματα. Στην πραγματικότητα, δίνει τα εύσημα στη σύζυγό του, που ήταν εκείνη η δυνατή—εκείνη που έφερε κάτι το διαφορετικό στη ζωή του. Εξηγεί: «Βαπτίστηκα όταν ήμουν οκτώ χρονών, όμως όταν ήμουν 16, έγινα λιγότερο ενεργό μέλος».

Μερικά χρόνια αργότερα, εκείνος και η Λίντα άρχισαν να συζούν μολονότι δεν ήταν παντρεμένοι. Η Λίντα δεν ήταν μέλος της Εκκλησίας. Το 2000, λίγο αφότου η Λίντα ανακάλυψε ότι ο Χιρόμπο είχε βαπτιστεί όταν ήταν παιδί, άρχισε να ενδιαφέρεται για την Εκκλησία και να συναντά τις αδελφές ιεραποστόλους.

«Μελετούσε επί δύο χρόνια και κατόπιν κατέληξε ότι ήθελε να βαπτιστεί», θυμάται ο Χιρόμπο. «Έπρεπε να παντρευτούμε πρώτα, όμως εμένα δε με ενδιέφερε ο γάμος. Ήμουν μπερδεμένος. Βρισκόμουν μέσα στους πειρασμούς του κόσμου. Δεν καταλάβαινα τη σπουδαιότητα της οικογένειας και, πραγματικά, δε με ενδιέφερε ούτε άκουγα κανέναν».

Η Λίντα, αν και δεν ήταν βαπτισμένη, μεγάλωσε τα παιδιά τους στην Εκκλησία. Κάθε χρόνο ζητούσε από τον Χιρόμπο να την παντρευτεί, ώστε να βαπτιστεί. Κάθε φορά της απαντούσε αρνητικά. Στη διάρκεια των ετών, δύο από τις κόρες τους βαπτίστηκαν, όμως ο Χιρόμπο δεν παρευρέθηκε στις βαπτίσεις τους.

Τότε, το 2006, ο εννιάχρονος γιος τους, ο Τακάο, αρρώστησε ξαφνικά με υψηλό πυρετό και πέθανε. Περίπου 300 μέλη από την περιοχή Ματζούτο ήρθαν στην κηδεία για να στηρίξουν την οικογένεια.

«Η στήριξή τους ήταν πολύ σπουδαίο πράγμα για μένα», λέει ο Χιρόμπο. «Άρχισα να σκέπτομαι ότι ίσως ο Θεός να μου έλεγε κάτι».

Άρχισε να σκέπτεται πώς ήταν εκείνος η αιτία που η σύζυγός του δεν μπορούσε να βαπτιστεί, μολονότι εκείνος ήταν μέλος της Εκκλησίας. «Γινόταν όλο και πιο δυνατή. Πραγματικά με ενέπνεε», θυμάται.

«Κάθισα, λοιπόν, και σκέφθηκα πώς ήμουν στα μέσα του δρόμου της ζωής μου. ‘Θα συνεχίσω να κάνω ό,τι κάνω μέχρι τώρα;’ αναρωτήθηκα. ‘Έχω την ευκαιρία να εργαστώ για τον Θεό στο δεύτερο μισό της ζωής μου;’ Άρχισα να λέω τις προσευχές μου και να σκέπτομαι την επιστροφή μου στην εκκλησία για να αρχίσω να εργάζομαι για τον Θεό».

Ο Χιρόμπο άρχισε να μελετά μαζί με τους ιεραποστόλους και να μαθαίνει εκ νέου τη διδαχή. Ο Πρόεδρος Νέλσον Μπλικ, της ιεραποστολής Ματζούρο των Νήσων Μάρσαλ, ενεργούσε σαν φίλος με αυτόν, όπως έκαναν και άλλα μέλη, συμπεριλαμβανομένου του προέδρου περιφέρειας Άρλινγκτον Τιμπόν. Τελικά, ο Χιρόμπο δεσμεύθηκε να επιστρέψει και σύντομα παρευρισκόταν όχι μόνο στη συγκέντρωση μετάληψης, αλλά και στο Σχολείο Κυριακής και τη συγκέντρωση ιεροσύνης. Τέλος, ο Χιρόμπο πήρε την απόφαση.

«Όταν επέστρεψα, είπα: ‘Αυτό είναι. Αυτό θα κάνω’. Και άλλαξε ολοκληρωτικά τη ζωή μου».

Ο Χιρόμπο και η Λίντα παντρεύτηκαν στις 30 Αυγούστου 2008. Σύντομα έλαβε την Ααρωνική Ιεροσύνη και βάπτισε τη σύζυγό του. Δύο μήνες αργότερα, ο Χιρόμπο έλαβε τη Μελχισεδική Ιεροσύνη και κλήθηκε ως γραμματέας διοικητικών καθηκόντων περιφέρειας.

Ο Χιρόμπο κοιτάζει τη σύζυγό του και χαμογελά. «Δεν μπορούσε να πιστέψει ότι θα την βάφτιζα εγώ», λέει. «Φανταστείτε—χρειάστηκαν οκτώ χρόνια για αυτήν, από το 2000 έως το 2008. Είναι φανταστική».

Το παράδειγμα ενός ενάρετου πατέρα

Μερικές φορές ο οδηγός μας, σαν ένας ναυτικός, εργάζεται στενά μαζί μας, διδάσκοντάς μας αυτά που πρέπει να γνωρίζουμε ώστε να μπορούμε να ταξιδεύουμε με επιτυχία στη ζωή. Σε πολλές περιπτώσεις, ο ναυτικός το επιτυγχάνει θέτοντας το παράδειγμα για να ακολουθήσουμε. Αυτή ήταν η περίπτωση με τον πατέρα της Πατρίσια Χοριούτσι, τον Φρανκ.

Αφότου συνάντησε τους ιεραπόστολους, ο Φρανκ άρχισε να τους καλεί τακτικά για δείπνο. Σύντομα άρχισε να παίρνει μαθήματα. Όμως κανένας άλλος στην οικογένειά του δεν ήθελε να έχει σχέση με την Εκκλησία. «Όταν είδαμε να έρχονται οι ιεραπόστολοι», λέει η Πατρίσια, «φύγαμε όλοι τρέχοντας—εγώ και τα μικρότερα αδέλφια μου».

Στη συνέχεια, ο Φρανκ βαπτίστηκε τον Ιούλιο του 2007 από τον πρόεδρο ιεραποστολής, Νέλσον Μπλικ. Ήταν μια καθοριστική στιγμή για την Πατρίσια και τα αδέλφια της.

«Είδα τον πατέρα μου να αρχίζει να αλλάζει», λέει. «Ήξερα πως αν το ευαγγέλιο μπορούσε να αγγίξει την καρδιά του πατέρα μου, μπορούσε να αγγίξει τη δική μου και να αλλάξει τη ζωή μου. Αποφάσισα, λοιπόν, να μελετήσω με τις αδελφές ιεραποστόλους και με παρότρυναν να μελετήσω το Βιβλίο του Μόρμον και τη Βίβλο. Ο αδελφός μου κι εγώ είχαμε τσακωθεί πριν από αυτό και δεν τον συγχώρησα ποτέ. Κατόπιν διάβασα στις γραφές πως αν συγχωρείς τους άλλους, ο Θεός θα σε συγχωρήσει». (Βλέπε Νεφί Γ΄ 13:14–15.)

Η Πατρίσια κατάλαβε ότι έπρεπε να συγχωρήσει τον αδελφό της, ώστε να αρχίσει να αλλάζει τη ζωή της, να είναι καθαρή και να έχει ειρήνη. Αυτό και έκανε.

«Όταν έδιωξα μακριά τις κακές μου συνήθειες και με την αλλαγή μου έγινα ένας άλλος άνθρωπος που τηρούσε τις εντολές, ήμουν ενθουσιασμένη. Ήξερα ότι έπρεπε να βαπτιστώ, ώστε να βρίσκομαι στην αληθινή Εκκλησία», λέει. «Η Εκκλησία με έφερε στο σωστό δρόμο. Με απομάκρυνε από κακές επιρροές. Με δίδαξε να σέβομαι τους γονείς μου, να μείνω στο σχολείο και να συνεχίζω στο σωστό δρόμο».

Η επιρροή ενός ενάρετου άνδρα

Η Λίντια Καμινάγκα, όπως ο Χιρόμπο Ομπεκετάνγκ, γεννήθηκε στην Εκκλησία, όμως έγινε λιγότερο ενεργή στα δέκα της χρόνια. Όμως η ιστορία του ταξιδιού της, της επιστροφής, είναι εξίσου αξιοσημείωτη και ξεχωριστή.

Η Λίντια και ο σύζυγός της, Καμινάγκα Καμινάγκα, μεγάλωσαν στην Εκκλησία. «Δεν είχα ποτέ αμφιβολία για τις διδασκαλίες της Εκκλησίας», λέει ο Καμινάγκα. «Πάντοτε τις πίστευα».

Όμως η ζωή υπήρξε διαφορετική για τη Λίντια. Όταν ήταν στην πρώτη γυμνασίου, λέει, «ήμουν η μόνη Μορμόνα στο σχολείο μου και αισθανόμουν ότι δεν ανήκα στο σύνολο. Έκανα ό,τι και οι φίλες μου. Είχα βάλει λάθος προτεραιότητες».

Οι γονείς της Λίντια την έστειλαν στο Πρόβο της Γιούτα, στις Η.Π.Α. για να ζήσει με συγγενείς, ελπίζοντας ότι η επιρροή τους θα ενέπνεε τη Λίντια να ζει το ευαγγέλιο. Μολονότι έμαθε πράγματα που τη βοήθησαν αργότερα στη ζωή της, την εποχή εκείνη δεν ενδιαφερόταν για τις δραστηριότητες στην Εκκλησία.

Η Λίντια επέστρεψε στις Νήσους Μάρσαλ τον Ιανουάριο του 2002, ακριβώς ένα μήνα μετά που επέστρεψε από την ιεραποστολή του στην Ιαπωνία ο Καμινάγκα. Γνωρίστηκαν λίγο αργότερα. Αν και η Λίντια δε ζούσε τα πρότυπα της Εκκλησίας, ο Καμινάγκα εξακολουθούσε να έρχεται στο σπίτι της, προσποιούμενος ότι ήθελε να επισκεφθεί τον ανιψιό της, Γκάρυ Τζάκιους.

Τελικά, ο Καμινάγκα αποφάσισε να μιλήσει στους γονείς της για να βγαίνει ραντεβού—με τη Λίντια σε ωφέλιμες, καλές δραστηριότητες—. Μολονότι εκείνοι προσπάθησαν αρχικά να τον αποτρέψουν, ο Καμινάγκα λέει ότι «τελικά τους είπε, ‘υπάρχει ακόμα ελπίδα γι’ αυτήν να αλλάξει’. Όταν το είπα, άλλαξε όλη η ατμόσφαιρα στο δωμάτιο. Ο πατέρας της έκλαψε και είπε: ‘Πάντοτε ήθελα να επιστρέψει στην Εκκλησία. Μπορείς να δοκιμάσεις.’»

Στην αρχή η Λίντια δεν πήρε στα σοβαρά τον Καμινάγκα. Στο κάτω-κάτω, εκείνος ήταν ένας καλοφροντισμένος ιεραπόστολος που είχε επιστρέψει κι εκείνη δεν ήταν ενεργό μέλος.

«Όμως εκείνος έβλεπε κάτι που εγώ δεν έβλεπα», εξηγεί η Λίντια. Μια και δεν έβγαινε ραντεβού με κανέναν, δέχτηκε να βγει μαζί του. «Με έφερε πίσω. Με το να είμαι η κοπέλα του, έπρεπε να βάλω σε σωστό δρόμο τα πρότυπά μου. Μου θύμισε τις διαθήκες μου κατά το βάπτισμα. Μου θύμισε όλα τα πράγματα που πραγματικά είχα επιθυμήσει, όπως η ανάγνωση των γραφών και η οικογενειακή βραδιά. Ο Καμινάγκα κι εγώ κάναμε μαζί προγράμματα υπηρέτησης. Διαβάζαμε το Βιβλίο του Μόρμον. Πηγαίναμε σε εστιακές συγκεντρώσεις. Μου έδειχνε πώς να ζω διαφορετικά. Πηγαίναμε στην εκκλησία όχι μόνο για τη συγκέντρωση μετάληψης, αλλά και για το Σχολείο Κυριακής και την Ανακουφιστική Εταιρεία».

Καθώς περνούσαν μαζί τον καιρό τους σε ραντεβού που ήταν ωφέλιμα και ανυψωτικά, η ζωή της Λίντια άρχισε να αλλάζει και η μαρτυρία της να μεγαλώνει. Παρ’ όλα αυτά, είχε να ξεκαθαρίσει κάποια πράγματα.

«Ήταν δύσκολο να επανέλθω», παραδέχεται. «Η μετάνοια δεν είναι εύκολη, όμως έχω μια πραγματικά ισχυρή μαρτυρία για την μετάνοια. Με πολλούς τρόπους, τα ραντεβού μας αφορούσαν στο να γνωρίσουμε ο ένας τον άλλο περισσότερο και να επιστρέψω στην εκκλησία, να δω τα πράγματα διαφορετικά».

«Αφορούσαν στις σχέσεις», προσθέτει ο Καμινάγκα.

Η Λίντια και ο Καμινάγκα παντρεύτηκαν στις 28 Νοεμβρίου 2002. Ένα χρόνο αργότερα επισφραγίστηκαν στο Ναό Λέι της Χαβάης και φοίτησαν στο Πανεπιστήμιο–Μπρίγκαμ Γιανγκ στη Χαβάη. Τώρα ζουν στις Νήσους Μάρσαλ με τα τρία παιδιά τους. Η Λίντια υπηρετεί ως δασκάλα τού Σχολείου Κυριακής στον τομέα τους για τους νέους άνδρες και τις νέες γυναίκες και ο Καμινάγκα υπηρετεί ως πρόεδρος Νέων Ανδρών.

Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Χιρόμπο, της Πατρίσια και της Λίντια, όταν ασκούμε υπομονή και επιμονή και επιζητούμε τις ευλογίες του Κυρίου, πολλά πράγματα είναι δυνατά. Εκείνοι που ακολουθούν τον Σωτήρα και αφουγκράζονται τις παροτρύνσεις του Αγίου Πνεύματος μπορούν, όπως ο αρχαίος ναυτικός που οδηγούσε στην πατρίδα τους ταξιδιώτες, να δημιουργήσουν κάτι το διαφορετικό στη ζωή ενός άλλου ατόμου.

Άνω αριστερά: Ο Χιρόμπο Ομπεκετάνγκ (που εμφανίζεται και με την οικογένειά του σε προηγούμενες σελίδες) εργάζεται ως διευθυντής σε ξενοδοχείο. Κάτω: Η Πατρίσια Χοριούτσι ήταν ηγέτις του πρώτου συνεδρίου νέων ανύπανδρων ενηλίκων των Νήσων Μάρσαλ, τον Ιούνιο του 2009 (κάτω δεξιά).

«Έχω μια ισχυρή μαρτυρία για την μετάνοια», λέει η Λίντια Καμινάγκα, εδώ με το σύζυγό της, Καμινάγκα, και την κόρη τους Βελίσα.

Φωτογραφίες υπό Joshua J. Perkey, εκτός και αν σημειώνεται άλλως. Φωτογραφία ιστιοφόρου σκάφους © Getty Images