2011
Η δική Του οδύνη κατασιγάζει τη δική μας
Απρίλιος 2011


Η δική Του οδύνη κατασιγάζει τη δική μας

Μπάρμπαρα Ουίντερ, Αριζόνα, Η.Π.Α.

Ως νοσοκόμα στη μονάδα εντατικής φροντίδας νεογέννητων, φροντίζω για άρρωστα και μερικές φορές πολύ μικρά μωρά. Ένα βράδυ μού είχαν αναθέσει ένα αγοράκι που είχε γεννηθεί 17 εβδομάδες πρόωρα και ζύγιζε μόλις λίγο παραπάνω από μισό κιλό. Τα χεράκια του ήταν μικροσκοπικά, τα ποδαράκια του σχεδόν σαν το δάχτυλό μου και οι πατούσες του όσο ο αντίχειράς μου. Εξαιτίας σοβαρών αναπνευστικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε, οι γιατροί δεν περίμεναν να βγάλει τη νύχτα.

Μια σιωπή πέφτει σε ολόκληρη τη μονάδα όταν ένα νεογέννητο παλεύει να ζήσει. Υπάρχει αυξημένο στρες σε όλους, ειδικά στη νοσοκόμα του μωρού και απόψε αυτή ήμουν εγώ. Οι γονείς του ήταν μαζί του σχεδόν όλη την ημέρα, όμως είχαν εξουθενωθεί. Η μητέρα του είχε επιστρέψει στο δωμάτιό της για λίγη ανάπαυση που τόσο χρειαζόταν.

Ο προσωπικός θάλαμος του μωρού περιλάμβανε ένα κουβούκλιο απομόνωσης, μηχανήματα παρακολούθησης, ανεμιστήρα και αντλίες που το κρατούσαν στη ζωή. Επειδή ήταν πολύ άρρωστο και χρειαζόταν εντατική φροντίδα, δε μου είχαν αναθέσει άλλους ασθενείς εκείνο το βράδυ. Θα βρισκόμουν στο πλευρό του όλη τη νύχτα, να ασχολούμαι με τη φαρμακευτική αγωγή, την παρακολούθησή του με τα μηχανήματα, τη θεραπεία και τα τεστ.

Καθώς προχωρούσε η νύχτα, προσπάθησα να φανταστώ πώς θα αισθανόμουν αν ήμουν η μητέρα του. Ο πόνος της καρδιάς θα ήταν αβάσταχτος.

Καθάρισα απαλά το προσωπάκι του, άγγιξα τα χεράκια και τα ποδαράκια του, και πολύ προσεκτικά τον άλλαξα και τον τοποθέτησα σε μια καινούργια μαλακιά κουβέρτα. Αναρωτιόμουν τι άλλο μπορούσα να κάνω για το μικρό ασθενή μου. Τι θα έκανε η μητέρα του; Τι ήθελε να κάνω ο Επουράνιος Πατέρας;

Αυτό το πολύτιμο, αθώο μικρό πνεύμα σύντομα θα επέστρεφε στον Πατέρα του στους Ουρανούς. Αναρωτιόμουν αν φοβόταν. Σκέφτηκα τα δικά μου παιδιά. Όταν ήταν μικρά και φοβόνταν, τους τραγουδούσα. Το αγαπημένο τους ήταν το «Είμαι Θεού παιδί». Πνίγοντας τα δάκρυά μου, άρχισα να τραγουδάω στο μωρό.

Ως νοσοκόμα έλεγξα τους σωλήνες και το αίμα, μέτρησα τις αναπνοές του μωρού, αφουγκράστηκα τον χτύπο της καρδιάς του και παρατήρησα τα νούμερα στα μηχανήματα παρακολούθησης. Ως Αγία των Τελευταίων Ημερών είδα ένα σελέστιο πνεύμα και θαύμασα το σχέδιο σωτηρίας.

Όπως προχωρούσε η νύχτα, η υγεία του επιδεινωνόταν. Τελικά η κατάστασή του κατέληξε σε αιμορραγία των πνευμόνων.

Το πρωί ο μικρός ασθενής μου γλίστρησε σιωπηλά στην άλλη πλευρά του πέπλου. Άφησε την αγκαλιά της μητέρας του και «φέρθ[ηκε] πάλι εκεί που ήταν πριν, σε εκείνον το Θεό που [του] έδωσε ζωή» (Άλμα 40:11).

Ήρθα πιο κοντά στο Σωτήρα και τον Επουράνιο Πατέρα εκείνο το βράδυ. Ανέπτυξα μια μεγαλύτερη κατανόηση για την αγάπη του Κυρίου προς τους ανθρώπους—και την αγάπη Του για εμένα. Θυμήθηκα, εξεπλάγην μάλιστα, από το βάθος της αγάπης μου για Εκείνον. Αισθάνθηκα και μια επιθυμία να είμαι πιο καλοσυνάτη, πιο γλυκιά, πιο συγχωρητική, πιο συμπονετική—περισσότερο σαν Εκείνον—κάποια ημέρα και λίγο-λίγο τη φορά.