Διδασκαλίες των Προέδρων
Κεφαλαιο 40: Πόσο θαυμάσιοι είναι οι αφοσιωμένοι, δίκαιοι και αληθινοί φίλοι


Κεφαλαιο 40:

Πόσο θαυμάσιοι είναι οι αφοσιωμένοι, δίκαιοι και αληθινοί φίλοι

«Η φιλία είναι μία από τις σπουδαίες θεμελιώδεις αρχές του ‘Μορμονισμού’. …Ενώνει τους ανθρώπους με την ευτυχή επίδραση της».

Από τη ζωή του Τζόζεφ Σμιθ

Τον Αύγουστο του 1842, οι αρχές του τόπου στο Μισσούρι προέβαιναν σε επανειλημμένες προσπάθειες να φυλακίσουν τον Προφήτη Τζόζεφ Σμιθ. Φοβούμενος ότι θα τον σκότωναν αν τον συνελάμβαναν και τον πήγαιναν στο Μισσούρι, ο Προφήτης άρχισε να κρύβεται. Στις 11 Αυγούστου, ειδοποίησε κάποια αφοσιωμένα μέλη της οικογένειας και φίλους να τον συναντήσουν σε κάποιο νησί στον ποταμό Μισισιπή, όχι μακριά από τη Ναβού. Το βράδυ εκείνο, η Έμμα Σμιθ, ο Χάυρουμ Σμιθ, ο Νιούελ Ουίτνυ και άλλοι, συγκεντρώθηκαν κοντά στην όχθη του ποταμού και επιβιβάστηκαν σε μια μικρή βάρκα για να πάνε στον τόπο συνάντησης. Χαρούμενος ο Προφήτης, έσφιξε το χέρι του καθενός, ευγνώμων για τη βοήθεια και την παρηγοριά που πρόσφερε η αληθινή φιλία. Αργότερα αναφέρθηκε εν εκτάσει στο ημερολόγιό του για τα συναισθήματα ευγνωμοσύνης που ένιωθε για τα μέλη της οικογένειάς του και τους φίλους. Στο κεφάλαιο αυτό συμπεριελήφθησαν ορισμένες από αυτές τις καταχωρίσεις του ημερολογίου. Μερικές εβδομάδες αργότερα, ο Προφήτης έκλεισε μία επιστολή προς τους Αγίους με λόγια που εξέφραζαν τα αισθήματά του για αυτούς: «Είμαι, όπως πάντα, ο ταπεινός σας δούλος και πάντοτε πιστός φίλος σας, Τζόζεφ Σμιθ» (Δ&Δ 128:25).

Οι Άγιοι ανταπέδωσαν τα αισθήματα του Προφήτη, θεωρώντας τον όχι μόνο ως Προφήτη τους, αλλά και φίλο τους. Ένας στενός φίλος και προσωπικός γραμματέας του Τζόζεφ Σμιθ, ο Μπέντζαμιν Τζόνσον, θυμόταν: «‘Ο Τζόζεφ ο Προφήτης’ – ως φίλος ήταν αφοσιωμένος, μακρόθυμος, ευγενής και ειλικρινής. …Ως συνεργάτης, κοινωνικά, ήταν εξαιρετικά προικισμένος – ήταν καλοσυνάτος, γενναιόδωρος, εύθυμος. …Μερικές φορές, για διασκέδαση, πάλευε με κάποιον φίλο ή, συχνότερα, δοκίμαζε τη δύναμή του με άλλους, καθισμένος στο πάτωμα, με τα πόδια να ακουμπούν στα πόδια του άλλου και κρατώντας γερά το ξύλο ανάμεσά τους. Όμως κανείς δεν ήταν αντάξιος αντίπαλος. Αστεία, αναπαραστάσεις φράσεων με εικόνες, δίστιχα με ομοιοκαταληξία, κ.λπ., δεν ήταν σπάνια στις προτιμήσεις του. Όμως συχνότερα ήταν που ζητούσε να τραγουδήσουν ένα ή περισσότερα από τα αγαπημένα τραγούδια του. …Κι όμως, μολονότι τόσο κοινωνικός, ακόμα και εύθυμος κάποιες φορές, δεν επέτρεπε κανενός είδους αλαζονεία ή αυθάδεια σε λόγια ή πράξεις»1.

Ο Τζόζεφ Σμιθ είχε τόσο στοργική καρδιά, όσο και κοινωνικότητα – όπως θυμόταν ένας νέος άνδρας: «Βρισκόμουν στο σπίτι του Τζόζεφ. Εκείνος ήταν μέσα και ήταν και αρκετοί άνδρες που κάθονταν στο φράχτη. Ο Τζόζεφ βγήκε έξω και μίλησε σε όλους μας. Σε λίγο ήρθε κάποιος άνδρας και μας είπε ότι το προηγούμενο βράδυ είχαν κάψει το σπίτι ενός φτωχού αδελφού που ζούσε κάπως μακριά από την πόλη. Όλοι σχεδόν οι άνδρες εκδήλωσαν τη λύπη τους για τον άνδρα εκείνο. Ο Τζόζεφ έβαλε το χέρι στην τσέπη του, έβγαλε πέντε δολάρια και είπε: ‘Αισθάνομαι λύπη για τον αδελφό αυτό που ισοδυναμεί με το ποσό των πέντε δολαρίων. Σε τι ποσό ανέρχεται η λύπη όλων σας;’»2

Ίσως η μεγάλη αγάπη του Τζόζεφ Σμιθ για τους φίλους του έκανε ιδιαίτερα σκληρό να αντέξει τις προδοσίες μερικών από εκείνους τους φίλους. Στη Ναβού, φίλοι τους οποίους είχε εμπιστευθεί ο Προφήτης, στράφηκαν εναντίον του. Παρ’ όλα αυτά, πολλοί φίλοι ανταπέδωσαν την αφοσίωση του Προφήτη, στέκοντας στο πλάι του μέχρι τέλους.

Ένας από αυτούς τους φίλους ήταν ο Ουίλαρντ Ρίτσαρντς, μέλος της Απαρτίας των Δώδεκα, ο οποίος φυλακίστηκε με τους Τζόζεφ και Χάυρουμ Σμιθ και τον Τζων Τέηλορ, στο Κάρθατζ του Ιλλινόις. Κατά την κράτησή τους στη φυλακή, οι άνδρες είχαν την άδεια να μετακινούνται από ένα κελί στο ισόγειο προς μια πιο άνετη κρεβατοκάμαρα στον πρώτο όροφο των φυλακών. Κατόπιν, λίγο πριν το μαρτυρικό θάνατό τους, ο δεσμοφύλακας θεώρησε ότι θα ήταν ασφαλέστερο για τους φυλακισμένους να βρίσκονται σε ένα κελί με σιδερένια κάγκελα, πλάι στην κρεβατοκάμαρα. Ο Τζόζεφ ρώτησε τον Πρεσβύτερο Ρίτσαρντς, τον οποίο οι φίλοι του αποκαλούσαν «γιατρό», επειδή είχε ασκήσει την ιατρική: «‘Αν πάμε σε αυτό το κελί, θα έρθεις μαζί μας;’ Ο γιατρός απάντησε: ‘Αδελφέ Τζόζεφ, δε μου ζήτησες να διασχίσω τον ποταμό μαζί σου – δε μου ζήτησες να έρθω στο Κάρθατζ – δε μου ζήτησες να έρθω στη φυλακή μαζί σου – και νομίζεις ότι θα σε εγκαταλείψω τώρα; Όμως θα σου πω τι θα κάνω. Αν καταδικαστείς σε απαγχονισμό για προδοσία, θα κρεμαστώ εγώ στη θέση σου κι εσύ θα είσαι ελεύθερος’. Ο Τζόζεφ απάντησε: ‘Δεν μπορείς να το κάνεις αυτό’. Ο γιατρός απάντησε: ‘Θα το κάνω’»3.

Διδασκαλίες του Τζόζεφ Σμιθ

Οι αληθινοί φίλοι ανακουφίζουν ο ένας τις θλίψεις του άλλου και παραμένουν αφοσιωμένοι, ακόμα και σε εποχές αντιξοοτήτων.

Ο Τζόζεφ Σμιθ έγραψε τα ακόλουθα σχετικά με τα μέλη της οικογένειας και τους φίλους που τον επισκέφθηκαν στις 11 Αυγούστου 1842, όταν κρυβόταν: «Πόσο καλό και θαυμάσιο ήταν για μένα, να βρω αγνούς και άγιους φίλους, οι οποίοι είναι πιστοί, σωστοί και ειλικρινείς, και οι καρδιές τους δεν λιποψυχούν που τα γόνατά τους είναι στέρεα και δεν είναι παραλυμένα, ενώ προσμένουν τον Κύριο να ενεργήσει, χορηγώντας στις ανάγκες μου, κατά την ημέρα όπου η οργή των εχθρών μου εκχύθηκε επάνω μου…

»Πόσο θαυμάσια ήταν τα συναισθήματά μου, όταν συνάντησα εκείνη την πιστή και φιλική ομάδα, το βράδυ της ενδεκάτης, την Πέμπτη, στο νησί, στο στόμιο του βάλτου ανάμεσα στη Ζαραχέμλα και τη Ναβού: πόση ανείπωτη τέρψη και συναισθήματα χαράς φούσκωσαν τον κόρφο μου, όταν πήρα από το χέρι, εκείνη τη νύχτα, την αγαπημένη μου Έμμα – εκείνη που ήταν η σύζυγός μου, δηλαδή η σύζυγος των νεανικών μου χρόνων και η επιλογή της καρδιάς μου. Πολλές ήταν οι αντηχήσεις στο νου μου, όταν συλλογίστηκα για μια στιγμή τα πολλά που είχαμε κληθεί να περάσουμε, την κούραση και το μόχθο, τις λύπες και τις κακουχίες, τις χαρές και την παρηγοριά, από καιρό σε καιρό, που είχαν στρώσει το δρόμο μας και είχαν στέψει την πορεία μας. Ω τι ανάμικτες σκέψεις γέμισαν το νου μου για μια στιγμή, ξανά εκείνη ήταν εδώ… ατρόμητη, σταθερή και ακλόνητη – αμετάβλητη, στοργική Έμμα!

»Ο αδελφός Χάυρουμ ήταν εκείνος που στη συνέχεια με έπιασε από το χέρι – ένας γνήσιος αδελφός. Και σκέφτηκα, αδελφέ Χάυρουμ, πόσο αφοσιωμένη καρδιά έχεις! Ω είθε ο Αιώνιος Ιεχωβά να στέψει με αιώνιες ευλογίες την κεφαλή σου, ως ανταμοιβή για την έγνοια που είχες για την ψυχή μου! Ω πόσο πολλές είναι οι θλίψεις που μοιραστήκαμε· και ξανά, βρισκόμαστε αλυσοδεμένοι από το σκληρό χέρι της καταπίεσης. Χάυρουμ, το όνομά σου θα πρέπει να γραφτεί στο Βιβλίο του Νόμου του Κυρίου, για εκείνους οι οποίοι έρχονται κοντά σου με προσδοκία, ώστε να έχουν ως υπόδειγμα τα έργα σου, για τα δικά τους έργα.

»Και είπα στον εαυτό μου, εδώ είναι επίσης και ο αδελφός Νιούελ Ουίτνυ. Πόσες και πόσες θλίψεις δεν γνωρίσαμε στη ζωή μας μαζί· κι όμως, συναντιόμαστε ξανά για να μοιραστούμε πάλι θλίψεις. Είσαι ένας πιστός φίλος, τον οποίο μπορούν να εμπιστευθούν οι βασανισμένοι γιοι των ανθρώπων με την πιο μεγάλη σιγουριά. Ας στεφανώσουν και τη δική του κεφαλή οι ευλογίες του Αιώνιου Ιεχωβά. Πόσο συμπονετική εκείνη η καρδιά, πόσο ανυπόμονη εκείνη η ψυχή για την ευημερία αυτού που εκδιώχθηκε και μισήθηκε από όλους σχεδόν τους ανθρώπους. Αδελφέ Ουίτνυ, δε φαντάζεσαι πόσο δυνατοί είναι αυτοί οι δεσμοί που δένουν την ψυχή και την καρδιά μου με τη δική σου…

»Δε σκέφτομαι να αναφέρω τα καθέκαστα της ιερής εκείνης νύχτας, την οποία πάντοτε θα θυμάμαι. Όμως τα ονόματα των πιστών φίλων είναι αυτό που επιθυμώ να καταγράψω εδώ. Γνώρισα αυτούς τους ανθρώπους σε εποχές ευημερίας και ήταν οι φίλοι μου. Και τώρα τους συναντώ σε αντιξοότητες, και παραμένουν οι πλέον αγαπητοί φίλοι μου. Αυτοί οι άνθρωποι αγαπούν τον Θεό που υπηρετώ. Αγαπούν τις αλήθειες που διακηρύσσω. Αγαπούν εκείνες τις ενάρετες και εκείνες τις άγιες διδαχές που περιθάλπω στον κόρφο μου με τα θερμότερα αισθήματα της καρδιάς μου και με έναν ζήλο, τον οποίο δεν μπορώ να αρνηθώ…

»…Ελπίζω ότι θα δω ξανά [τους φίλους μου], ώστε να μπορώ να μοχθώ για αυτούς και να προσφέρω για την ανακούφισή τους. Δε θα μείνουν χωρίς φίλο όσο ζω. Η καρδιά μου θα τους αγαπά και τα χέρια μου θα μοχθούν για αυτούς που με αγαπούν και μοχθούν για εμένα, και θα είμαι πάντοτε αφοσιωμένος στους φίλους μου. Θα φανώ αχάριστος; Ειλικρινά, όχι! Θεός φυλάξοι!»4

Στις 23 Aυyoύστoυ 1842, ο Προφήτης εξακολούθησε: «Βρίσκω τα αισθήματά μου… απέναντι στους φίλους μου αναζωογονημένα, ενώ μελετώ τις αρετές, τα προτερήματα και τα χαρακτηριστικά των λίγων πιστών, τους οποίους καταγράφω τώρα στο Βιβλίο του Νόμου του Κυρίου –τα ονόματα εκείνων καθώς στάθηκαν πλάι μου σε κάθε ώρα κινδύνου, ετούτα τα δεκαπέντε περασμένα χρόνια– για παράδειγμα, τον ηλικιωμένο και πολύ αγαπητό αδελφό Τζόζεφ Νάητ, τον πρεσβύτερο, ο οποίος συγκαταλέγεται στους πρώτους που χορήγησαν για τις ανάγκες μου, ενόσω μοχθούσα στις αρχές ώστε να προωθήσω το έργο του Κυρίου και να θέσω τα θεμέλια της Εκκλησίας του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών. Επί δεκαπέντε χρόνια ήταν πιστός και ειλικρινής, δίκαιος προς όλους και υποδειγματικός, ενάρετος και καλοσυνάτος, παραμένοντας πάντα ειλικρινής και πιστός. Δείτε, είναι ένας ενάρετος άνδρας – είθε ο Θεός ο Παντοδύναμος να επιμηκύνει τις ημέρες του ηλικιωμένου άνδρα. Και είθε το τρεμάμενο, βασανισμένο και συντετριμμένο σώμα του να αναζωογονηθεί, και το σφρίγος της υγείας να έλθει μόνιμα σε αυτόν, εάν είναι το θέλημά Σου, ω Θεέ. Και θα ειπωθεί για αυτόν από τους υιούς της Σιών, όσο υπάρχει έστω και ένας από αυτούς, ότι ο άνδρας αυτός ήταν ένας πιστός άνδρας στον Ισραήλ. Για το λόγο αυτό, το όνομά του δεν θα πρέπει ποτέ να ξεχαστεί…

»…Ενώ θυμάμαι τους λίγους πιστούς που είναι εν ζωή, θα θυμηθώ επίσης και τους πιστούς φίλους μου που έχουν πεθάνει, διότι είναι πολλοί. Και πολλές είναι οι πράξεις καλοσύνης –πατρικής και αδελφικής καλοσύνης– που ήμουν αποδέκτης τους. Και από τότε που άρχισαν να με καταδιώκουν οι κάτοικοι του Μισσούρι, πολλές είναι οι περιστάσεις έμπρακτης καλοσύνης που έχω να θυμάμαι…

»Πολλές είναι οι ψυχές που αγάπησα, με μια αγάπη που υπερνικά το θάνατο. Σε αυτούς αποδείχθηκα πιστός – σε αυτούς είμαι αποφασισμένος να φανώ πιστός, έως ότου με καλέσει ο Θεός να παραδώσω την πνοή μου»5.

Η φιλία ενώνει τους ανθρώπους, διασκορπίζοντας το μίσος και τη παρεξήγηση.

«Δε με ενδιαφέρει ο χαρακτήρας ενός ανθρώπου. Αν είναι φίλος μου –αληθινός φίλος– θα είμαι και εγώ φίλος του και θα κηρύττω το Ευαγγέλιο της σωτηρίας σε αυτόν, και θα του δίνω καλή συμβουλή, βοηθώντας τον να ξεπεράσει τις δυσκολίες του.

»Η φιλία είναι μία από τις μέγιστες θεμελιώδεις αρχές του ‘Μορμονισμού’. [Έχει σχεδιαστεί] ώστε να φέρει μια επανάσταση και να εκπολιτίσει τον κόσμο, και να προκαλέσει την παύση των πολέμων και των ανταγωνισμών, και οι άνθρωποι να γίνουν φίλοι και αδελφοί.

»…Η φιλία είναι σαν τον αδελφό [Θίοντορ] Τέρλυ στο σιδηρουργείο του – να συγκολλεί σίδερο με σίδερο. Ενώνει τους ανθρώπους με την ευτυχή επίδρασή της»6.

«Η φιλία εκείνη, την οποία τα νοήμονα άτομα αποδέχονται ως ειλικρινή, θα πρέπει να αναδύεται από την αγάπη και η αγάπη εκείνη απορρέει από την αρετή, η οποία αποτελεί μέρος της θρησκείας σε τέτοιο βαθμό, όσο το φως αποτελεί μέρος του Ιεχωβά. Γι’ αυτό και ο Ιησούς είπε: ‘Μεγαλύτερη από τούτη την αγάπη δεν έχει κανένας, το να βάλει κάποιος την ψυχή του για χάρη των φίλων του’. [Κατά Ιωάννην 15:13.]»7

Τον Μάρτιο του 1839, ενώ ο Προφήτης Τζόζεφ Σμιθ και ορισμένοι συνεργάτες ήταν φυλακισμένοι στη φυλακή του Λίμπερτυ στο Μισσούρι, ο Προφήτης έγραψε σε μέλη της Εκκλησίας: «Λάβαμε κάποιες επιστολές χθες το βράδυ – μία από την Έμμα, μία από τον Ντον Σμιθ [τον αδελφό του Τζόζεφ] και μία από τον επίσκοπο [Έντουαρντ] Πάρτριτζ – όλες να αποπνέουν ένα πνεύμα παρηγοριάς και καλοσύνης. Το περιεχόμενό τους πολύ μας ικανοποίησε. Ήμασταν πολύ καιρό χωρίς πληροφόρηση· και όταν διαβάζαμε εκείνες τις επιστολές, ήταν για την ψυχή μας σαν το απαλό αεράκι που αναζωογονεί, όμως η χαρά μας ήταν ανάμικτη με λύπη, για τα βάσανα των φτωχών και πολύπαθων Αγίων. Και είναι περιττό να σας πούμε ότι τα συναισθήματα της καρδιάς μας ανυψώθηκαν και τα μάτια μας έγιναν κρήνη δακρύων, όμως εκείνοι που δεν έχουν εγκλειστεί σε τοίχους φυλακής αναίτια ή απρόκλητα, λίγο μπορούν να καταλάβουν πόσο γλυκιά είναι η φωνή ενός φίλου. Ένα δώρο φιλίας από οποιαδήποτε πηγή, η οποία ξυπνά και αναμοχλεύει κάθε αίσθημα συμπόνιας· φέρνει στο φως σε μία στιγμή καθετί περασμένο· αιχμαλωτίζει το παρόν με την απληστία [το ζήλο] του φωτός· δράττει το μέλλον με την αγριότητα τίγρης· κινεί το νου εμπρός και πίσω, από το ένα πράγμα στο άλλο, μέχρις ότου, τελικά, κάθε έχθρα, κακία και μίσος, και παλιές διαφορές, παρεξηγήσεις και κακοδιαχείριση συντρίβονται νικηφόρα στα πόδια της ελπίδας»8.

Οι άγιοι του Θεού είναι αληθινοί φίλοι ο ένας με τον άλλο.

Ο Προφήτης έγραψε το ακόλονθο σημείωμα σε ένα μέλος της Εκκλησίας, τον Αύγονστο τον 1835: «Θυμόμαστε την οικογένειά σου, μαζί με όλες τις πρώτες οικογένειες της Εκκλησίας, οι οποίες πρώτες ασπάσθηκαν την αλήθεια. Θυμόμαστε τις απώλειες και τις θλίψεις σας. Οι πρώτοι δεσμοί φιλίας μας δεν έχουν σπάσει. Συμμετέχουμε με εσάς τόσο στο κακό, όσο και στο καλό, στις θλίψεις, όσο και στις χαρές. Πιστεύουμε ότι οι δεσμοί φιλίας είναι δυνατότεροι από το θάνατο και ποτέ δεν θα περιοριστούν»9.

Ο Προφήτης μίλησε για μία γιορτή όπου παρευρέθηκε τον Ιανουάριο του 1836 στο Κίρτλαντ: «Παρευρέθηκα σε μία μεγαλόπρεπη γιορτή στου επισκόπου Νιούελ Ουίτνυ. Η γιορτή αυτή ήταν κατά την τάξη του Υιού του Θεού – ήταν προσκαλεσμένοι οι χωλοί, οι σακάτηδες και οι τυφλοί, σύμφωνα με τις οδηγίες του Σωτήρα [βλέπε Κατά Λουκάν 14:12–13]. …Η συντροφιά ήταν μεγάλη και προτού συμμετάσχουμε [στο δείπνο] τραγουδήσαμε μερικά τραγούδια της Σιών. Και οι καρδιές μας ήταν περιχαρείς για την πρόγευση από τις χαρές εκείνες που θα εκχυθούν επί των κεφαλών των Αγίων όταν συναιθροιστούν στο Όρος Σιών, για να απολαύσουν αιώνια την κοινωνία του ενός με τον άλλο, δηλαδή όλες τις ευλογίες των ουρανών, όπου δεν θα βρεθεί άνθρωπος να μας πειράζει ή να μας κάνει να φοβηθούμε»10.

Η αδελφή Πρισέντια Χάντινγκτον Μπιούελ προσπάθησε να επισκεφθεί τον Τζόζεφ Σμιθ όταν ήταν φυλακισμένος στη φνλακήΛίμπερτν το 1839, όμως ο δεσμοφύλακας την έδιωξε. Ο Προφήτης τής έγραψε αργότερα: «Ω πόσο θα χαιρόμασταν να βλέπαμε τους φίλους μας! Θα χαροποιούσε την καρδιά μου, αν είχα το προνόμιο να συζητήσω μαζί σας, όμως το χέρι της τυραννίας είναι επάνω μας. …Θέλω να γνωρίζετε [ο σύζυγός σας] κι εσείς ότι είμαι αληθινός φίλος σας. …Δεν υπάρχουν λόγια να εκφράσουν την ανείπωτη χαρά που αισθάνεται ένας άνθρωπος, κλεισμένος στους τοίχους μιας φυλακής επί πέντε μήνες, όταν βλέπει το πρόσωπο κάποιου φίλου. Νομίζω ότι η καρδιά μου θα είναι πάντα στοργικότερη μετά από αυτό, από όσο ήταν προηγουμένως. Η καρδιά μου αιμορραγεί ακατάπαυστα όταν συλλογίζομαι τη δυστυχία της Εκκλησίας. Ω και να μπορούσα να βρίσκομαι μαζί τους! Δε θα οπισθοχωρούσα φοβούμενος από το μόχθο και τις κακουχίες, αν ήταν να τους δώσω ανακούφιση και παρηγοριά. Θέλω για άλλη μια φορά την ευλογία να υψώσω τη φωνή μου ανάμεσα στους Αγίους. Θα προσφέρω αφειδώς την ψυχή μου στον Θεό για να τους διδάξω»11.

Μιλώντας στη Ναβού του Ιλλινόις, όπου είχαν φθάσει πολλά μέλη της Εκκλησίας με τα λιγοστά τους υπάρχοντα, ο Προφήτης δίδαξε: «Θα πρέπει να καλλιεργούμε τη συμπόνια για τους βασανισμένους ανάμεσά μας. Εάν υπάρχει κάποιος τόπος στη γη, όπου θα έπρεπε οι άνθρωποι να καλλιεργούν το πνεύμα και να ρίχνουν το λάδι και το κρασί στον κόρφο του βασανισμένου, είναι σε τούτο εδώ τον τόπο· και αυτό το πνεύμα εκδηλώνεται εδώ’ και μολονότι [κάποιος] μπορεί να είναι άγνωστος και βασανισμένος όταν φθάνει εδώ, βρίσκει έναν αδελφό και ένα φίλο πρόθυμο να χορηγήσει για τα αναγκαία της ζωής του.

»Θα το θεωρούσα ως μία από τις μεγαλύτερες ευλογίες, αν επρόκειτο να γνωρίσω βάσανα σε τούτο τον κόσμο, να τοποθετηθώ από τη μοίρα εκεί όπου μπορώ να βρω αδελφούς και φίλους γύρω μου»12.

Ο Τζωρτζ Σμιθ, ο εξάδελφος του Προφήτη, θυμόταν: «Κλείνοντας τη συζήτηση, ο Τζόζεφ τύλιξε τα χέρια του γύρω μου και με έσφιξε στην αγκαλιά του και είπε: ‘Τζωρτζ, σε αγαπώ όσο και τη ζωή μου’. Συγκινήθηκα τόσο πολύ, ώστε μόλις που μπορούσα να μιλήσω»13.

Προτεινόμενα για μελέτη και διδασκαλία

Συλλογιστείτε τις ιδέες αυτές καθώς μελετάτε το κεφάλαιο ή καθώς προετοιμάζεστε για να διδάξετε. Για επιπλέον βοήθεια, βλέπε σελίδες vii–xiii.

  • Ξαναδιαβάστε την πρώτη παράγραφο στη σελίδα 499. Κατόπιν γυρίστε στις σελίδες 501-03 και σημειώστε τα στοιχεία του χαρακτήρα που εκτιμούσε ο Τζόζεφ Σμιθ στην Έμμα Σμιθ, τον Χάυρουμ Σμιθ, τον Νιούελ Ουίτνυ και τον Τζόζεφ Νάητ, τον πρεσβύτερο. Γιατί πιστεύετε ότι η φιλία τους, προσέφερε τόση παρηγοριά σε εκείνον σε δύσκολους καιρούς; Με ποιους τρόπους σας υποστήριξαν οι φίλοι, όταν αντιμετωπίζατε αντιξοότητες; Τι μπορούμε να κάνουμε ώστε να στηρίξουμε τους άλλους, όταν βιώνουν δοκιμασίες;

  • Οι περισσότερες από τις ιστορίες αυτού του κεφαλαίου είναι σχετικά με την αξία της αληθινής φιλίας σε δύσκολες στιγμές. Όμως στην παράγραφο που αρχίζει στο τέλος της σελίδας 499, ο Μπέντζαμιν Τζόνσον μιλά για τη φιλική συμπεριφορά του Τζόζεφ Σμιθ σε εποχές ειρήνης. Τι αποκομίζετε από την περιγραφή αυτή; Πώς ωφελούνται οι φιλίες και οι οικογενειακές μας σχέσεις, όταν δαπανούμε χρόνο για να γελάσουμε και να παίξουμε μαζί;

  • Μελετήστε ολόκληρη την τέταρτη παράγραφο στη σελίδα 503. Γιατί νομίζετε ότι ο Τζόζεφ Σμιθ έλεγε ότι η φιλία είναι «μία από τις μέγιστες θεμελιώδεις αρχές του ‘Μορμονισμού’;» Με ποιους τρόπους μπορεί το αποκατεστημένο ευαγγέλιο να βοηθήσει τους ανθρώπους να βλέπουν ο ένας τον άλλο ως φίλοι; Πώς άλλοι Πρόεδροι της Εκκλησίας υπήρξαν παραδείγματα φιλίας με όλους τους ανθρώπους;

  • Διαβάστε ολόκληρη την δεύτερη παράγραφο στη σελίδα 504. Πώς η φιλία είναι σαν να κολλάμε σίδερο στο σίδερο;

  • Διαβάστε την τρίτη παράγραφο της σελίδας 505 και την επόμενη παράγραφο. Σημειώστε την αναφορά «λάδι και κρασί», από την παραβολή του καλού Σαμαρείτη (Κατά Λουκάν 10:34). Ποια είναι μερικά συγκεκριμένα πράγματα που μπορούμε να κάνουμε ώστε να ακολουθήσουμε τη συμβουλή του Προφήτη; Για να ακολουθήσουμε το παράδειγμα του καλού Σαμαρείτη;

Συσχετιζόμενες γραφές: Σαμουήλ Α′ 18:1, Παροιμίες 17:17, Νεφί Β′ 1:30, Μωσία 18:8–10, Άλμα 17:2, Δ&Δ 84:77, 88:133

Σημειώσεις

  1. Επιστολή του Μπέντζαμιν Τζόνσον προς τον Τζωρτζ Γκιμπς, 1903, σελ. 6–8, Benjamin Franklin Johnson, Papers, 1852–1911, Αρχεία Εκκλησίας, Η Εκκλησία του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών, Σωλτ Λέηκ Σί τυ, Γιούτα.

  2. Andrew J. Workman, στο “Recollections of the Prophet Joseph Smith,” Juvenile Instructor, 15 Οκτωβρίου 1892, σελ. 641.

  3. History of the Church, 6:616, εκσυγχρονισμένη στίξη. Από καταχώριση στο ημερολόγιο του Ουίλαρντ Ρίτσαρντς, 27 Ιουνίου 1844, Κάρθατζ, Ιλλινόις.

  4. History of the Church, 5:107–9, εκσυγχρονισμένη ορθογραφία, στίξη και γραφή κεφαλαίων γραμμάτων. Από καταχώριση στο ημερολόγιο του Τζόζεφ Σμιθ, 16 Αυγούστου 1842, κοντά στη Ναβού του Ιλλινόις.

  5. History of the Church, 5:124–25, 127, από καταχώριση στο ημερολόγιο του Τζόζεφ Σμιθ, 23 Αυγούστου 1842, κοντά στη Ναβού του Ιλλινόις. Η καταχώριση αυτή έχει λανθασμένη ημερομηνία 22 Αυγούστου 1842 στο History of the Church.

  6. History of the Church, 5:517. Η πρώτη ομάδα λέξεων σε αγκύλες, στο πρωτότυπο. Από μία ομιλία του Τζόζεφ Σμιθ στις 23 Ιουλίου 1843 στη Ναβού του Ιλλινόις. Αναφέρθηκε από τον Ουίλαρντ Ρίτσαρντς. Βλέπε, επίσης, παράρτημα, σελίδα 611, τμήμα 3.

  7. History of the Church, 6:73. Από μία επιστολή του Τζόζεφ Σμιθ προς τον Τζέιμς Άρλινγκτον, 13 Νοεμβρίου 1843, Ναβού, Ιλλινόις. Το επίθετο του Τζέιμς Μπένετ έχει λανθασμένα γραφτεί “Bennett” στο History of the Church.

  8. History of the Church, 3:293. Εκσυγχρονισμένη στίξη. Από μία επιστολή του Τζόζεφ Σμιθ και άλλων προς τον Έντουαρντ Πάρτριτζ και την Εκκλησία, 20 Μαρτίου 1839, φυλακή Λίμπερτυ, Λίμπερτυ, Μισσούρι.

  9. Υστερόγραφο του Τζόζεφ Σμιθ σε επιστολή του Τζόζεφ Σμιθ και άλλων προς τον Χεζεκάια Πεκ, 31 Αυγούστου 1835, Κίρτλαντ, Οχάιο. Στο “The Book of John Whitmer”, σελ. 80–81, Κοινότητα Αρχείων του Χριστού, Ιντιπέντενς, Μισσούρι. Αντίγραφο του “The Book of John Whitmer”, στα Αρχεία Εκκλησίας.

  10. History of the Church, 2:362–63, από καταχώριση στο ημερολόγιο του Τζόζεφ Σμιθ, 7 Ιανουαρίου 1836, Κίρτλαντ, Οχάιο.

  11. History of the Church, 3:285–86, εκσυγχρονισμένη ορθογραφία. Από μία επιστολή του Τζόζεφ Σμιθ προς την Πρισέντια Χάντινγκτον Μπιούελ, 15 Μαρτίου 1839, φυλακή Λίμπερτυ, Λίμπερτυ, Μισσούρι. Το επίθετο της αδελφής Μπιούελ έχει λανθασμένα γραφτεί “Bull” στο History of the Church.

  12. History of the Church, 5:360–61, εκσυγχρονισμένη στίξη. Από μία ομιλία του Τζόζεφ Σμιθ στις 16 Απριλίου 1843 στη Ναβού του Ιλλινόις. Αναφέρθηκε από τους Ουίλφορντ Γούντροφ και Ουίλαρντ Ρίτσαρντς.

  13. Τζωρτζ Σμιθ, παρατέθηκε στο History of the Church, 5:391. Από το George Smith, “History of George Albert Smith by Himself’, σελ. 1, George Albert Smith, Papers, 1834–75, Αρχεία Εκκλησίας.

Εικόνα
Joseph and Hyrum

Ο Χάυρουμ Σμιθ ήταν μία συνεχής πηγή δύναμης και οτήριξης για τον αδελφό του, Τζόζεφ. «Αδελφέ Χάυρουμ», αναφάνηοε ο Προφήτης, «πόοο αφοοιωμένη καρδιά έχεις!»

Εικόνα
Joseph greeting member

ΠοΜοί Άγιοι φθάνοντας στην αποβάθρα στη Ναβού, θυμούνταν τον Προφήτη Τζόζεφ Σμιθ που ερχόταν να τους προϋπαντήσει καθώς αποβιβάζονταν, καΑασορίζοντάς τους στη νέα πατρίδα τους.