Διδασκαλίες των Προέδρων
Η ζωή και η διακονία τού Λορέντζο Σνόου


Η ζωή και η διακονία τού Λορέντζο Σνόου

Όταν μια μέρα ο 21 ετών Λορέντζο Σνόου ίππευσε το άλογό του και έφυγε από το σπίτι των γονέων του, το 1835, κατευθύνθηκε για το Κολέγιο Όμπερλιν στο Όμπερλιν τού Οχάιο. Δεν ήξερε ότι σε αυτό το σύντομο ταξίδι θα είχε μία εμπειρία που θα άλλαζε την πορεία τής ζωής του.

Κινούμενος έφιππος στον δρόμο στην πόλη κατοικίας του, Μάντσουα τού Οχάιο, συνάντησε έναν άνδρα, ο οποίος ήταν και αυτός έφιππος. Αυτός ο άνδρας, ονόματι Ντέιβιντ Πάτεν, είχε προσφάτως χειροτονηθεί Απόστολος τού Κυρίου Ιησού Χριστού. Επέστρεφε στους Αγίους των Τελευταίων Ημερών στο Κίρτλαντ τού Οχάιο, αφού είχε υπηρετήσει μία ιεραποστολή. Οι δύο άνδρες ταξίδευσαν μαζί για περίπου 50 χιλιόμετρα. Ο Λορέντζο Σνόου αργότερα αφηγήθηκε:

«Η συζήτησή μας στράφηκε στη θρησκεία και τη φιλοσοφία και αφού ήμουν νέος και πολύ μορφωμένος, στην αρχή ήμουν διατεθειμένος να μην πάρω στα σοβαρά τις απόψεις του, ειδικώς αφού δεν έκανε πάντοτε σωστή χρήση τής γραμματικής στην ομιλία του. Όμως, καθώς προχωρούσε με τον σοβαρό και ταπεινό τρόπο του να μού εξηγήσει το σχέδιο σωτηρίας, φαινόταν ότι δεν ήμουν εις θέσιν να αντισταθώ στη γνώση ότι ήταν άνθρωπος τού Θεού και ότι η μαρτυρία του ήταν αληθινή».1

Ο Λορέντζο Σνόου δεν ήταν μέλος τής Εκκλησίας τού Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών, όταν συνάντησε τον Πρεσβύτερο Πάτεν, αλλά ήταν εξοικειωμένος με ορισμένες εκ των διδασκαλιών τής Εκκλησίας. Στην πραγματικότητα, ο Προφήτης Τζόζεφ Σμιθ είχε επισκεφθεί το σπίτι τής οικογένειας Σνόου και η μητέρα και οι αδελφές τού Λορέντζο, Λιονόρα και Ιλάιζα, είχαν βαπτισθεί και επικυρωθεί μέλη τής Εκκλησίας. Εντούτοις, ο Λορέντζο ήταν, όπως είπε «απησχολημένος σε άλλες κατευθύνσεις» τότε και τέτοια πράγματα «έβγαιναν τελείως από το μυαλό [του]».2 Αυτό άρχισε να αλλάζει, όταν μίλησε με τον Πρεσβύτερο Πάτεν. Αναφερόμενος στην εμπειρία, είπε: «Αυτή ήταν η αποφασιστική καμπή στη ζωή μου».3 Περιέγραψε πώς αισθάνθηκε κατά τη διάρκεια τής συζήτησης:

«Ένιωσα κατάνυξη. Προφανώς αυτό το αντελήφθη, διότι σχεδόν το τελευταίο πράγμα που μού είπε, αφού έδωσε τη μαρτυρία του, ήταν ότι θα έπρεπε να πάω προς τον Κύριο, προτού πάω για ύπνο τη νύκτα και να τον ερωτήσω για μένα. Αυτό το έκανα με αποτέλεσμα από την ημέρα που συνάντησα αυτόν τον μεγάλο Απόστολο, όλοι οι στόχοι μου έχουν διευρυνθεί και έχουν γίνει καλύτεροι».

Η «απόλυτη ειλικρίνεια, η σοβαρότητά του και η πνευματική δύναμη»4 τού Πρεσβυτέρου Πάτεν είχαν διαρκή επιρροή επάνω σε έναν νέο άνδρα, ο οποίος κάποτε θα υπηρετούσε ο ίδιος ως Απόστολος. Και αυτή η ήρεμη συζήτηση οδήγησε σε άλλες εμπειρίες που θα προετοίμαζαν τον Λορέντζο Σνόου να γίνει Πρόεδρος τής Εκκλησίας τού Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών, ο εκπρόσωπος τού Θεού επί τής γης.

Μεγαλώνοντας σε ένα σπίτι με πίστη και σκληρή δουλειά

Δύο δυνατές οικογένειες, πλούσιες σε πίστη και θρησκευτική παράδοση, ενώθηκαν, όταν ο Όλιβερ Σνόου νυμφεύθηκε τη Ροζέτα Λιονόρα Πέτιμποουν στις 6 Μαΐου 1800. Ο γαμπρός και η νύφη ήσαν απόγονοι κάποιων πρώτων Ευρωπαίων αποίκων στις Ηνωμένες Πολιτείες—Άγγλοι προσκυνητές, οι οποίοι είχαν διασχίσει τον Ατλαντικό Ωκεανό τον 15ο αιώνα, προκειμένου να διαφύγουν τον θρησκευτικό διωγμό. Ο Όλιβερ και η Ροζέτα πέρασαν τα πρώτα χρόνια τού έγγαμου βίου τους στην πολιτεία τής Μασσαχουσέτης, όπου γεννήθηκαν οι κόρες τους, Λιονόρα Άμπιγκεϊλ και Ιλάιζα Ρόξι. Κατόπιν μετακόμισαν στη Μάντσουα τού Οχάιο, η οποία ήταν τότε ένας εκ των πιο δυτικών αποικισμών στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ήταν η ενδεκάτη οικογένεια που μετακόμισε στην περιοχή. Στη Μάντσουα γεννήθηκαν δύο ακόμη κόρες στην οικογένεια, η Αμάντα Πέρσι και η Μελίσα. Ο Λορέντζο, το πέμπτο παιδί και πρωτότοκος υιός τού Όλιβερ και τής Ροζέτα, γεννήθηκε στη Μάντσουα στις 3 Απριλίου 1814. Κατόπιν ακολούθησαν δύο μικρότερα αδέλφια: Ο Λούκιος Αύγουστος και ο Σάμουελ Πιρς.5

Μέσω των παραδόσεων των οικογενειών τους, ο Όλιβερ και η Ροζέτα δίδαξαν στα παιδιά τους τη σημασία τής πίστεως, τής σκληρής δουλειάς και τής μόρφωσης. Καθώς ανέφεραν ιστορίες για τις δυσκολίες που είχαν υπομείνει, προκειμένου να δημιουργήσουν το σπίτι τους, τα παιδιά τους έμαθαν να υπερνικούν την αποθάρρυνση και να εκτιμούν τις ευλογίες τού Θεού στη ζωή τους. H Ιλάιζα έγραψε: «Μπορούμε στ’ αλήθεια να πούμε για τους γονείς μας ότι η ακεραιότητά τους ήταν άψογη και ήσαν άξιοι εμπιστοσύνης σε όλες τις κοινωνικές σχέσεις και επαγγελματικές συναλλαγές τής ζωής. Και εκπαίδευσαν προσεκτικά τα παιδιά τους να έχουν τις συνήθειες τής εργατικότητας, τής οικονομίας και τής αυστηρής ηθικότητος».6 Ο Λορέντζο εξέφρασε ευγνωμοσύνη που πάντοτε τού φέρονταν με «ενδιαφέρον και τρυφερότητα».7

Καθώς μεγάλωσε ο Λορέντζο, εργαζόταν επιμελώς σε σωματικές και διανοητικές δραστηριότητες. Ο πατέρας του συχνά έλειπε από το σπίτι, υπηρετώντας την κοινότητα «σε δημόσιες υποθέσεις». Κατά την απουσία τού Όλιβερ, ο Λορέντζο, ως μεγαλύτερος υιός, έμενε υπεύθυνος για το αγρόκτημα—μία ευθύνη που έπαιρνε σοβαρά και την έφερνε εις πέρας με επιτυχία. Όταν ο Λορέντζο δεν εργαζόταν, συνήθως διάβαζε. «Το βιβλίο», έλεγε η Ιλάιζα, «ήταν ο συνεχής σύντροφός του».8

Αναπολώντας την αναπτυσσόμενη προσωπικότητα τού Λορέντζο, η Ιλάιζα παρατήρησε: «Από τα πρώτα του παιδικά χρόνια επέδειχνε την ενέργεια και την αποφασιστικότητα τού χαρακτήρα που σημάδεψαν την πρόοδό του καθ’ όλη τη ζωή του».9

Υπερνικώντας την τάση έναντι νεανικών φιλοδοξιών

Ο Όλιβερ και η Ροζέτα Σνόου παρότρυναν την έντιμη μελέτη σχετικά με τη θρησκεία. Επέτρεπαν στα παιδιά τους να μάθουν για διαφορετικές εκκλησίες, ανοίγοντας το σπίτι τους σε «καλούς και ευφυείς ανθρώπους παντός θρησκεύματος». Ακόμη και με αυτήν την παρότρυνση, ο Λορέντζο «έδωσε λίγη ή καθόλου προσοχή στο θέμα τής θρησκείας, τουλάχιστον όχι αρκετά για να θέλει να προσχωρήσει σε κάποια συγκεκριμένη θρησκεία».10 Όνειρό του ήταν να γίνει στρατιωτικός διοικητής και αυτό το όνειρο ήταν δυνατότερο από άλλες επιρροές στη ζωή του «όχι επειδή αγαπούσε τον πόλεμο», έγραψε ο ιστορικός Όρσον Ουίτνυ, αλλά επειδή «τού άρεσε η ιδέα να αποκτήσει τιμή στη στρατιωτική σταδιοδρομία».11 Όμως, σύντομα αντικατέστησε αυτήν τη φιλοδοξία με μία άλλη. Έφυγε από το σπίτι και εγγράφηκε στο κοντινό Κολέγιο Όμπερλιν, ώστε να μπορέσει να ακολουθήσει κολεγιακή εκπαίδευση.12

Καθώς σπούδαζε ο Λορέντζο στο Όμπερλιν, ανέπτυξε ένα νέο ενδιαφέρον για τη θρησκεία. Ακόμη επηρεασμένος από τη συζήτησή του με τον Πρεσβύτερο Πάτεν, δεν συλλογιζόταν μόνον τις διδαχές τού αποκατεστημένου Ευαγγελίου, αλλά τις ανέφερε σε άλλους στο Όμπερλιν—ακόμη και σε αυτούς που σπούδαζαν για να γίνουν ιερείς. Σε ένα γράμμα προς την αδελφή του, Ιλάιζα, που είχε συγκεντρωθεί με τους Αγίους στο Κίρτλαντ, έγραψε: «Ανάμεσα στους ιερείς και τους μελλοντικούς ιερείς είχα αρκετά καλή επιτυχία, σε διαβεβαιώ, στην υποστήριξη τού μορμονισμού. Είναι αλήθεια ότι δεν έχω κάνει πολλούς νεοφώτιστους, όπως και εγώ ο ίδιος δεν είμαι, όμως έχω κάνει ορισμένους εξ αυτών να ομολογήσουν σχεδόν ότι παρατήρησαν κάποια [σοφία] στις διδαχές σας. Να εξαλείψεις την ισχυρή προκατάληψη για τον μορμονισμό από τον νου ενός φοιτητή στο Όμπερλιν είναι κάτι που δεν επιτυγχάνεται εύκολα».

Στο ίδιο αυτό γράμμα, ο Λορέντζο απήντησε σε μία πρόσκληση που είχε λάβει από την Ιλάιζα. Εκείνη είχε κανονίσει να μείνει εκείνος μαζί της στο Κίρτλαντ και να σπουδάσει Εβραϊκά σε μία τάξη που συμπεριελάμβανε τον Προφήτη Τζόζεφ Σμιθ και κάποια μέλη τής Απαρτίας των Δώδεκα Αποστόλων. Είπε: «Είμαι κατευχαριστημένος που μαθαίνω ότι έχεις τόση ευτυχία στο Κίρτλαντ, αν και προς το παρόν δεν είμαι διατεθειμένος να μετακομίσω εκεί όπου είσαι εσύ. Όμως, αν οι ευκαιρίες για να αποκτήσω μόρφωση ήσαν εκεί οι ίδιες, νομίζω ότι σχεδόν θα ήθελα να προσπαθήσω να μετακομίσω εκεί. Επειδή, αν μη τι άλλο, θα μού ήταν πολύ ενδιαφέρον και ίσως θα μπορούσα να επωφεληθώ ακούγοντας να κηρύττονται αυτές οι διδαχές, τις οποίες τόσο πολύ καιρό προσπαθώ να υπερασπισθώ και να υποστηρίξω εδώ στο Όμπερλιν».

Μολονότι ο Λορέντζο εντυπωσιάσθηκε από τις διδαχές τής Εκκλησίας τού Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών, δίσταζε να προσχωρήσει στην Εκκλησία. Όμως, ενδιαφερόταν. Στο γράμμα του προς την Ιλάιζα, έκανε διάφορες ερωτήσεις σχετικά με την Εκκλησία. Είπε ότι οι φοιτητές στο Όμπερλιν, οι οποίοι προετοιμάζονταν να γίνουν ιερείς, χρειάζονταν να «αφιερώσουν επτά χρόνια ή περισσότερα σε δύσκολη μελέτη, προτού τους επιτραπεί να πουν στους ανθρώπους που δεν πίστευαν ότι υπάρχει ένας Θεός στους Ουρανούς, σαν τον δικηγόρο που πρέπει να κατέχει ορισμένα προσόντα, προτού αποκτήσει άδεια να μιλά». Εν αντιθέσει, είπε στην αδελφή του: «Οι άνθρωποί σας, υποθέτω, βασίζονται περισσότερη στη θεία βοήθεια παρά σε αυτά που μπορείς να μάθεις στο κολέγιο, όταν κηρύττουν τις διδαχές σας». Εξέφρασε την επιθυμία να καταλάβει πώς λειτουργεί το Πνεύμα, ερωτώντας αν το Άγιο Πνεύμα μπορεί να απονεμηθεί σε ανθρώπους «αυτής τής εποχής τού κόσμου». Αν μπορούσαν οι άνθρωποι να λάβουν το Άγιο Πνεύμα, ρώτησε «το απονέμει ο Θεός πάντοτε μέσω ενός δεύτερου ατόμου;»13 Με άλλα λόγια, ήθελε να μάθει αν η εξουσία τής ιεροσύνης ήταν απαραίτητη, προκειμένου να λάβει κανείς το Άγιο Πνεύμα.

Ο Λορέντζο εκτιμούσε τις φιλίες και τη μόρφωση που είχε αποκτήσει στο κολέγιο Όμπερλιν, αλλά δυσαρεστείτο ολοένα και περισσότερο με τις θρησκευτικές διδασκαλίες εκεί. Τελικώς, άφησε το κολέγιο και απεδέχθη την πρόσκληση τής αδελφής του να μελετήσει Εβραϊκά στο Κίρτλαντ. Είπε ότι παρακολούθησε την τάξη Εβραϊκών απλώς ούτως ώστε να μπορέσει να προετοιμασθεί για να παρακολουθήσει ένα κολέγιο στις ανατολικές Ηνωμένες Πολιτείες.14 Εντούτοις, η Ιλάιζα παρατήρησε ότι εκτός τού ότι μάθαινε Εβραϊκά, «μάθαινε επίσης πολλά για το παντοτινό Ευαγγέλιο και η καρδιά του διαποτίσθηκε με πίστη σε αυτό».15 Σύντομα, βρήκε τις απαντήσεις σε ερωτήσεις που είχε κάνει στο Κολέγιο Όμπερλιν και τον Ιούνιο τού 1836 βαπτίσθηκε από τον Πρεσβύτερο Τζων Μπόιντον, ένα εκ των αρχικών μελών τής Απαρτίας των Δώδεκα Αποστόλων σε αυτήν τη θεϊκή νομή. Επικυρώθηκε επίσης μέλος τής Εκκλησίας τού Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών.

Περίπου δύο εβδομάδες αργότερα, ένας φίλος τον ρώτησε: «Αδελφέ Σνόου, έλαβες το Άγιο Πνεύμα αφού βαπτίσθηκες;» Ενθυμείτο: «Αυτή η ερώτηση σχεδόν με γέμισε με σύγχυση και απογοήτευση. Γεγονός ήταν ότι, ενώ ίσως είχα λάβει όλα όσα χρειαζόμουν, δεν είχα λάβει αυτό το οποίο προσδοκούσα»—δηλαδή αν και είχε επικυρωθεί, δεν είχε λάβει μία ειδική φανέρωση τού Αγίου Πνεύματος. «Αισθάνθηκα δυσαρεστημένος», είπε, «όχι με αυτό που είχα κάνει, αλλά με τον εαυτό μου. Με αυτό το αίσθημα, αποσύρθηκα το βράδυ σε ένα μέρος όπου συνήθιζα να προσφέρω τις προσευχές μου προς τον Κύριο». Γονάτισε για να προσευχηθεί και αμέσως έλαβε μία απάντηση στις προσευχές του. «Αυτό ποτέ δεν θα σβηστεί από τη μνήμη μου όσο αντέχει η μνήμη μου», δήλωσε αργότερα. «… Έλαβα τέλεια γνώση ότι υπάρχει Θεός, ότι ο Ιησούς, ο οποίος πέθανε επάνω στον Γολγοθά, ήταν Υιός Του και ότι ο Τζόζεφ, ο Προφήτης, είχε λάβει την εξουσία, την οποίαν ισχυριζόταν ότι είχε. Καμία γλώσσα δεν μπορεί να εκφράσει την ικανοποίηση και τη δόξα αυτής τής φανέρωσης! Επέστρεψα σπίτι μου. Μπορούσα τώρα να καταθέσω μαρτυρία σε όλον τον κόσμο ότι ήξερα, με βέβαιη γνώση, ότι το Ευαγγέλιο τού Υιού τού Θεού είχε αποκατασταθεί και ότι ο Τζόζεφ ήταν Προφήτης τού Θεού, εξουσιοδοτημένος να μιλά εν ονόματί Του».16

Ενδυναμωμένος από αυτήν την εμπειρία, ο Λορέντζο προετοιμάσθηκε να γίνει ιεραπόστολος. Όπως είπε η αδελφή του, Ιλάιζα, η μεταστροφή του τον οδήγησε σε αλλαγή στόχων και «άνοιξε έναν νέο κόσμο μπροστά του». Παρατήρησε: «Αντί επίγειας στρατιωτικής φήμης, τώρα εισήλθε στην αρένα, για να γίνει πρωταθλητής με τις δυνάμεις των ουρανών».17

Αντιμετώπιση δυσκολιών ως πλήρους απασχόλησης ιεραπόστολος

Ο Λορέντζο Σνόου άρχισε την ιεραποστολική του υπηρέτηση στην πολιτεία τού Οχάιο την άνοιξη τού 1837. Όπως η απόφασή του να προσχωρήσει στην Εκκλησία, η απόφασή του να υπηρετήσει ως πλήρους απασχόλησης ιεραπόστολος απαιτούσε από εκείνον να αλλάξει τις απόψεις και τα σχέδιά του. Έγραψε στο ημερολόγιό του: «Το έτος 1837, εγκατέλειψα εντελώς όλες τις αγαπημένες μου ιδέες».18 Άφησε το σχέδιό του να ακολουθήσει «κλασική παιδεία» σε ένα κολέγιο στις ανατολικές Ηνωμένες Πολιτείες.19 Συμφώνησε επίσης να ταξιδεύσει χωρίς ταγάρι και χωρίς ζώνη—με άλλα λόγια να πάει χωρίς χρήματα, βασιζόμενος στην καλοσύνη των άλλων να παράσχουν φαγητό και στέγη. Αυτό ήταν ιδιαιτέρως δύσκολο για εκείνον, επειδή στα νιάτα του πάντοτε έκρινε ότι ήταν σημαντικό να προσπορίζεται τα αναγκαία, χρησιμοποιώντας χρήματα που είχε βοηθήσει τον πατέρα του να κερδίσει στο οικογενειακό αγρόκτημα. Είπε: «Δεν ήμουν συνηθισμένος να εξαρτώμαι από κανέναν για φαγητό ή στέγη. Αν επρόκειτο να ταξιδεύσω σε οιανδήποτε απόσταση, ο πατέρας μου βεβαιωνόταν ότι ξεκινούσα με πολλά χρήματα για τα έξοδά μου. Και τώρα, να πάω και να ζητήσω κάτι να φάω και ένα μέρος να γείρω την κεφαλή μου, ήταν πολύ δύσκολο για εμένα, τόσο διαφορετικό από την προηγούμενη εμπειρία μου».20 «Απεφάσισε να το κάνει», αλλά μόνον επειδή έλαβε «βέβαιη γνώση ότι το απαιτούσε ο Θεός».21

Ορισμένοι εκ των θείων [ανδρών και γυναικών], εξαδέλφων και φίλων τού Πρεσβυτέρου Σνόου παρευρέθησαν στις πρώτες συγκεντρώσεις που διηύθυνε ως ιεραπόστολος. Ενθυμούμενος την πρώτη φορά που κήρυξε, είπε: «Ήμουν αρκετά ντροπαλός τότε και… ήταν πολύ δύσκολο για εμένα να σηκωθώ εκεί και να κηρύξω στους συγγενείς και τους γείτονές μου, οι οποίοι είχαν έλθει. Θυμάμαι ότι προσευχόμουν σχεδόν όλη την ημέρα πριν από τη νύκτα που έπρεπε να μιλήσω. Πήγα έξω μόνος μου και ζήτησα από τον Κύριο να μού δώσει κάτι να πω. Η θεία μου μού είπε κατόπιν ότι σχεδόν έτρεμε, όταν με είδε να σηκώνομαι για να μιλήσω, αλλά άνοιξα το στόμα μου και τι είπα, δεν ξέρω, αλλά η θεία μου είπε ότι μίλησα καλά για περίπου τρία τέταρτα τής ώρας».22 Με ευγνωμοσύνη εκείνος ενθυμείτο: «Πίστεψα και αισθάνθηκα τη διαβεβαίωση ότι το Πνεύμα τής εμπνεύσεως θα με παρακινούσε και θα μου έδιδε ευφράδεια. Είχα επιδιώξει με προσευχή και νηστεία—είχα ταπεινωθεί ενώπιον τού Κυρίου, καλώντας Τον σε δυνατή προσευχή να μού δώσει τη δύναμη και την έμπνευση τής αγίας Ιεροσύνης. Και όταν στάθηκα ενώπιον τού εκκλησιάσματος, αν και δεν ήξερα ούτε λέξη που θα μπορούσα να πω, μόλις άνοιξα το στόμα μου για να μιλήσω, το Άγιο Πνεύμα με γέμισε, γεμίζοντας τον νου μου με φως και τη διαβίβαση ιδεών και σωστής γλώσσας που θα μπορούσα να χρησιμοποιήσω, για να τους πω».23 Μέχρι να φύγει από την περιοχή, είχε βαπτίσει και επικυρώσει έναν θείο, μία θεία, αρκετά εξαδέλφια και λίγους φίλους.24

Έχοντας διαδώσει το Ευαγγέλιο στην οικογένεια και τους φίλους του, ο Πρεσβύτερος Σνόου συνέχισε το ιεραποστολικό έργο του σε άλλες πόλεις και κωμοπόλεις, υπηρετώντας περίπου για ένα έτος. Ανέφερε: «Ενώ ήμουν σε αυτήν την ιεραποστολή, ταξίδευσα σε διάφορα μέρη τής Πολιτείας τού Οχάιο και κατά τον καιρό αυτό βάπτισα πολλά άτομα, τα οποία έχουν παραμείνει πιστά στην αλήθεια».25

Ο Λορέντζο Σνόου δεν είχε γυρίσει καλά-καλά σπίτι από την πρώτη αυτή ιεραποστολή, όταν ένιωσε την επιθυμία να κηρύξει το Ευαγγέλιο ξανά. «Το πνεύμα τής ιεραποστολικής μου κλήσεως ήταν τόσο δυνατό στον νου μου», είπε, «που ήθελα να επιστρέψω επί το έργον».26 Αυτήν τη φορά κήρυξε το αποκατεστημένο Ευαγγέλιο στις πολιτείες τού Μιζούρι, τού Κεντάκι και τού Ιλινόι και ξανά στο Οχάιο.

Ορισμένοι ήταν εχθρικοί απέναντι στον Πρεσβύτερο Σνόου και το μήνυμα που εκείνος μοιραζόταν. Για παράδειγμα, μίλησε για μία εμπειρία που είχε στο Κεντάκι, όταν μία ομάδα ανθρώπων συγκεντρώθηκε στο σπίτι κάποιου, για να τον ακούσουν να κηρύττει. Αφού κήρυξε, έμαθε ότι ορισμένοι εκ των ανθρώπων σχεδίαζαν να τού επιτεθούν μόλις έφευγε. Ενθυμείτο ότι «μέσα στο στρίμωγμα τού πλήθους» στο σπίτι, ένας εκ των ανδρών «κατά λάθος έφερε το χέρι του σε επαφή με μία από τις τσέπες μου στο κάτω μέρος από το πανωφόρι μου, κάτι που ξαφνικά τον έκανε να ανησυχήσει». Έχοντας αισθανθεί κάτι σκληρό στην τσέπη τού Πρεσβυτέρου Σνόου, αμέσως προειδοποίησε τους φίλους του ότι ο ιεραπόστολος ήταν οπλισμένος με πιστόλι. Ο Πρεσβύτερος Σνόου έγραψε αργότερα: «Αυτό ήταν αρκετό—αυτοί που ήθελαν να γίνουν παράνομοι εγκατέλειψαν τα πονηρά τους σχέδια». Με κάποια θυμηδία, ο Πρεσβύτερος Σνόου προσέθεσε: «Το υποτιθέμενο πιστόλι, το οποίο προκάλεσε την ανησυχία και την προστασία μου, ήταν η Βίβλος τσέπης, ένα πολύτιμο δώρο σε εμένα από τον αγαπημένο μου Πατριάρχη, τον πατέρα Τζόζεφ Σμιθ [τον πρεσβύτερο]».27

Άλλοι άνθρωποι καλωσόριζαν τον Πρεσβύτερο Σνόου και ασπάζονταν το μήνυμα που εκείνος μοιραζόταν. Σε έναν αποικισμό στο Μιζούρι, δίδαξε πέντε ανθρώπους, οι οποίοι βαπτίσθηκαν στα μέσα τού χειμώνα. Ο Πρεσβύτερος Σνόου και άλλοι έπρεπε να κόψουν τον πάγο από έναν ποταμό, ώστε να μπορέσει εκείνος να τελέσει τη διάταξη. Παρά το κρύο, ορισμένοι εκ των νεοφώτιστων «βγήκαν από το νερό, χειροκροτώντας και δοξάζοντας τον Θεό».28

Οι δύο πρώτες ιεραποστολές τού Πρεσβυτέρου Σνόου κάλυψαν μία περίοδο από την άνοιξη τού 1837 μέχρι τον Μάιο τού 1840. Αποσπάσματα από τα γράμματά του χαρακτηρίζουν αυτόν τον καιρό στην υπηρεσία τού Κυρίου: «Πέρασα το υπόλοιπο τού χειμώνα [τού 1838–1839] ταξιδεύοντας και κηρύττοντας… με ποικίλη επιτυχία και αντιμετώπιση—μερικές φορές με δέχθηκαν με τους πιο ευγενείς τρόπους και με άκουσαν με έντονο ενδιαφέρον και, άλλοτε, με κακομεταχειρίσθηκαν και με προσέβαλαν, αλλά σε καμία περίπτωση δεν μου φέρθηκαν χειρότερα απ’ ό,τι φέρθηκαν στον Ιησού, τον οποίον διατρανώνω ότι ακολουθώ».29 «Όταν τώρα αναπολώ τις σκηνές τις οποίες πέρασα… εκπλήσσομαι και με κάνουν να μένω κατάπληκτος».30 «Ο Κύριος ήταν μαζί μου και ευλογήθηκα σε μεγάλο βαθμό, ενώ επιτελούσα το δύσκολο έργο».31

Ιεραποστολή στην Αγγλία

Στις αρχές Μαΐου 1840, ο Λορέντζο Σνόου πήγε στους Αγίους στη Ναβού τού Ιλινόι, αλλά δεν έμεινε εκεί πολύ καιρό. Εκλήθη να διασχίσει τον Ατλαντικό Ωκεανό και να υπηρετήσει μία ιεραποστολή στην Αγγλία και άφησε τη Ναβού τον ίδιο μήνα. Προτού φύγει, αφιέρωσε χρόνο για να επισκεφθεί τις οικογένειες ορισμένων εκ των εννέα Αποστόλων, οι οποίοι υπηρετούσαν ήδη στην Αγγλία.

Όταν επισκέφθηκε την οικογένεια τού Μπρίγκαμ Γιανγκ, είδε ότι το ξυλόσπιτό τους δεν είχε υλικό που χρησιμοποιείται για να καλύπτει οπές, προκειμένου να στεγανοποιήσει τα κενά μεταξύ των ξύλων, αφήνοντάς τους «εκτεθειμένους στους ανέμους και τις καταιγίδες». Η αδελφή Γιανγκ ήταν κουρασμένη, επειδή είχε μόλις επιστρέψει από μία άκαρπη αναζήτηση τής οικογενειακής αγελάδος. Παρά τις δύσκολες συνθήκες ζωής της, είπε στον Πρεσβύτερο Σνόου: «Βλέπεις την κατάστασή μου, αλλά πες του [στον άνδρα μου] να μην προβληματίζεται ούτε να ανησυχεί ούτε κατά το ελάχιστο για εμένα—επιθυμώ να παραμείνει στο πεδίο τού έργου του έως ότου απαλλαγεί των καθηκόντων του με τιμή». Εντυπωσιασμένος από την «υπερβολικώς πτωχή κατάσταση» τής αδελφή Γιανγκ, ο Πρεσβύτερος Σνόου ήθελε να βοηθήσει: «Είχα μόνον λίγα χρήματα—ούτε καν αρκετά να με πάνε στο ένα ένατο τής αποστάσεως από το πεδίο τού έργου μου, με καμία προοπτική να αποκτήσω τα υπόλοιπα χρήματα που χρειαζόμουν, και ήμουν τότε την προηγούμενη νύκτα προτού ξεκινήσω. Έβγαλα από την τσέπη μου ένα μέρος τού μικρού ποσού χρημάτων μου… αλλά ηρνήθη να το αποδεχθεί. Ενώ επέμενα σθεναρώς να πάρει τα χρήματα και εκείνη συνεχώς ηρνείτο—εν μέρει σκοπίμως και εν μέρει τυχαίως, τα χρήματα έπεσαν στο πάτωμα και έπεσαν με θόρυβο μέσα στα ανοίγματα, μεταξύ των χαλαρών σανίδων, πράγμα το οποίο διευθέτησε τη διαφωνία μας και αποχαιρετώντας την, την άφησα να τα μαζέψει με την άνεσή της».32

Από το Ιλινόι, ο Πρεσβύτερος Σνόου ταξίδευσε στη Νέα Υόρκη, όπου επιβιβάσθηκε σε πλοίο, για να διασχίσει εν πλω τον Ατλαντικό Ωκεανό. Στο ταξίδι των 42 ημερών, τρεις σφοδρές καταιγίδες έπληξαν το πλοίο. Περιστοιχισμένος από φοβισμένους συνταξιδιώτες που έκλαιγαν, ο Πρεσβύτερος Σνόου παρέμεινε ήρεμος, έχοντας εμπιστοσύνη ότι ο Θεός θα τον προστάτευε. Όταν το πλοίο ελλιμενίσθηκε στο Λίβερπουλ τής Αγγλίας, η καρδιά τού Πρεσβυτέρου Σνόου ήταν «γεμάτη από τη μεγαλύτερη ευγνωμοσύνη προς Εκείνον, ο οποίος διατηρεί και συντηρεί όσους καλεί και στέλνει ως διακονούντες τη σωτηρία στα έθνη τής γης».33

Αφού υπηρέτησε ως ιεραπόστολος στην Αγγλία για περίπου τέσσερις μήνες, ο Πρεσβύτερος Σνόου έλαβε μία επιπρόσθετη ευθύνη. Ορίσθηκε να υπηρετήσει ως πρόεδρος τής Συνελεύσεως τού Λονδίνου, μία κλήση παρόμοια με εκείνη τού προέδρου περιφερείας σήμερα. Συνέχισε να κηρύττει το Ευαγγέλιο και επίσης επέβλεπε το έργο των ηγετών τής ιεροσύνης, όπως προέδρους κλάδου, στην περιοχή. Καθώς υπηρετούσε σε αυτήν την ηγετική θέση, συχνά έδιδε αναφορά στον Πρεσβύτερο Πάρλυ Πρατ, ένα μέλος τής Απαρτίας των Δώδεκα και στον πρόεδρο τής ιεραποστολής. Έγραψε για πολλούς ανθρώπους που «ρωτούσαν πώς να αποκτήσουν σωτηρία», για μία αίθουσα «τόσο γεμάτη που δεν χωρούσαν όλοι» για μία συγκέντρωση Κυριακής και για «την ευχαρίστηση να βαπτίσει [νεοφώτιστους] στο ποίμνιο τού Κυρίου και Σωτήρος μας Ιησού Χριστού». Ενθουσιασμένος και αισιόδοξος για το έργο, είπε: «Αν και περιστοιχισμένη από δεσποτική ανομία πάσης περιγραφής, η Σιών αρχίζει να ξεπροβάλει και ευελπιστώ ότι οσονούπω θα γίνει ένα λυχνάρι που θα φέγγει σε αυτήν την πόλη».34

Η Συνέλευση τού Λονδίνου βίωσε σημαντική αύξηση με τον Πρεσβύτερο Σνόου ως πρόεδρο. Ενώ ο Πρεσβύτερος Σνόου χαιρόταν με αυτήν την επιτυχία, αγωνιζόταν επίσης με τις ευθύνες τής ηγεσίας. Σε ένα γράμμα προς τον Πρεσβύτερο Χίμπερ Κίμπαλ τής Απαρτίας των Δώδεκα, ανεγνώρισε ότι αυτές οι δυσκολίες τον είχαν οδηγήσει να «χειρισθεί τις ευθύνες τής ηγεσίας του με διαφορετικό τρόπο απ’ ό,τι στο παρελθόν».35 Είπε στον Πρεσβύτερο Κίμπαλ: «Εσύ και ο Πρεσβύτερος [Ουίλφορντ] Γούντροφ είπατε ότι θα αποδεικνυόταν ένα σχολείο εμπειριών, πράγμα που είναι ήδη γεγονός. …Από τότε που ήλθα εδώ, κάτι καινούργιο συνεχώς εμφανίζεται ανάμεσα στους Αγίους. Πριν καλά-καλά τελειώσει κάτι, ένα άλλο ανακύπτει». Ανέφερε μία αλήθεια που είχε μάθει γρήγορα στις νέες του ευθύνες: «Δεν θα μπορούσα να αντιμετωπίσω τις δυσκολίες, [εκτός και αν] ο Θεός με βοηθούσε πάρα πολύ».36 Εξέφρασε παρόμοιο συναίσθημα σε ένα γράμμα προς τον Πρεσβύτερο Τζωρτζ A. Σμιθ τής Απαρτίας των Δώδεκα: «Αυτό το λίγο που έχω κάνει δεν είναι από εμένα αλλά από τον Θεό. Ένα πράγμα έχω μάθει πλήρως στην εμπειρία μου, ενώ προσπαθώ να μεγαλύνω τη θέση μου ως διδασκάλου στον Ισραήλ, δηλαδή ότι από μόνος μου δεν μπορώ να ξέρω ούτε να κάνω τίποτε: Βλέπω επίσης καθαρά ότι κανένας Άγιος δεν μπορεί να ευημερήσει, αν δεν είναι υπάκουος στις οδηγίες και τις συμβουλές αυτών που έχουν κληθεί να προεδρεύουν στην Εκκλησία. Είμαι πεπεισμένος ότι όσο τηρώ τους νόμους του, ο Κύριος, ο Θεός, θα με στηρίζει και θα με υποστηρίζει στη θέση μου. …Όσο βαδίζω με ταπεινότητα ενώπιόν του, θα μού δώσει δύναμη να παράσχω και να λαμβάνω συμβουλές με χρηστότητα και πνεύμα αποκαλύψεως».37

Εκτός τού ότι κήρυττε το Ευαγγέλιο και υπηρετούσε ως πρόεδρος τής Συνελεύσεως τού Λονδίνου, ο Πρεσβύτερος Σνόου έγραψε ένα θρησκευτικό φυλλάδιο, για να βοηθήσει τους ιεραποστόλους να εξηγήσουν το αποκατεστημένο Ευαγγέλιο. Το φυλλάδιο αυτό, που ονομάζεται The Only Way to Be Saved [Ο μόνος τρόπος να σωθούμε], μεταφράσθηκε αργότερα σε διάφορες γλώσσες και χρησιμοποιήθηκε σε όλο το δεύτερο μισό τού 19ου αιώνα.

Ο Πρεσβύτερος Σνόου υπηρέτησε στην Αγγλία μέχρι τον Ιανουάριο τού 1843. Προτού φύγει, εκπλήρωσε μία ανάθεση που είχε λάβει από τον Πρόεδρο Μπρίγκαμ Γιανγκ. Στο περιθώριο μίας σελίδας στο ημερολόγιό του, έγραψε τη μοναδική αναφορά αυτής τής αναθέσεως: «Παρεδόθησαν δύο Βιβλία τού Μόρμον στη Βασίλισσα Βικτώρια και τον Πρίγκιπα Αλβέρτο κατόπιν αιτήματος τού Προέδρου Μπ. Γιανγκ».38

Όταν ο Πρεσβύτερος Σνόου έφυγε από την Αγγλία, ηγείτο μίας ομάδας Βρετανών Αγίων των Τελευταίων Ημερών που μετανάστευαν στη Ναβού. Έγραφε στο ημερολόγιό του: «Ήμουν υπεύθυνος για μία ομάδα διακοσίων πενήντα, πολλοί εκ των οποίων ήταν στενοί φίλοι μου που είχαν εισέλθει στη διαθήκη ως αποτέλεσμα τής διδασκαλίας μου. Η κατάσταση στην οποίαν ήμουν τώρα να διασχίζω πίσω τον ωκεανό, περιστοιχισμένος από φίλους, ήταν αξιοζήλευτη εν συγκρίσει με το μοναχικό ταξίδι που έκανα πριν από δυόμισι χρόνια».39 Οι εμπειρίες τού Πρεσβυτέρου Σνόου στο πλοίο Swanton έδειξαν τις ηγετικές του ικανότητες και την πίστη του στον Θεό. Η ακόλουθη αφήγηση έχει ληφθεί από το ημερολόγιό του:

«Κάλεσα [τους Αγίους] μαζί και κοινή συναινέσει σχημάτισα ομάδες και μικρότερες ομάδες, διορίζοντας κατάλληλους ηγέτες σε καθεμία, και καθόρισα κανόνες για τη διοίκηση τής ομάδος. Βρήκα ότι υπήρχαν αρκετοί αρχιερείς και κάπου τριάντα πρεσβύτεροι ανάμεσά μας και, γνωρίζοντας τη φυσική επιθυμία ότι πολλοί πρεσβύτεροι πρέπει να κάνουν έστω και κάτι μικρό διά τού οποίου να μπορούν να διακριθούν λίγο και αν αυτό δεν μπορεί να γίνει έτσι, πρέπει να γίνει αλλιώς, ως εκ τούτου συμπέρανα ότι θα ήταν καλύτερα αν εγώ ο ίδιος κανόνιζα πώς θα έπρεπε να φέρονται. Ως αποτέλεσμα, διόρισα όσους περισσότερους μπόρεσα στη μία ή την άλλη ανάθεση και τους κατέστησα όλους υπευθύνους. Ολόκληρη η ομάδα συναθροιζόταν κάθε βράδυ κατά την εβδομάδα [για] προσευχές. Είχαμε κήρυγμα δύο φορές την εβδομάδα, συγκεντρώσεις την Κυριακή και μετάληψη.

»Ο πλοίαρχός μας, με τον οποίον επιθυμούσα να αναπτύξω μία καλή φιλία, φαινόταν πολύ απόμακρος και επιφυλακτικός. …Μπορούσα εύκολα να αντιληφθώ ότι ήταν προκατειλημμένος εναντίον μας.—Ήμαστε έξω στη θάλασσα περίπου δύο εβδομάδες, κατά τη διάρκεια των οποίων τίποτε πολύ σοβαρό δεν συνέβη από αυτά που συμβαίνουν συνήθως στη θάλασσα, όταν συνέβη το ακόλουθο γεγονός.

»Ο θαλαμηπόλος τού πλοιάρχου, ένας νέος Γερμανός, είχε ένα ατύχημα που απείλησε τη ζωή του. Ων πολύ ενάρετος, σοβαρός και αξιόπιστος νέος άνδρας και έχοντας εργασθεί με τον πλοίαρχο [σε] διάφορα ταξίδια, είχε επιτύχει να κερδίσει τη συμπάθεια τού πλοιάρχου, των αξιωματικών και τού πληρώματος. Οι Άγιοι επίσης είχαν συνδεθεί στενά μαζί του. Εξαιτίας αυτού, η πιθανότητα να πεθάνει… προκάλεσε μεγάλη αίσθηση λύπης και θλίψεως σε όλο το πλοίο.

»Είχε αιμορραγία από το στόμα του, συνοδευόμενη από σοβαρές μυϊκές συσπάσεις και σπασμούς. Εντέλει, αφού προσπάθησαν διάφορες θεραπείες χωρίς αποτέλεσμα, όλοι οι ελπίδες για τη ζωή του εγκαταλείφθηκαν. Ο πλοίαρχος ζήτησε από τους ναύτες, προτού αυτοί αποσυρθούν στα κρεβάτια τους, να πάνε στην καμπίνα ένας-ένας, για να τον αποχαιρετίσουν, πράγμα που κατά συνέπεια έγινε χωρίς την ελαχίστη προσδοκία να τον δουν ζωντανό το επόμενο πρωί. Πολλά μάτια ήσαν υγρά με δάκρυα καθώς επέστρεφαν από την καμπίνα.

»Η αδελφή Μάρτιν [μία από τις Αγίες των Τελευταίων Ημερών στο πλοίο], ενώ καθόταν μόνη της στο προσκέφαλό του, τού εξέφρασε την επιθυμία της να κληθώ εγώ και να χορηγήσω μία ευλογία ιεροσύνης σε εκείνον και ίσως θα μπορούσε να θεραπευθεί. Έδωσε τη συγκατάθεσή του χαρωπά γι’ αυτό. Κοιμόμουν στην κουκέτα μου, όταν ήλθε το μήνυμα και ήταν περίπου δώδεκα η ώρα τη νύκτα. Εγέρθηκα αμέσως και πήγα στην καμπίνα [και] στον δρόμο συνάντησα τον ύπαρχο, ο οποίος είχε πάει μόλις να τον δει. Μόλις με προσπέρασε, συνάντησε τον αδελφό Στέινς και τού επεσήμανε ότι ο κος Σνόου επρόκειτο να πάει μέσα, για χειροθεσία στον θαλαμηπόλο. ‘Όμως’, είπε εκείνος (με φωνή γεμάτη λύπη), ‘τίποτε δεν ωφελεί‧ όλα τελείωσαν με τον καημένο τον φιλαράκο τώρα’. ‘Α’, είπε ο Πρεσβύτερος Στέινς, ‘ο Κύριος μπορεί να τον θεραπεύσει μέσω χειροθεσίας’. ‘…Νομίζετε;’ αποκρίθηκε ο ναύτης με την απλότητα τής καρδιάς του.

»Καθώς περπατούσα, συνάντησα τον πλοίαρχο στην πόρτα τής καμπίνας, ο οποίος φαινόταν ότι έκλαιγε. ‘Χαίρομαι που ήλθατε, κύριε Σνόου’, είπε, ‘αν και δεν ωφελεί, διότι σύντομα ο θαλαμηπόλος θα πεθάνει’. Μπήκα στο δωμάτιό του και κάθισα δίπλα στο κρεβάτι του. Η αναπνοή του ήταν πολύ μειωμένη και έμοιαζε σαν έναν άνθρωπο που πέθαινε. Δεν μπορούσε να μιλήσει δυνατά, αλλά έδειξε την επιθυμία του ότι ήθελε να τού χορηγήσω ευλογία. Φαινόταν ότι είχε μία σύζυγο και δύο παιδιά στο Αμβούργο τής Γερμανίας που βασίζονταν σε εκείνον για τη συντήρησή τους. Φαινόταν πολύ προβληματισμένος γι’ αυτούς.

»Έθεσα τα χέρια μου επάνω στο κεφάλι του και πριν καλά-καλά ολοκληρώσω την ευλογία, σηκώθηκε σε θέση καθήμενου, χτύπησε τα χέρια του μαζί, δοξάζοντας τον Κύριο που θεραπεύθηκε. Λίγο μετά από αυτό, σηκώθηκε από το κρεβάτι του [και] βγήκε από την καμπίνα και περπάτησε στο κατάστρωμα.

»Το επόμενο πρωί όλοι ήσαν κατάπληκτοι που είδαν τον θαλαμηπόλο ζωντανό και έκπληκτοι που τον είδαν εις θέσιν να κάνει τη δουλειά του ως συνήθως. Καθένας από τους ναύτες ισχυρίσθηκαν ότι ήταν θαύμα. Οι Άγιοι το γνώριζαν αυτό, αγαλλίαζαν και δόξαζαν τον Κύριο. Ο πλοίαρχος το πίστεψε σθεναρώς και ένιωσε βαθιά ευγνώμων και η καρδιά του έγινε συνυφασμένη με τη δική μας έκτοτε. Μας έκανε κάθε χάρη και ειδική παραχώρηση που ήταν στο χέρι του να μας δώσει και συνεχώς ανησυχούσε για τις ανάγκες και τις επιθυμίες μας, παρευρισκόταν σε όλες τις συγκεντρώσεις μας, αγόρασε και διάβασε τα βιβλία μας. Οι ναύτες επίσης έκαναν το ίδιο και όταν τους άφησα στη Νέα Ορλεάνη [Λουιζιάνα], μού υποσχέθηκαν ότι θα βαπτίζονταν. Έλαβα ένα γράμμα περίπου έναν χρόνο αργότερα από τον ύπαρχο, ο οποίος με πληροφόρησε ότι είχαν… εκπληρώσει την υπόσχεσή τους. Ο πλοίαρχος επίσης δήλωσε την πρόθεσή του να δεχθεί το Ευαγγέλιο κάποια στιγμή στο μέλλον και να ζήσει με τους Αγίους. Ο θαλαμηπόλος βαπτίσθηκε, όταν φθάσαμε στη Νέα Ορλεάνη και όταν χωρίζαμε, μού έκανε ένα δώρο, τη Βίβλο, την οποίαν τώρα φυλάω».40

Ο Πρεσβύτερος Σνόου έγραψε: «Κάμποσοι από τους ναύτες έκλαιγαν, όταν αφήσαμε το Swanton για τα καλά. Στην πραγματικότητα, όλοι μας είχαμε θερμά συναισθήματα».41 Από τη Νέα Ορλεάνη, ο Πρεσβύτερος Σνόου και οι έτεροι Άγιοι επιβιβάσθηκαν σε οχηματαγωγό πλοίο και ταξίδευσαν έως τον ποταμό Μισσισσιππή. Αφίχθησαν στη Ναβού στις 12 Απριλίου 1843.

Αδιάκοπη αφοσίωση στο έργο τού Κυρίου

Αφού υπηρέτησε ως πλήρους απασχολήσεως ιεραπόστολος για το μεγαλύτερο μέρος επτά ετών, ο Λορέντζο Σνόου είδε τις ευκαιρίες του για υπηρέτηση να αλλάζουν για κάποιο διάστημα. Τον χειμώνα τού 1843–1844, η ομάδα που διαχειριζόταν τα χρήματα ενός τοπικού σχολείου τού προσέφερε μια δουλειά ως δασκάλου. Αποδέχθηκε την προσφορά, αν και ήξερε ότι πολλοί εκ των μαθητών «υπερηφανεύονταν για την ικανότητά τους να φέρονται άσχημα στους δασκάλους και να καταστρέφουν σχολεία». Απεφάσισε ότι ο τρόπος για να κερδίσει τον σεβασμό των μαθητών ήταν να δείξει σεβασμό γι’ αυτούς. Η αδελφή του, Ιλάιζα, αφηγείτο: «Απευθυνόταν σε αυτά τα αγόρια σαν να ήταν οι πιο αξιοσέβαστοι κύριοι. …Συγκεκριμένα δούλεψε σκληρά, για να εμπνεύσει σε αυτά το αίσθημα ότι ενδιαφερόταν για λογαριασμό τους» και την επιθυμία του να «τα βοηθήσει να συνεχίσουν τις σπουδές τους. …Με αυτόν τον τρόπο, διά τής καλοσύνης και τής πειθούς, τα συναισθήματά τους χαλάρωσαν—κέρδισε την εμπιστοσύνη τους και με υπομονετική και αδιάκοπη δουλειά, οι ταραχοποιοί νέοι μεταμορφώθηκαν σε αξιοσέβαστους μαθητές και καιρό πριν τελειώσει η εκπαιδευτική περίοδος με εκπληκτική πρόοδο είχαν μάθει να μελετούν σκληρά».42

Το 1844, έλαβε μία νέα ανάθεση στην Εκκλησία. Ορίσθηκε να ταξιδεύσει στο Οχάιο και να επιβλέψει την εκστρατεία για την εκλογή τού Τζόζεφ Σμιθ ως προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών. Ο Προφήτης είχε απογοητευθεί από τον τρόπο με τον οποίον είχαν αντιμετωπισθεί οι Άγιοι των Τελευταίων Ημερών από την κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών και είχε γράψει στους τρέχοντες υποψηφίους για την προεδρία, προκειμένου να προσδιορίσουν τη στάση τους έναντι τής Εκκλησίας. Ανικανοποίητος από τις απαντήσεις τους, είχε αποφασίσει να θέσει ο ίδιος υποψηφιότητα για την προεδρία.

Η Απαρτία των Δώδεκα διόρισε τον Λορέντζο Σνόου και άλλους να «σχηματίσουν μία πολιτική οργάνωση σε όλη την πολιτεία τού Οχάιο για την προώθηση τού Τζόζεφ για την προεδρία».43 Κάνοντάς το αυτό, πληροφόρησαν τον κόσμο για τους τρόπους με τους οποίους είχαν παραβιασθεί τα συνταγματικά δικαιώματα των Αγίων. Ο Λορέντζο είπε ότι είχε «πολύ ενδιαφέροντα καιρό».44 Ορισμένοι αντετίθεντο σφόδρα στην υποψηφιότητα τού Προφήτου, ενώ άλλοι έκριναν ότι ο Τζόζεφ Σμιθ θα μπορούσε να οδηγήσει το έθνος στην επιτυχία και την ευημερία.

«Εν τω μέσω αυτών των ακραίων καταστάσεων», ενθυμείτο ο Λορέντζο Σνόου, «η πρόοδός μου ξαφνικά έφθασε στο τέλος με μία καλώς επιβεβαιωμένη αναφορά για τη δολοφονία τού Προφήτου και τού αδελφού του, Χάιρουμ».45 Επέστρεψε στη Ναβού «με λυπημένη καρδιά».46

Ακόμη και αυτήν την ώρα τής τραγωδίας, οι Άγιοι εργάσθηκαν επιμελώς, για να οικοδομήσουν τη βασιλεία τού Θεού. Όπως παρατήρησε αργότερα ο Λορέντζο: «Υπό την καθοδήγησιν τού Παντοδυνάμου, η βασιλεία προχώρησε».47 Συνέχισαν να κηρύττουν το Ευαγγέλιο και να ενδυναμώνουν αλλήλους και εργάσθηκαν μαζί, για να τελειώσουν την οικοδόμηση ενός ναού στην πόλη τους.

Όταν συγκεντρώθηκε ο Λορέντζο Σνόου με τους Αγίους στη Ναβού, είχε αποφασίσει να μην παντρευτεί ποτέ, επιλέγοντας να αφιερώσει τη ζωή του στην κήρυξη τού Ευαγγελίου. Η αδελφή του, Ιλάιζα, παρατήρησε αργότερα: «Να αφιερώσει τον χρόνο του, τα ταλέντα του, όλα όσα είχε και μπορούσε να κάνει στη διακονία, αυτό ήταν που μόνο επιθυμούσε». Αισθανόταν ότι η οικογενειακή ζωή κάπως θα «μείωνε τη χρησιμότητά του» στο έργο τού Κυρίου.48

Οι απόψεις τού Λορέντζο για τον γάμο και την οικογένεια άρχισαν να αλλάζουν το 1843, όταν μίλησε μόνος με τον Προφήτη Τζόζεφ Σμιθ στις όχθες τού ποταμού Μισσισσιππή. Ο Προφήτης κατέθεσε μαρτυρία για την αποκάλυψη που είχε λάβει αναφορικά με τον πολυμερή γάμο. Είπε στον Λορέντζο: «Ο Κύριος θα ανοίξει τον δρόμο σου, για να δεχθείς τον νόμο τού Σελέστιου Γάμου και να υπακούσεις σε αυτόν».49 Με αυτήν τη συμβουλή, ο Λορέντζο άρχισε να καταλαβαίνει ότι ο γάμος ήταν μία εντολή από τον Κύριο και ουσιώδες μέρος στο σχέδιο ευδαιμονίας τού Επουράνιου Πατέρα.

Το 1845, ο Λορέντζο Σνόου συνήψε πολυμερή γάμο, όπως εφαρμοζόταν τότε στην Εκκλησία, νυμφευόμενος την Σαρλότ Σκουάιρς και τη Μαίρη Άνταλαϊν Γκόνταρντ. Αργότερα επισφραγίσθηκε σε επιπρόσθετες γυναίκες. Η αφοσίωσή του στις συζύγους και τα παιδιά του έγινε μέρος τής αφοσίωσής του στο έργο τού Κυρίου.

Οι Άγιοι συνέχισαν να οικοδομούν τη βασιλεία τού Θεού στη Ναβού, αλλά ο διωγμός συνεχιζόταν επίσης. Τον Φεβρουάριο τού 1846, στο κρύο τού χειμώνα, όχλος τούς εξανάγκασε να εγκαταλείψουν τις εστίες και τον ναό τους. Άρχισαν ένα μακρύ και κοπιαστικό ταξίδι προς δυσμάς για μία καινούργια εστία.

Βοηθώντας τους Αγίους να συγκεντρωθούν στην Κοιλάδα τής Σωλτ Λέηκ

Αν και ο Λορέντζο Σνόου και η οικογένειά του έφυγαν από τη Ναβού με τούς υπόλοιπους Αγίους, έφθασαν στην Κοιλάδα τής Σωλτ Λέηκ πάνω από έναν χρόνο ύστερα από την πρώτη ομάδα πρωτοπόρων. Σαν τους περισσότερους πρωτοπόρους Αγίους των Τελευταίων Ημερών, έμειναν σε προσωρινούς αποικισμούς κατά την πορεία τους. Ο Λορέντζο και η οικογένειά του έμειναν για σύντομο διάστημα σε έναν αποικισμό στην Άιοβα ονόματι Γκάρντεν Γκρόουβ, όπου οικοδόμησαν ξύλινες καλύβες για τους Αγίους που θα τους ακολουθούσαν. Από εκεί, κινήθηκαν σε έναν αποικισμό ονόματι Όρος Φασγά, επίσης στην Άιοβα.

Στο Όρος Φασγά, ο Λορέντζο εργάσθηκε με την οικογένειά του και άλλους Αγίους, παρέχοντας για τις ανάγκες τους και τις ανάγκες όσων θα τους ακολουθούσαν στον δρόμο για την Κοιλάδα τής Σωλτ Λέηκ. Οικοδόμησαν ξυλόσπιτα και μέχρι που φύτεψαν και καλλιέργησαν φυτείες, γνωρίζοντας ότι άλλοι πιθανόν να θέριζαν την εσοδεία. Κατά τη διάρκεια ενός τμήματος τού χρόνου τους στο Όρος Φασγά, ο Λορέντζο εκλήθη να προεδρεύει τού αποικισμού. Καθώς η θλίψη, η ασθένεια και ο θάνατος μάστιζε τους ανθρώπους, συμπεριλαμβανομένης τής δικής του οικογένειας, εργάσθηκε επιμελώς για να βοηθήσει τους ανθρώπους να βρουν ελπίδα, να ενδυναμώσουν ο ένας τον άλλον και να παραμείνουν υπάκουοι στις εντολές τού Κυρίου.50

Την άνοιξη τού 1848, ο Πρόεδρος Μπρίγκαμ Γιανγκ καθοδήγησε τον Λορέντζο Σνόου να αφήσει το Όρος Φασγά και να ταξιδεύσει προς την Κοιλάδα τής Σωλτ Λέηκ. Στον Λορέντζο πάλι εδόθη μία ηγετική θέση, αυτήν τη φορά ως ηγέτη επί των ομάδων πρωτοπόρων. Οι ομάδες έφθασαν στην Κοιλάδα τής Σωλτ Λέηκ τον Σεπτέμβριο τού 1848.

Υπηρεσία ως Μέλους τής Απαρτίας των Δώδεκα

Στις 12 Φεβρουαρίου 1849, ο Λορέντζο Σνόου έλαβε μήνυμα ότι έπρεπε να παρευρεθεί σε μία συγκέντρωση τής Απαρτίας των Δώδεκα Αποστόλων. Αμέσως σταμάτησε ό,τι έκανε και πήγε στη συγκέντρωση, η οποία ήταν ήδη σε συνεδρίαση. Καθ’ οδόν, διερωτάτο γιατί είχε κληθεί ενώπιον τής Απαρτίας των Δώδεκα. Ήταν σαστισμένος—είχε κατηγορηθεί ότι έκανε κάτι λάθος; Γνωρίζοντας ότι ήταν πιστός στην εκτέλεση τού καθήκοντός του, απέβαλε αυτήν την ανησυχία. Όμως, δεν μπορούσε να φαντασθεί τι τού επιφυλασσόταν. Όταν έφθασε, εξεπλάγη που έμαθε ότι είχε κληθεί να υπηρετήσει ως μέλος τής απαρτίας. Στην ίδια αυτή συγκέντρωση, εκείνος και τρεις άλλοι—ο Πρεσβύτερος Τσαρλς Ριτς, ο Πρεσβύτερος Φράνκλιν Ρίτσαρντς και ο Πρεσβύτερος Ιράστους Σνόου, μακρινός του εξάδελφος—χειροτονήθηκαν Απόστολοι.51

Η χειροτόνηση τού Λορέντζο Σνόου στην αποστολική ιδιότητα καθόρισε το υπόλοιπο τής ζωής του. Η κλήση του ως ενός εκ των «ειδικ[ών] μ[αρτύρων] τού ονόματος τού Χριστού» (Δ&Δ 107:23) επηρέασε τα πάντα που έκανε. Αργότερα εξέφρασε τα συναισθήματά του για τις ατομικές ευθύνες ενός Αποστόλου:

«Πρώτον, ένας Απόστολος πρέπει να έχει Ουράνια γνώση, με αποκάλυψη από τον Θεό, ότι ο Ιησούς ζει—ότι είναι ο Υιός τού ζώντος Θεού.

»Δεύτερον, πρέπει να είναι ουράνια εξουσιοδοτημένος να υπόσχεται το Άγιο Πνεύμα‧ μία ουράνια αρχή που αποκαλύπτει τα τού Θεού, κάνοντας γνωστό το θέλημα και τους σκοπούς Του, οδηγώντας σε όλη την αλήθεια και δείχνοντας πράγματα που θα έλθουν, όπως δήλωσε ο Σωτήρας.

»Τρίτον, έχει επιφορτισθεί με τη δύναμη τού Θεού να χορηγεί τις ιερές διατάξεις τού Ευαγγελίου, οι οποίες επικυρώνονται σε κάθε άτομο με Ουράνια μαρτυρία. Χιλιάδες ανθρώπων που τώρα κατοικούν σε αυτές τις ορεινές πεδιάδες, οι οποίοι έλαβαν αυτές τις διατάξεις ως αποτέλεσμα τού κηρύγματός μου, είναι ζωντανοί μάρτυρες για την αλήθεια αυτής τής δήλωσης».52

Εκτός από την ατομική ευθύνη τής κλήσης του, ο Πρεσβύτερος Σνόου είχε μία πεποίθηση για το τι σήμαινε να είναι μέλος τής Απαρτίας των Δώδεκα: «Εμείς, οι Δώδεκα, είμαστε αποφασισμένοι να εγκαταλείψουμε τα πάντα που θα αποσπούσαν την προσοχή μας από το μονοπάτι τού καθήκοντος, ώστε να είμαστε ένα όπως είναι ένα η [Πρώτη] Προεδρία και να είμαστε ενωμένοι με την αρχή τής αγάπης που δένει τον Υιό τού Θεού με τον Πατέρα».53

Με αυτήν την κατανόηση για την προσωπική κλήση του και την αποστολή τής Απαρτίας των Δώδεκα, ο Πρεσβύτερος Λορέντζο Σνόου αφιέρωσε τη ζωή του, για να βοηθήσει στην οικοδόμηση τής βασιλείας τού Θεού επί τής γης. Ανταποκρίθηκε στην κλήση να υπηρετήσει με πολλούς τρόπους και σε πολλά διαφορετικά μέρη.

Η ιταλική ιεραποστολή

Κατά τη γενική συνέλευση Οκτωβρίου 1849, ο Πρεσβύτερος Σνόου εκλήθη να εδραιώσει μία ιεραποστολή στην Ιταλία. Αν και δεν ήταν εξοικειωμένος με τη χώρα, τους πολιτισμούς και τις γλώσσες της, δεν δίστασε να αποδεχθεί την κλήση. Λιγότερο από δύο εβδομάδες μετά τη συνέλευση, ήταν έτοιμος να πάει, έχοντας κάνει το καλύτερο, για να κανονίσει βοήθεια για τις συζύγους και τα παιδιά του κατά τη διάρκεια τής απουσίας του.

Καθώς εκείνος και άλλοι ιεραπόστολοι ταξίδευαν προς τις ανατολικές Ηνωμένες Πολιτείες, όπου θα επιβιβάζονταν σε πλοίο για να διασχίσουν τον Ατλαντικό Ωκεανό, οι σκέψεις του εστράφησαν τόσο στην οικογένειά του όσο και στους ανθρώπους που σύντομα θα υπηρετούσε. Σε ένα γράμμα προς την αδελφή του, Ιλάιζα, έγραψε: «Πολλά αντιμαχόμενα συναισθήματα καταλαμβάνουν τον νου μου. …Επιταχύναμε ολοένα και πιο μακριά από τον ισχυρό μαγνήτη—το ΣΠΙΤΙ, αλλά γνωρίζαμε ότι το έργο το οποίο κάναμε ήταν να μεταδώσουμε το φως σε όσους ήσαν στο σκότος και στην κοιλάδα σκιάς του θανάτου, και ο κόρφος μας ήταν γεμάτος αγάπη και τα δάκρυά μας στέγνωσαν».54

Ο Πρεσβύτερος Σνόου και οι συνάδελφοί του έφθασαν στην Γένοβα τής Ιταλίας τον Ιούλιο τού 1850. Μπόρεσαν να διαπιστώσουν ότι το έργο τού Κυρίου θα προόδευε αργά. Ο Πρεσβύτερος Σνόου έγραψε: «Είμαι μόνος και ξένος σε αυτήν τη μεγάλη πόλη, περίπου δεκατρείς χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από την αγαπημένη μου οικογένεια, περιστοιχισμένος από ανθρώπους με τους τρόπους και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των οποίων δεν είμαι εξοικειωμένος. Έχω έλθει, για να διαφωτίσω τον νου τους και να τους διδάξω με τις αρχές τής χρηστότητος, αλλά δεν βλέπω πιθανά μέσα για την επίτευξη αυτού τού σκοπού. Φαίνεται ότι δεν υπάρχει πιθανότητα να συμβεί αυτό». Ανήσυχος για τις «ανοησίες… την ανομία, το μέγα σκότος και τη δεισιδαιμονία» των ανθρώπων τους οποίους είχε κληθεί να υπηρετήσει, έγραψε: «Ζητώ από τον Επουράνιο Πατέρα μου να κοιτάξει αυτόν τον λαό με έλεος. Ω Κύριε, ας γίνουν τα αντικείμενα τής συμπόνιας Σου, ώστε να μη χαθούν όλοι. Συγχώρησε τις αμαρτίες τους και ας γίνω γνωστός ανάμεσά τους, ώστε να Σε γνωρίσουν και να γνωρίζουν ότι Εσύ με έχεις στείλει, για να εδραιώσω τη βασιλεία Σου. …Δεν έχεις κάποιους εκλεκτούς ανάμεσα σε αυτόν τον λαό στον οποίον έχω σταλεί; Οδήγησέ με σε αυτούς και το όνομά Σου θα έχει τη δόξα μέσω τού Ιησού, τού Υιού Σου».55

Ο Πρεσβύτερος Σνόου βρήκε αυτούς τους «εκλεκτούς» ανάμεσα σε μία ομάδα ατόμων ονόματι Βαλδένσιοι. Οι Βαλδένσιοι ζούσαν για αιώνες σε μία μία ορεινή πεδιάδα, στην περιοχή τού Πεδεμοντίου, μόλις νοτίως των συνόρων Ιταλίας-Ελβετίας και ανατολικώς των συνόρων Ιταλίας-Γαλλίας. Οι πρόγονοί τους είχαν εκδιωχθεί και εξαναγκασθεί να πηγαίνουν από μέρος σε μέρος, επειδή πίστευαν στην εξουσία των αρχαίων Αποστόλων και ήθελαν να ακολουθήσουν τις διδασκαλίες των Αποστόλων παρά να προσχωρήσουν στις θρησκείες τής εποχής.

Σε ένα γράμμα προς τον Πρόεδρο Μπρίγκαμ Γιανγκ, ο Πρεσβύτερος Σνόου έγραψε ότι οι Βαλδένσιοι είχαν υποφέρει αιώνες «με άγνοια και σκληρότητα» και «είχαν παραμείνει ακίνητοι, σχεδόν, όπως ο βράχος που τον κτυπούν τα κύματα στον τρικυμιώδη ωκεανό». Όμως, λίγο πριν φθάσουν οι ιεραπόστολοι Άγιοι των Τελευταίων Ημερών στην Ιταλία, οι Βαλδένσιοι άρχισαν να χαίρουν «μία περίοδο βαθιάς ηρεμίας» και φαινόταν ότι είχαν περισσότερη θρησκευτική ελευθερία από άλλους στην Ιταλία. «Συνεπώς», παρατήρησε, «ο δρόμος άνοιξε μόλις λίγο καιρό πριν από την έναρξη τής ιεραποστολής και κανένα άλλο τμήμα τής Ιταλίας δεν κυβερνάται από τέτοιους ευνοϊκούς νόμους».

Θέλοντας να μάθει περισσότερα για τον λαό αυτό, ο Πρεσβύτερος Σνόου πήγε σε μία βιβλιοθήκη, για να βρει ένα βιβλίο σχετικώς με αυτόν [τον λαό]. Αφηγήθηκε: «Ο βιβλιοθηκάριος τον οποίον ρώτησα, με πληροφόρησε ότι είχε ένα έργο με την περιγραφή που τού ζήτησα, αλλά μόλις το είχαν πάρει. Δεν είχε προλάβει να τελειώσει την πρότασή του, όταν μπήκε μία κυρία με το βιβλίο. ‘Ω’, είπε εκείνος, ‘αυτή είναι μία αξιοσημείωτη συγκυρία, αυτός ο κύριος μόλις ζήτησε αυτό το βιβλίο’. Συντόμως επείσθην ότι αυτός ο λαός ήταν άξιος να είναι ο πρώτος λαός στην Ιταλία που θα διδασκόταν για το Ευαγγέλιο».56

Ο Πρεσβύτερος Σνόου και οι συνάδελφοί του ήσαν πρόθυμοι να κηρύξουν το Ευαγγέλιο στην περιοχή τού Πεδεμοντίου, αλλά έκριναν ότι θα έπρεπε να προχωρήσουν με προσοχή, καλλιεργώντας φιλίες και δείχνοντας στους ανθρώπους ότι θα μπορούσαν να τους εμπιστευθούν. Όταν αισθάνθηκαν ότι είχαν εδραιώσει καλές σχέσεις με τον λαό, ανέβηκαν σε ένα κοντινό βουνό, τραγούδησαν «αίνους στον Θεό των ουρανών» και προσέφεραν μία προσευχή, αφιερώνοντας τη χώρα τής Ιταλίας στο ιεραποστολικό έργο. Εξέφρασαν επίσης την ατομική τους αφοσίωση στο έργο και ο Πρεσβύτερος Σνόου χορήγησε ευλογίες τής ιεροσύνης στους συναδέλφους τους, για να τους βοηθήσει στις ευθύνες τους. Εμπνευσμένος από την εμπειρία τους στο βουνό, ο Πρεσβύτερος Σνόου απεκάλεσε το σημείο Όρος Μπρίγκαμ.57

Ακόμη και ύστερα από αυτήν την εμπειρία, πέρασαν σχεδόν δύο μήνες προτού να εκφράσει κάποιος την επιθυμία να προσχωρήσει στην Εκκλησία. Στις 27 Οκτωβρίου 1850, οι ιεραπόστολοι χάρηκαν που τελικώς είδαν την πρώτη βάπτιση και επικύρωση στην Ιταλία.58 Ο Πρεσβύτερος Σνόου ανέφερε αργότερα: «Το έργο εδώ είναι αργό και βαρετό. …Παρά ταύτα, η Εκκλησία έχει εδραιωθεί. Το δένδρο έχει φυτευτεί και απλώνει τις ρίζες του».59

Μια νύκτα ο Πρεσβύτερος Σνόου είχε ένα όνειρο το οποίο τον βοήθησε να καταλάβει τη φύση τής ιεραποστολής του στην Ιταλία. Στο όνειρο, ψάρευε με τους φίλους του. «Ήμαστε κατευχαριστημένοι που βλέπαμε μεγάλα και όμορφα ψάρια στην επιφάνεια τού νερού, τριγύρω παντού μέχρι μια πολύ μεγάλη απόσταση», είπε. «Είδαμε πολλά άτομα να απλώνουν τα δίχτυα τους και τα σχοινιά τους, αλλά φαίνονταν όλοι ακίνητοι, ενώ αντιθέτως εμείς ήμαστε σε συνεχή κίνηση. Ενώ περνούσα έναν από αυτούς, ανεκάλυψα ότι ένα ψάρι είχε πιαστεί στο αγκίστρι μου και σκέφθηκα ότι θα μπορούσε ίσως να ενοχλήσει αυτόν τον άνδρα που το έπιασα, σαν να τού είχε ξεφύγει. Παρά ταύτα, προχωρήσαμε και ήλθαμε στην ακτή. Εν συνεχεία, τράβηξα το σχοινί μου και εξεπλάγην σε μεγάλο βαθμό και ήλθα σε δύσκολη θέση από το πόσο μικρό ήταν το βραβείο (ψάρι) μου. Το θεώρησα πολύ περίεργο που ανάμεσα στο τεράστιο πλήθος εκλεκτών, ανώτερων στην όψη ψαριών, είχα κάνει μια τόσο μικρή ψαριά. Όμως, όλη μου η απογοήτευση εξαφανίσθηκε, όταν έφθασα στο σημείο να ανακαλύψω ότι η ποιότητά της ήταν εξαιρετική».60

Το όνειρο τού Πρεσβυτέρου Σνόου ήταν προφητικό. Δεν είδε μεγάλο αριθμό νεοφώτιστων στην Ιταλία και, όπως ένας άλλος ιεραπόστολος παρατήρησε αργότερα, αυτοί που απεδέχθησαν στο Ευαγγέλιο «δεν ήταν οι πλούσιοι και οι ευγενείς».61 Εντούτοις, ο Πρεσβύτερος Σνόου και οι συνάδελφοί του ήσαν όργανα στα χέρια τού Κυρίου στο να φέρουν καλούς, πιστούς ανθρώπους στη βασιλεία τού Θεού—άνθρωποι που εξέφραζαν ευγνωμοσύνη που είχαν «αρχίσει να βαδίζουν στο μονοπάτι μίας καινούργιας και αιώνιας ζωής».62 Και ως αποτέλεσμα τής ηγεσίας τού Πρεσβυτέρου Σνόου, το Βιβλίο τού Μόρμον μεταφράσθηκε στα Ιταλικά.

Σχεδόν ενάμισι αιώνα αργότερα, ένας άλλος Απόστολος, ο Πρεσβύτερος Τζέιμς Φάουστ, μίλησε για τους άνδρες και τις γυναίκες που προσεχώρησαν στην Εκκλησία χάρη στο έργο τού Πρεσβυτέρου Σνόου και των συναδέλφων του: «Ορισμένοι ήσαν στις πρώτες ομάδες χειράμαξας που ήλθαν στην Κοιλάδα τής Σωλτ Λέηκ. …Πολλοί εκ των απογόνων τους φρόντισαν τους αμπελώνες τής άρτι αποκατασταθείσης εκκλησίας και σήμερα κάνουν μοναδικές συνεισφορές στην παγκόσμια εκκλησία, πιστεύοντας, όπως και οι πρόγονοί τους, ότι οι Απόστολοι κρατούν τα κλειδιά που δεν σκουριάζουν ποτέ.63

Αύξηση τής Εκκλησίας

Ο Πρεσβύτερος Σνόου αργότερα υπηρέτησε άλλες ιεραποστολές, μεγαλύνοντας την κλήση του ως μέλους τής Απαρτίας των Δώδεκα να εργάζεται «υπό τις οδηγίες τής [Πρώτης] Προεδρίας τής Εκκλησίας… για να αυξάν[ει] την εκκλησία και να ρυθμίζ[ει] όλα τα θέματα σε όλα τα έθνη» (Δ&Δ 107:33).

Το 1853 ο Πρόεδρος Μπρίγκαμ Γιανγκ κάλεσε τον Λορέντζο Σνόου να ηγηθεί μίας ομάδος οικογενειών σε έναν αποικισμό στη βόρειο επαρχία τής Γιούτα, στο Μποξ Έλντερ. Ο υπάρχων αποικισμός ήταν μικρός, ανοργάνωτος και άρχιζε να εξασθενεί. Ο Πρεσβύτερος Σνόου πήγε πάραυτα επί το έργον, οργανώνοντας τους ανθρώπους σύμφωνα με τις αρχές τού νόμου τής αφιέρωσης όπως διδάχθηκε από τον Προφήτη Τζόζεφ Σμιθ. Οι άνθρωποι εγκαθίδρυσαν μία ακμάζουσα πόλη, την οποίαν ο Πρεσβύτερος Σνόου ονόμασε Μπρίγκαμ Σίτυ προς τιμήν τού Προέδρου Γιανγκ. Συνεργαζόμενοι και υποστηρίζοντας αλλήλους, οι πολίτες ανέπτυξαν ένα σχολικό σύστημα, εργοστάσια, αρδευτικό σύστημα, μία εμπορική οργάνωση και μέχρι και θεατρική λέσχη. Αν και δεν ζούσαν την πληρότητα τού νόμου τής αφιέρωσης, καθοδηγούνταν από τις αρχές του, και έδειξαν τι μπορεί να επιτύχει μία κοινότητα με συνεργασία και σκληρή δουλειά. «Δεν υπήρχαν αργόσχολοι στην Μπρίγκαμ Σίτυ», έγραφε η κόρη τού Προέδρου Σνόου, Λέσλι. «Υπήρχε μία περίοδος δραστηριότητας και ευημερίας που πιθανώς να μην υπήρχε όμοιά της στην ιστορία άλλου αποικισμού στην πολιτεία».64

Ο Πρεσβύτερος Σνόου και η οικογένειά του έζησαν στην Μπρίγκαμ Σίτυ για πολλά χρόνια. Προήδρευε επί των Αγίων εκεί, φεύγοντας κατά διαστήματα, για να υπηρετήσει σύντομες ιεραποστολές αλλού. Το 1864 έλειπε για περίπου τρεις μήνες, υπηρετώντας μία σύντομη ιεραποστολή στις Νήσους τής Χαβάης. Πήγε με τον Πρεσβύτερο Έζρα T. Μπένσον, ο οποίος ήταν επίσης μέλος τής Απαρτίας των Δώδεκα και τους Πρεσβυτέρους Τζόζεφ Φ. Σμιθ, Άλμα Σμιθ και Ουίλιαμ Κλαφ.65 Το 1872–1873, ο Πρεσβύτερος Σνόου και άλλοι συνόδευσαν τον Πρόεδρο Τζωρτζ A. Σμιθ, Πρώτο Σύμβουλο στην Πρώτη Προεδρία, σε μία περιοδεία εννέα μηνών σε μέρη τής Ευρώπης και τής Μέσης Ανατολής, συμπεριλαμβανομένης μίας επισκέψεως στους Αγίους Τόπους. Πήγαν κατόπιν αιτήματος τού Προέδρου Μπρίγκαμ Γιανγκ, ο οποίος ήλπιζε ότι η χρηστή επιρροή τους θα βοηθούσε στην προετοιμασία άλλων εθνών να δεχθούν το αποκατεστημένο Ευαγγέλιο.66 Το 1885, ο Πρεσβύτερος Σνόου εκλήθη να επισκεφθεί διάφορες ομάδες Αμερικανών Ινδιάνων στις βορειοδυτικές Ηνωμένες Πολιτείες και την πολιτεία τού Γουαϊόμινγκ. Αρχής γενομένης από τον Αύγουστο και τελειώνοντας τον Οκτώβριο, ίδρυσε ιεραποστολές εκεί και οργάνωσε ηγέτες τής Εκκλησίας, για να βοηθήσουν όσους είχαν βαπτισθεί και επικυρωθεί.

Έργο ναού

Ο Πρόεδρος Χίμπερ Γκραντ, ο έβδομος Πρόεδρος τής Εκκλησίας, παρατήρησε ότι ο Πρόεδρος Λορέντζο Σνόου «αφιέρωσε τη ζωή του χρόνια στο έργο στον Ναό».67 Αυτή η αγάπη για το έργο ναού άρχισε τις πρώτες ημέρες τής μεταστροφής τού Προέδρου Σνόου και εντάθηκε κατά τη διάρκεια τής υπηρέτησής του ως Αποστόλου. Παρευρισκόταν σε συγκεντρώσεις στον Ναό τού Κίρτλαντ λίγο μετά που βαπτίσθηκε και επικυρώθηκε. Αργότερα, απεδέχθη με ενθουσιασμό μία κλήση να συλλέγει δωρεές για την οικοδόμηση τού ναού στη Ναβού. Μόλις οικοδομήθηκε ο Ναός στη Ναβού, υπηρέτησε ως ιερουργός εκεί, βοηθώντας Αγίους των Τελευταίων Ημερών να λάβουν την προικοδότηση και τις διατάξεις τής επισφράγισης, πριν από την έξοδό τους προς τη Δύση. Οι ευθύνες του στον ναό συνεχίσθηκαν και επεκτάθηκαν, όταν εκλήθη να υπηρετήσει ως Απόστολος. Μίλησε στις συγκεντρώσεις αφιερώσεως στον Ναό Λόγκαν τής Γιούτα. Αφού αφιέρωσε ο Πρόεδρος Ουίλφορντ Γούντροφ τον Ναό στο Μαντάι τής Γιούτα, ο Πρόεδρος Σνόου διάβασε την προσευχή αφιερώσεως σε συνεδριάσεις τις επόμενες ημέρες. Όταν ετέθη η κορωνίδα στον ψηλότερο οβελό τού Ναού τής Σωλτ Λέηκ, ηγήθηκε ενός μεγάλου εκκλησιάσματος στην Κραυγή Ωσαννά. Αφού αφιερώθηκε ο Ναός τής Σωλτ Λέηκ, υπηρέτησε ως ο πρώτος πρόεδρος ναού εκεί.

Στα 80ά γενέθλια τού Προέδρου Σνόου, μία τοπική εφημερίδα συμπεριέλαβε τον εξής φόρο τιμής: «Στη δύση τής ζωής του, ακόμη [είναι] πολυάσχολος και γεμάτος ενέργεια στον μεγάλο σκοπό στον οποίον έχει δώσει τα προηγούμενα χρόνια του, συνεχίζει εντός των ιερών ορίων τού Ναού το ένδοξο έργο στο οποίο εκείνος και οι συνεργάτες του έχουν αφιερωθεί—έργο τέτοιας βαθείας σημασίας σε αυτόν τον κόσμο που βασανίζεται από την αμαρτία και τον θάνατο».68

Εκτέλεση διακονίας σε άτομα

Καθώς ο Πρόεδρος Σνόου ταξίδευε από μέρος σε μέρος, διδάσκοντας μεγάλες ομάδες ανθρώπων, αφιέρωνε χρόνο για να εκτελεί διακονία σε άτομα και οικογένειες. Για παράδειγμα, τον Μάρτιο τού 1891, όταν υπηρετούσε ως Πρόεδρος τής Απαρτίας των Δώδεκα, μιλούσε σε μία συνέλευση στην Μπρίγκαμ Σίτυ. Στη μέση τής ομιλίας του, τοποθετήθηκε ένα σημείωμα στον άμβωνα. Ένας αυτόπτης μάρτυς είπε ότι «σταμάτησε την ομιλία του, διάβασε το σημείωμα και κατόπιν εξήγησε στους Αγίους ότι ήταν μία κλήση να επισκεφθεί κάποιους που ήταν σε βαθιά θλίψη». Ζήτησε να τού επιτραπεί να αποχωρήσει και έφυγε από τον άμβωνα.

Το σημείωμα ήταν από έναν κάτοικο τής Μπρίγκαμ Σίτυ ονόματι Τζέικομπ Τζένσεν. Έλεγε ότι η κόρη τού Τζέικομπ, Έλλα, είχε πεθάνει εκείνη την ημέρα μετά από αγώνα εβδομάδων με την οστρακιά. Ο αδελφός Τζένσεν είχε γράψει το σημείωμα απλώς για να ενημερώσει τον Πρόεδρο Σνόου σχετικά με τον θάνατο και να τού ζητήσει να κανονίσει τα τής κηδείας. Όμως, ο Πρόεδρος Σνόου ήθελε να επισκεφθεί την οικογένεια αμέσως, ακόμη και αν αυτό απαιτούσε να διακόψει νωρίς την ομιλία του και να φύγει από μία συγκέντρωση τής οποίας προήδρευε. Προτού φύγει από τη συγκέντρωση ο Πρόεδρος Σνόου, κάλεσε τον Ράντζερ Κλόσον, ο οποίος ήταν τότε πρόεδρος τού πασσάλου Μποξ Έλντερ, να τον συνοδεύσει.

Ο Τζέικοπμπ Τζένσεν αφηγήθηκε τι συνέβη, όταν έφθασαν στο σπίτι του ο Πρόεδρος Σνόου και ο Πρόεδρος Κλόσον.

«Αφού στάθηκε στο προσκεφάλι τής Έλλα για ένα με δύο λεπτά, ο Πρόεδρος Σνόου ερώτησε αν είχαμε καθόλου αφιερωμένο έλαιο στο σπίτι. Εξεπλάγην σε μεγάλο βαθμό, αλλά τού είπα ναι και τού το έφερα. Έδωσε τη φιάλη με λάδι στον αδελφό Κλόσον και τού ζήτησε να χρίσει την Έλλα. [Ο Πρόεδρος Σνόου] κατόπιν επισφράγισε το χρίσμα και είπε την ευλογία.

»Κατά τη χορήγηση τής ευλογίας, εντυπωσιάσθηκα ιδιαιτέρως από κάποια λόγια που χρησιμοποίησε και τα θυμάμαι καλά τώρα. Είπε: ‘Αγαπητή Έλλα, σε προστάζω, στο όνομα τού Κυρίου, Ιησού Χριστού, να επανέλθεις και να ζήσεις, η αποστολή σου δεν έχει τελειώσει. Θα ζήσεις ακόμη, για να επιτελέσεις μία μεγάλη αποστολή’.

»Είπε ότι έπρεπε ακόμη να ζήσει, για να μεγαλώσει μία μεγάλη οικογένεια και να αποτελέσει παρηγοριά για τους γονείς και τους φίλους της. Θυμάμαι καλά αυτά τα λόγια…

»… Αφού τελείωσε ο Πρόεδρος Σνόου την ευλογία, εστράφη προς τη σύζυγό μου και εμένα και είπε: ‘Τώρα μη θρηνείτε ούτε να πενθείτε άλλο. Θα είναι εντάξει. Ο αδελφός Κλόσον και εγώ είμαστε πολυάσχολοι και πρέπει να φύγουμε, δεν μπορούμε να μείνουμε, αλλά απλώς να έχετε υπομονή και να περιμένετε και μη θρηνείτε, επειδή θα είναι εντάξει’…

»Η Έλλα παρέμεινε σε αυτήν την κατάσταση για περισσότερη από μία ώρα, αφού τής χορήγησε ευλογία ο Πρόεδρος Σνόου ή περισσότερες από τρεις ώρες συνολικώς, αφού πέθανε. Καθόμασταν εκεί, παρακολουθώντας στο προσκεφάλι της, η μητέρα της και εγώ, όταν μονομιάς άνοιξε τα μάτια της. Κοίταξε τριγύρω το δωμάτιο, μας είδε που καθόμασταν εκεί, αλλά ακόμη έψαχνε κάποιον άλλον και το πρώτο πράγμα που είπε, ήταν: ‘Πού είναι; Πού είναι;’ Ρωτήσαμε: ‘Ποιος; Ποιος είναι πού;’ ‘Μα, ο αδελφός Σνόου’, απήντησε εκείνη. ‘Με κάλεσε πίσω’».69

Όταν πήγε η Έλλα στον κόσμο των πνευμάτων, αισθάνθηκε τέτοια γαλήνη και ευδαιμονία που δεν ήθελε να επιστρέψει. Όμως, υπάκουσε στη φωνή τού Προέδρου Σνόου. Από εκείνη την ίδια ημέρα, παρηγορούσε μέλη τής οικογένειας και φίλους, βοηθώντας τους να καταλάβουν ότι δεν χρειαζόταν να θρηνούν για τα αγαπημένα τους πρόσωπα που είχαν πεθάνει.70 Αργότερα παντρεύτηκε, απέκτησε οκτώ παιδιά και υπηρέτησε με πίστη στις κλήσεις της στην Εκκλησία.71

Καθοδηγώντας την Εκκλησία ως Προφήτης, Βλέπων και Αποκαλυπτής τού Κυρίου

Στις 2 Σεπτεμβρίου 1898, ο Πρόεδρος Ουίλφορντ Γούντροφ πέθανε, αφού υπηρέτησε ως Πρόεδρος τής Εκκλησίας για περισσότερα από εννέα χρόνια. Ο Πρόεδρος Λορέντζο Σνόου, ο οποίος τότε υπηρετούσε ως Πρόεδρος τής Απαρτίας των Δώδεκα Αποστόλων, ήταν στην Μπρίγκαμ Σίτυ, όταν έμαθε τα νέα. Επιβιβάσθηκε σε τρένο για τη Σωλτ Λέηκ Σίτυ όσο πιο γρήγορα μπόρεσε, γνωρίζοντας ότι η ευθύνη τής ηγεσίας τής Εκκλησίας τώρα ήταν επάνω στην Απαρτία των Δώδεκα.

Αισθανόμενος ανεπαρκής αλλά έτοιμος να ακολουθήσει το θέλημα τού Κυρίου, ο Πρόεδρος Σνόου πήγε στον Ναό τής Σωλτ Λέηκ και προσευχήθηκε. Σε απάντηση τής προσευχής του, ο Ίδιος ο Κύριος τον επισκέφθηκε. Ο Πρόεδρος Σνόου αργότερα κατέθεσε μαρτυρία ότι «πράγματι είδε τον Σωτήρα… στον Ναό και μίλησε μαζί Του πρόσωπο με πρόσωπο». Ο Κύριος τού είπε να προχωρήσει αμέσως με την αναδιοργάνωση τής Πρώτης Προεδρίας, να μην περιμένει όπως είχε γίνει όταν προηγούμενοι Πρόεδροι τής Εκκλησίας είχαν πεθάνει.72 Ο Πρόεδρος Σνόου υποστηρίχθηκε από την Απαρτία των Δώδεκα ως Πρόεδρος τής Εκκλησίας την 13η Σεπτεμβρίου 1898 μετά την οποίαν άρχισε να υπηρετεί ως Πρόεδρος. Υποστηρίχθηκε από το γενικό σύνολο των μελών τής Εκκλησίας στις 9 Οκτωβρίου και ξεχωρίστηκε ως ο πέμπτος Πρόεδρος τής Εκκλησίας στις 10 Οκτωβρίου.

Μέσω τού παραδείγματος τού Προέδρου Σνόου και μέσω των αποκαλύψεων που έλαβε, οι Άγιοι των Τελευταίων Ημερών τον γνώρισαν ως προφήτη τους. Άτομα άλλων θρησκειών επίσης έφθασαν στο σημείο να τον σέβονται ως πιστό άνδρα τού Θεού.

Αλληλεπιδράσεις με Αγίους των Τελευταίων Ημερών

Ο Πρόεδρος Σνόου συχνά προήδρευε σε συνελεύσεις πασσάλου, όταν ήταν Πρόεδρος τής Εκκλησίας. Καθώς συναντούσε τους Αγίους, εξέφραζε την αγάπη και τον σεβασμό τους γι’ αυτούς. Τα λόγια και οι πράξεις του έδειχναν ότι ενώ ανεγνώριζε την ιερότητα τής κλήσεώς του, δεν έθετε τον εαυτό του υπεράνω των ανθρώπων που υπηρετούσε.

Σε μία συνέλευση πασσάλου, ο Πρόεδρος Σνόου παρευρέθη σε μία ειδική συνεδρίαση για τα παιδιά τού πασσάλου. Τα παιδιά είχαν προσκληθεί να σχηματίσουν μία σειρά με τάξη, ούτως ώστε να μπορούσαν να πλησιάσουν τον προφήτη ένα-ένα και να τον χαιρετίσουν διά χειραψίας. Πριν το κάνουν, σηκώθηκε και είπε: «Όταν σας χαιρετίσω διά χειραψίας, θέλω να με κοιτάξετε ψηλά στο πρόσωπο, ώστε να με θυμάστε πάντοτε. Λοιπόν, δεν είμαι καλύτερος από τους άλλους ανθρώπους, αλλά ο Κύριος μού έχει θέσει μεγάλες ευθύνες. Από τότε που ο Κύριος έκανε τον εαυτό Του γνωστό σε εμένα, τελειότατα όπως το έκανε, προσπαθώ να εκτελώ κάθε καθήκον που έγκειται σε εμένα. Λόγω τής υψηλής θέσεως που κατέχω επιθυμώ να με θυμάστε, να θυμάστε ότι έχετε χαιρετίσει διά χειραψίας τον Πρόεδρο τής Εκκλησίας τού Ιησού Χριστού. Ελπίζω ότι δεν θα ξεχάσετε να προσευχηθείτε για μένα και για τους συμβούλους μου, τους Προέδρους Κάνον και Σμιθ και για τους Αποστόλους».73

Ο υιός τού Προέδρου Σνόου, ΛιΡόι, ανέφερε την ακόλουθη αφήγηση από μία συνέλευση πασσάλου στο Ρίτσφιλντ τής Γιούτα: «Ο Πρόεδρος Λορέντζο Σνόου και ο Φράνσις Λάιμαν [τής Απαρτίας των Δώδεκα] ήσαν παρόντες σε μία συνέλευση πασσάλου στο Ρίτσφιλντ. Μετά τον εναρκτήριο ύμνο, ο πρόεδρος πασσάλου ρώτησε τον αδελφό Λάιμαν ποιον θα έπρεπε να καλέσει, για να προσφέρει την εναρκτήρια προσευχή. Ο αδελφός Λάιμαν είπε: ‘Ρώτησε τον Πρόεδρο Σνόου’, δηλαδή να ρωτήσει τον Πρόεδρο Σνόου ποιος θα έπρεπε να προσφέρει την προσευχή. Αντ’ αυτού, εντούτοις, ο πρόεδρος πασσάλου ζήτησε από τον Πρόεδρο Σνόου να προσφέρει την προσευχή. Ο Πρόεδρος Σνόου ευχαρίστως ανταποκρίθηκε και προτού αρχίσει την προσευχή, εξέφρασε την ευχαρίστησή του που κλήθηκε και είπε ότι είχε περάσει πολύς καιρός από τότε που τού είχε δοθεί αυτή η ευχαρίστηση. Λέγεται ότι προσέφερε μία υπέροχη εναρκτήρια προσευχή».74

Αλληλεπιδράσεις με άτομα άλλων θρησκειών

Η επιρροή τού Προέδρου Σνόου επεκτάθηκε πέραν των ετέρων Αγίων των Τελευταίων Ημερών. Όταν άτομα άλλων θρησκειών τον συναντούσαν, σέβονταν εκείνον και την Εκκλησία που αντιπροσώπευε. Ο αιδεσιμότατος Ο. Κόρνελ, ιερέας σε μία άλλη εκκλησία, επισκέφθηκε τη Σωλτ Λέηκ Σίτυ και είχε την ευκαιρία να περάσει κάποιον χρόνο με τον Πρόεδρο Σνόου. Έγραψε:

«Ο ευγενής και πεπειραμένος γραμματέας του με πήγε στην επιβλητική του παρουσία και βρέθηκα να χαιρετώ διά χειραψίας έναν εκ των πιο ευχάριστων και αξιαγάπητων ανθρώπων που έχω συναντήσει ποτέ—ένας άνδρας που έχει την ιδιαίτερη ικανότητα να αποβάλει αμέσως με την παρουσία του την αίσθηση όταν κάποιος δεν αισθάνεται άνετα—αριστοτέχνης τής συνομιλίας, με σπάνια διάνοια, δίδοντάς τού τη δυνατότητα να σε κάνει να αισθανθείς ένα γαλήνιο καλωσόρισμα στην παρουσία του.

»Ο Πρόεδρος Σνόου είναι ένας καλλιεργημένος άνδρας, σε νου, ψυχή και σώμα. Η γλώσσα του είναι εκλεκτή, διπλωματική, φιλική και λογία. Οι τρόποι συμπεριφοράς του δείχνουν την εμβριθή αβρότητα από το γεγονός ότι φοίτησε σε καλά σχολεία. Η βασική αρετή τού πνεύματός του είναι τόσο ευγενής σαν παιδί. Συστήνεσαι σε αυτόν. Ευχαριστείσαι με αυτόν. Συζητείς μαζί του, σου αρέσει. Αν παραμείνεις μαζί του πολύ, τον αγαπάς». Απευθυνόμενος στους αναγνώστες του, οι οποίοι προφανώς είχαν προκατειλημμένες ιδέες για την Εκκλησία, ο αιδεσιμότατος Κόρνελ σχολίασε: «Κι όμως, είναι ‘μορμόνος!’ Λοιπόν, αν ο ‘μορμονισμός’ επιτύχει ποτέ να κάνει τον Πρόεδρο Σνόου άγριο, τραχύ, έχει πράγματι πολλή δουλειά να κάνει. Αν ο ‘μορμονισμός’ είναι η διαπλαστική δύναμη που έχει δώσει στον κόσμο έναν άνθρωπο ήρεμο σε πνεύμα, τόσο πειθαρχημένο όπως είναι εκείνος, και ολοκληρωμένο σε διάνοια, ασφαλώς πρέπει να υπάρχει κάτι καλό στον ‘μορμονισμό’ σε τελευταία ανάλυση».75

Ένας άλλος ιερέας, ο αιδεσιμότατος Πρέντις, έγραψε επίσης για μία συνάντηση με τον Πρόεδρο Σνόου: «Το πρόσωπο που δείχνει ότι ο Πρίγκιπας Ειρήνης βασιλεύει στην ψυχή του είναι η καλύτερη μαρτυρία του. Πού και πού σε μια ζωή που δαπανήθηκε στη μελέτη των ανθρώπων βρήκα μία τέτοια μαρτυρία. Τέτοιο ήταν το πρόσωπο που είδα σήμερα. …Περίμενα να βρω ευφυΐα, καλή πρόθεση, αξιοπρέπεια, αταραξία και δύναμη να απεικονίζονται στο πρόσωπο τού Προέδρου τής Εκκλησίας τού Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών, αλλά όταν συστήθηκα στον Πρόεδρο Λορέντζο Σνόου για μια στιγμή ξαφνιάστηκα. …Το πρόσωπό του ήταν μία δύναμη ειρήνης‧ η παρουσία του μία προσευχή για ειρήνη. Στα ήρεμα βάθη των ματιών του δεν ήταν μόνο η ‘εστία τής σιωπηλής προσευχής’, αλλά το ενδιαίτημα τής πνευματικής δυνάμεως. Καθώς έκανε λόγο για τον ‘βεβαιότερο προφητικό λόγο’ και τη βεβαιότητα τής ελπίδος που είχε και για την ακατάλυτη πίστη, η οποία είχε κατακτήσει τις δοκιμασίες και τις δυσκολίες τής τραγικής ζωής, παρακολουθούσα τα συναισθήματα να περνούν από το πρόσωπό του και μελέτησα με καταγοητευμένη προσοχή τις απαλές σκιές εκφράσεως που μιλούσαν τόσο απλά για τον τρόπο με τον οποίον εργαζόταν η ψυχή του, και το πιο παράξενο συναίσθημα μού ήλθε ότι ‘στεκόμουν σε άγιο έδαφος’: ότι αυτός ο άνθρωπος δεν ενεργούσε από τα κοινότοπα κίνητρα τής τακτικής, τού συμφέροντος ή τής σκοπιμότητος, αλλά ενεργούσε διαφορετικά από άλλους ανθρώπους. …Αν η μορμονική Εκκλησία μπορεί να παραγάγει τέτοιους μάρτυρες, δεν θα χρειασθεί πάρα πολύ την ικανότητα ενός καλού συγγραφέα ή την ευφράδεια ενός μεγάλου κήρυκα».76

Αποκάλυψη επί των δεκάτων

Ο Πρόεδρος Λορέντζο Σνόου είναι ίσως καλύτερα γνωστός για την αποκάλυψη που έλαβε επί τού νόμου των δεκάτων. Τον Μάιο τού 1899, αισθάνθηκε την προτροπή να ταξιδεύσει στο Σεντ Τζωρτζ τής Γιούτα μαζί με άλλους ηγέτες τής Εκκλησίας. Αν και δεν ήξερε γιατί έπρεπε να πάνε, εκείνος και οι αδελφοί του ανταποκρίθηκαν γρήγορα στην προτροπή και εντός περίπου δύο εβδομάδων ήσαν στο Σεντ Τζωρτζ. Στις 17 Μαΐου, αφού έφθασε στο Σεντ Τζωρτζ, ο Πρόεδρος Σνόου έλαβε μία αποκάλυψη ότι θα έπρεπε να κηρύξει τον νόμο των δεκάτων. Την επομένη, έκανε την ακόλουθη δήλωση προς τους Αγίους: «Ο λόγος τού Κυρίου προς εσάς δεν είναι κάτι νέο. Είναι απλώς ο εξής: Ο ΚΑΙΡΟΣ ΕΧΕΙ ΕΛΘΕΙ ΤΩΡΑ ΓΙΑ ΚΑΘΕ ΑΓΙΟ ΤΩΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΩΝ ΗΜΕΡΩΝ, Ο ΟΠΟΙΟΣ ΕΛΠΙΖΕΙ ΝΑ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΘΕΙ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΚΑΙ ΝΑ ΚΡΑΤΗΣΕΙ ΤΑ ΠΟΔΙΑ ΤΟΥ ΓΕΡΑ ΕΠΑΝΩ ΣΕ ΕΝΑ ΚΑΤΑΛΛΗΛΟ ΘΕΜΕΛΙΟ, ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΤΟ ΘΕΛΗΜΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΚΑΙ ΝΑ ΠΛΗΡΩΝΕΙ ΤΑ ΔΕΚΑΤΑ ΤΟΥ ΠΛΗΡΩΣ. Αυτός είναι ο λόγος τού Κυρίου προς εσάς και θα είναι ο λόγος τού Κυρίου προς κάθε αποικισμό σε όλη τη γη τής Σιών».77

Αφού εκφώνησε αυτό το μήνυμα στο Σεντ Τζωρτζ, ο Πρόεδρος Σνόου και οι συνταξιδιώτες του ανέφεραν το ίδιο μήνυμα σε κωμοπόλεις τής νοτίου Γιούτα και σε άλλες κοινότητες ανάμεσα στο Σεντ Τζωρτζ και τη Σωλτ Λέηκ Σίτυ. Μέχρι να επιστρέψουν στις 27 Μαΐου, είχαν διεξαγάγει 24 συγκεντρώσεις στις οποίες ο Πρόεδρος Σνόου είχε εκφωνήσει 26 ομιλίες και χαιρετίσει διά χειραψίας 4.417 παιδιά. Είχαν ταξιδεύσει 676 χιλιόμετρα με τρένο και 494 χιλιόμετρα με άλογο και άμαξα.78 Η εμπειρία γέμιζε τον Πρόεδρο Σνόου με ενέργεια και αδημονούσε να εξακολουθεί να κηρύττει τον νόμο των δεκάτων σε όλη την Εκκλησία. «Είμαι τόσο ευχαριστημένος με το αποτέλεσμα αυτής τής επίσκεψης», είπε, «που θα ήθελα να ταξιδεύσω σε όλους τους πασσάλους στη Σιών στο εγγύς μέλλον».79 Προήδρευσε σε πολλές συνελεύσεις πασσάλου, όπου υποσχέθηκε στους Αγίους ότι η υπακοή σε αυτόν τον νόμο θα προετοίμαζε τα μέλη τής Εκκλησίας να λάβουν εγκόσμιες και πνευματικές ευλογίες.80 Υποσχέθηκε επίσης ότι η υπακοή στον νόμο των δεκάτων θα έδιδε τη δυνατότητα στην Εκκλησία να απαλλαγεί από τα χρέη.81

Σε όλη την Εκκλησία, μέλη ανταποκρίθηκαν στη συμβουλή τού Προέδρου Σνόου με ανανεωμένη αφοσίωση. Το 1904, ο ιστορικός Όρσον Ουίτνυ, ο οποίος θα υπηρετούσε αργότερα ως μέλος τής Απαρτίας των Δώδεκα, έγραψε: «Το αποτέλεσμα τής κίνησης ήταν άμεσο. Δεκάτη και προσφορές έρχονταν υπερχειλιζόμενες με προθυμία και πληθώρα άγνωστες για χρόνια, και με πολλούς τρόπους η κατάσταση τής Εκκλησίας βελτιώθηκε και οι προοπτικές της για το μέλλον φάνηκαν καλύτερες. Οι άνθρωποι αγαπούσαν κατά το παρελθόν τον Πρόεδρο Σνόου και είχαν εμπιστοσύνη σε αυτόν και τώρα αυτά τα καλά συναισθήματα αυξήθηκαν και ενισχύθηκαν».82 Ο Πρόεδρος Χίμπερ Γκραντ, ο οποίος ήταν μέλος τής Απαρτίας των Δώδεκα, όταν έλαβε ο Πρόεδρος Σνόου την αποκάλυψη επί των δεκάτων, δήλωσε αργότερα: «Ο Λορέντζο Σνόου ήλθε στην προεδρία τής Εκκλησίας, όταν ήταν ογδόντα πέντε ετών και αυτά που επέτυχε κατά τη διάρκεια των επομένων τριών ετών τής ζωής του είναι απλώς θαυμαστά να τα σκεφθεί κανείς. …Σε τρία σύντομα χρόνια, αυτός ο άνδρας, τον οποίον ο κόσμος θεωρούσε πολύ μεγάλο για να κάνει οτιδήποτε χρήσιμο, αυτός ο άνδρας που δεν είχε ασχοληθεί με οικονομικές υποθέσεις, ο οποίος είχε αφιερώσει τη ζωή του χρόνια στο έργο στον Ναό, ανέλαβε τα οικονομικά τής Εκκλησίας τού Χριστού, υπό την έμπνευση τού ζώντος Θεού και σε αυτά τα τρία χρόνια άλλαξε τα πάντα, από οικονομικής απόψεως, από το σκότος στο φως».83

Καταθέτοντας μαρτυρία κατά τις τελικές ημέρες τής διακονίας του

Την 1η Ιανουαρίου 1901, ο Πρόεδρος Σνόου παρευρέθη σε μία ειδική συγκέντρωση στο Ταμπερνάκλ τής Σωλτ Λέηκ, για να καλωσορίσει τον 20ο αιώνα. Άνθρωποι όλων των θρησκειών ήταν προσκεκλημένοι να παρευρεθούν. Ο Πρόεδρος είχε προετοιμάσει ένα μήνυμα για την εκδήλωση, αλλά δεν ήταν εις θέσιν να το διαβάσει μόνος του, επειδή είχε κρυώσει σοβαρά. Ύστερα από τον εναρκτήριο ύμνο, την εναρκτήρια προσευχή και ένα τραγούδι που τραγούδησε η Χορωδία τού Ταμπερνάκλ, ο υιός τού Προέδρου Σνόου, ΛιΡόι, σηκώθηκε και διάβασε το μήνυμα με τίτλο «Χαιρετισμός στον κόσμο από τον Πρόεδρο Λορέντζο Σνόου».84 Τα τελικά λόγια τού μηνύματος έδειχναν τα συναισθήματα τού Προέδρου Σνόου για το έργο τού Κυρίου:

«Στο ογδοηκοστό έβδομο έτος τής ηλικίας μου επάνω στη γη, αισθάνομαι γεμάτος με δυνατή επιθυμία προς όφελος τής ανθρωπότητος. …Σηκώνω τα χέρια μου και επικαλούμαι τις ευλογίες των ουρανών επάνω στους κατοίκους τής γης. Είθε η λαμπρότητα εκ των άνω να σας χαμογελά. Είθε οι θησαυροί τού εδάφους και οι καρποί τής γης να παράγονται αφειδώς για το καλό σας. Είθε το φως τής αλήθειας να διώξει το σκότος από την ψυχή σας. Είθε η χρηστότητα να αυξηθεί και η ανομία να μειωθεί. …Είθε η δικαιοσύνη να θριαμβεύσει και η διαφθορά να εξαλειφθεί. Και είθε η αρετή, η αγνότητα και η τιμή να επικρατήσουν, έως ότου υπερνικηθεί το κακό και η γη καθαρισθεί από την ανομία. Ας ξεπροβάλλουν αυτά τα αισθήματα, ως η φωνή των μορμόνων στα βουνά τής Γιούτα, σε όλον τον κόσμο και ας γνωρίζουν όλοι οι άνθρωποι ότι επιθυμία και αποστολή μας είναι για την ευλόγηση και σωτηρία όλης τής ανθρώπινης φυλής. …Δοξασμένος ας είναι ο Θεός στη νίκη που θα επέλθει επί τής αμαρτίας, τής λύπης, τής δυστυχίας και τού θανάτου. Ειρήνη σε σας όλους!»85

Στις 6 Οκτωβρίου 1901, ο Πρόεδρος Λορέντζο Σνόου σηκώθηκε να μιλήσει σε άλλους Αγίους στην τελική συγκέντρωση τής γενικής συνελεύσεως. Ήταν αρκετά άρρωστος πολλές ημέρες και, όταν έφθασε στον άμβωνα, είπε: «Αγαπητοί αδελφοί και αδελφές μου, είναι εκπληκτικό για εμένα να προσπαθήσω να σας μιλήσω αυτό το απόγευμα». Μοιράσθηκε ένα σύντομο μήνυμα σχετικά με την ηγεσία στην Εκκλησία. Μετά είπε τα τελικά λόγια που θα άκουγαν τα κοινά μέλη τής Εκκλησίας από αυτόν: «Ο Θεός να σας ευλογεί. Αμήν».86

Τέσσερις ημέρες αργότερα, ο Πρόεδρος Σνόου πέθανε από πνευμονία. Ύστερα από την κηδεία στο Ταμπερνάκλ τής Σωλτ Λέηκ, η σορός του ετάφη σε ένα κοιμητήριο στην αγαπημένη του Μπρίγκαμ Σίτυ.

Σημειώσεις

  1. Λορέντζο Σνόου, στο Λυκούργος A. Γουίλσον, Life of David W. Patten, the First Apostolic Martyr (1900), v.

  2. Λορέντζο Σνόου, “The Grand Destiny of Man,” Deseret Evening News, 20 Ιουλίου 1901, 22.

  3. Λορέντζο Σνόου, στο Life of David W. Patten, the First Apostolic Martyr, v.

  4. Λορέντζο Σνόου, στο Life of David W. Patten, the First Apostolic Martyr, v.

  5. Βλέπε Ιλάιζα Σνόου Σμιθ, Biography and Family Record of Lorenzo Snow (1884), 1–2.

  6. Ιλάιζα Σνόου Σμιθ, Biography and Family Record of Lorenzo Snow, (2).

  7. Λορέντζο Σνόου, Journal and Letterbook, 1836–1845, Βιβλιοθήκη Ιστορίας τής Εκκλησίας, 18.

  8. Ιλάιζα Σνόου Σμιθ, Biography and Family Record of Lorenzo Snow, 2–3.

  9. Ιλάιζα Σνόου Σμιθ, Biography and Family Record of Lorenzo Snow, 3.

  10. Ιλάιζα Σνόου Σμιθ, Biography and Family Record of Lorenzo Snow, 2, 3.

  11. Όρσον Ουίτνυ, History of Utah, 4 τόμοι (1892–1904), 4:223.

  12. Βλέπε Biography and Family Record of Lorenzo Snow, 4.

  13. Λορέντζο Σνόου, Journal and Letterbook, 1836–1845, 57–62.

  14. Βλέπε Λορέντζο Σνόου, Journal and Letterbook, 1836–1845, 32.

  15. Ιλάιζα Σνόου Σμιθ, Biography and Family Record of Lorenzo Snow, 6.

  16. Λορέντζο Σνόου, “The Grand Destiny of Man,” 22. Για περισσότερα σχετικά με τη μεταστροφή τού Λορέντζο Σνόου, βλέπε κεφάλαιο 3.

  17. Ιλάιζα Σνόου Σμιθ, Biography and Family Record of Lorenzo Snow, 6.

  18. Λορέντζο Σνόου, Journal and Letterbook, 1836–1845, 33.

  19. Λορέντζο Σνόου, Journal and Letterbook, 1836–1845, 33. Βλέπε, επίσης, “The Grand Destiny of Man,” 22.

  20. Λορέντζο Σνόου, “The Grand Destiny of Man,” 22.

  21. Λορέντζο Σνόου, στο Biography and Family Record of Lorenzo Snow, 15.

  22. Λορέντζο Σνόου, “The Grand Destiny of Man,” 22.

  23. Λορέντζο Σνόου, στο Biography and Family Record of Lorenzo Snow, 16.

  24. Βλέπε Biography and Family Record of Lorenzo Snow, 16, 19.

  25. Λορέντζο Σνόου, στο Biography and Family Record of Lorenzo Snow, 19.

  26. Λορέντζο Σνόου, στο Biography and Family Record of Lorenzo Snow, 30.

  27. Λορέντζο Σνόου, στο Biography and Family Record of Lorenzo Snow, 37–38.

  28. Γράμμα από τον Λορέντζο Σνόου στον Όλιβερ Σνόου, το οποίο παρετέθη σε ένα γράμμα από την Ιλάιζα Σνόου προς τον Ισαάκ Στρίτορ, 22 Φεβρουαρίου 1839, Βιβλιοθήκη Ιστορίας τής Εκκλησίας.

  29. Λορέντζο Σνόου, στο Biography and Family Record of Lorenzo Snow, 37.

  30. Γράμμα από τον Λορέντζο Σνόου στον Όλιβερ Σνόου, το οποίο παρετέθη σε ένα γράμμα από την Ιλάιζα Σνόου προς τον Ισαάκ Στρίτορ, 22 Φεβρουαρίου 1839.

  31. Λορέντζο Σνόου, στο Biography and Family Record of Lorenzo Snow, 19.

  32. Λορέντζο Σνόου, στο Biography and Family Record of Lorenzo Snow, 47.

  33. Λορέντζο Σνόου, στο Biography and Family Record of Lorenzo Snow, 50–51. Για περισσότερα σχετικά με το ταξίδι στην Αγγλία, βλέπε 14ο κεφάλαιο.

  34. Λορέντζο Σνόου, στο Biography and Family Record of Lorenzo Snow, 58–59.

  35. Γράμμα από τον Λορέντζο Σνόου στον Χίμπερ Κίμπαλ, 22 Οκτωβρίου 1841, στο Lorenzo Snow, Letterbook, 1839–1846, Βιβλιοθήκη Ιστορίας τής Εκκλησίας.

  36. Γράμμα από τον Λορέντζο Σνόου στον Χίμπερ Κίμπαλ, 22 Οκτωβρίου 1841, στο Lorenzo Snow, Letterbook, 1839–1846.

  37. Γράμμα από τον Λορέντζο Σνόου στον Τζωρτζ Α. Σμιθ, 20 Ιανουαρίου 1842, στο Lorenzo Snow, Letterbook, 1839–1846.

  38. Λορέντζο Σνόου, Journal and Letterbook, 1836–1845, 45.

  39. Λορέντζο Σνόου, Journal and Letterbook, 1836–1845, 65–66.

  40. Λορέντζο Σνόου, Journal and Letterbook, 1836–1845, 72–83.

  41. Λορέντζο Σνόου, Journal and Letterbook, 1836–1845, 91.

  42. Ιλάιζα Σνόου Σμιθ, Biography and Family Record of Lorenzo Snow, 74–75. Βλέπε, επίσης, σελίδα 73.

  43. Λορέντζο Σνόου, Journal and Letterbook, 1836–1845, 49.

  44. Λορέντζο Σνόου, στο Biography and Family Record of Lorenzo Snow, 79.

  45. Λορέντζο Σνόου, στο Biography and Family Record of Lorenzo Snow, 79.

  46. Λορέντζο Σνόου, στο Biography and Family Record of Lorenzo Snow, 79, 82.

  47. Λορέντζο Σνόου, στο “Laid to Rest: The Remains of President John Taylor Consigned to the Grave,” Millennial Star, 29 Αυγούστου 1887, 549. Για περισσότερα σχόλια τού Λορέντζο Σνόου σχετικά με τον μαρτυρικό θάνατο τού Τζόζεφ Σμιθ, βλέπε 23ο κεφάλαιο.

  48. Βλέπε Ιλάιζα Σνόου Σμιθ, Biography and Family Record of Lorenzo Snow, 84.

  49. Τζόζεφ Σμιθ, ο οποίος παρετέθη από τον Λορέντζο Σνόου, στο Biography and Family Record of Lorenzo Snow, 70.

  50. Για περισσότερα σχετικά με την εμπειρία στο Όρος Φασγά, βλέπε 7ο κεφάλαιο.

  51. Βλέπε Biography and Family Record of Lorenzo Snow, 94–95.

  52. Λορέντζο Σνόου, “Address of Apostle Lorenzo Snow,” Millennial Star, 15 Φεβρουαρίου 1886, 110.

  53. Λορέντζο Σνόου, Deseret News, 14 Ιανουαρίου 1857, 355.

  54. Γράμμα από τον Λορέντζο Σνόου στην Ιλάιζα Σνόου, στο The Italian Mission (1851), 5.

  55. Γράμμα από τον Λορέντζο Σνόου στον Φράνκλιν Ρίτσαρντς, στο The Italian Mission, 8–10.

  56. Γράμμα από τον Λορέντζο Σνόου στον Μπρίγκαμ Γιανγκ, στο The Italian Mission, 10–11.

  57. Βλέπε γράμμα από τον Λορέντζο Σνόου στον Μπρίγκαμ Γιανγκ, στο The Italian Mission, 15–17.

  58. Βλέπε γράμμα από τον Λορέντζο Σνόου στον Μπρίγκαμ Γιανγκ, στο The Italian Mission, 17.

  59. Γράμμα από τον Λορέντζο Σνόου στον Φράνκλιν Ρίτσαρντς, στο The Italian Mission, 20.

  60. Γράμμα από τον Λορέντζο Σνόου στον Όρσον Χάιντ, στο The Italian Mission, 23.

  61. Γράμμα από τον Χαμπές Γούνταρντ στον Λορέντζο Σνόου, στο The Italian Mission, 26.

  62. Παρετέθη σε ένα γράμμα από τον Χαμπές Γούνταρντ στον Λορέντζο Σνόου, στο The Italian Mission, 26.

  63. Στο Conference Report, Οκτ. 1994, 97 ή Ensign, Νοέμβρ. 1994, 74.

  64. Λέσλι Γούντροφ Σνόου, “President Lorenzo Snow, as the Silver Grays of Today Remember Him,” Young Woman’s Journal, Σεπτ. 1903, 391.

  65. Για περισσότερα σχετικά με την εμπειρία τού Πρεσβυτέρου Σνόου στις Νήσους τής Χαβάης, βλέπε 4ο κεφάλαιο.

  66. Για περισσότερα σχετικά με την εμπειρία τού Πρεσβυτέρου Σνόου στους Αγίους Τόπους, βλέπε 24ο κεφάλαιο.

  67. Χίμπερ Γκραντ, στο Conference Report, Ιούνιος 1919, 10.

  68. Deseret Evening News, 3 Απριλίου 1894, 4.

  69. Τζέικομπ Τζένσεν, παρετέθη στο ΛιΡόι Σνόου, “Raised from the Dead,” Improvement Era, Σεπτ. 1929, 884–86.

  70. Βλέπε ΛιΡόι Σνόου, “Raised from the Dead,” 886, ΛιΡόι Σνόου, “Raised from the Dead (Conclusion),” Improvement Era, Οκτ. 1929, 975–79.

  71. Βλέπε ΛιΡόι Σνόου, “Raised from the Dead (Conclusion),” 980.

  72. Βλέπε ΛιΡόι Σνόου, “An Experience of My Father’s,” Improvement Era, Σεπτ. 1933, 677. Βλέπε, επίσης, αλληλογραφία μεταξύ τού Πρεσβυτέρου Τζων Γουίντσοου και τού Νόα Ποντ, συζύγου τής Άλις Αρμίντα Σνόου Γιανγκ Ποντ, 30 Οκτωβρίου 1945 και 12 Νοεμβρίου 1946, Βιβλιοθήκη Ιστορίας τής Εκκλησίας. Ο Πρόεδρος Μπρίγκαμ Γιανγκ περίμενε περισσότερο από τρία χρόνια, ύστερα από τον μαρτυρικό θάνατο τού Προφήτου Τζόζεφ Σμιθ, προτού αναδιοργανώσει την Πρώτη Προεδρία. Ο Πρόεδρος Τζων Τέιλορ περίμενε περισσότερο από τρία χρόνια μετά τον θάνατο τού Προέδρου Γιανγκ. Ο Πρόεδρος Γούντροφ περίμενε σχεδόν δύο χρόνια μετά τον θάνατο τού Προέδρου Τέιλορ. Για περισσότερα σχετικώς με την ουράνια φανέρωση που έλαβε ο Πρόεδρος Σνόου στον ναό, βλέπε 20ο κεφάλαιο.

  73. Λορέντζο Σνόου, στο “President Snow in Cache Valley,” Deseret Evening News, 7 Αυγούστου 1899, 1.

  74. Biographical Notes on Lorenzo Snow, συλλογή υπό ΛιΡόι Σνόου, Βιβλιοθήκη Ιστορίας τής Εκκλησίας, 2.

  75. Ο. Ντ. Κόρνελ, ο οποίος παρετέθη στο “Mormonism in Salt Lake,” Millennial Star, 14 Σεπτεμβρίου 1899, 579.

  76. Αιδεσιμότατος Πρέντις, ο οποίος παρετέθη στον Νεφί Άντερσον, “Life and Character Sketch of Lorenzo Snow,” Improvement Era, Ιούνιος 1899, 569–70.

  77. Λορέντζο Σνόου, Millennial Star, 24 Αυγούστου 1899, 533. Βλέπε, επίσης, Deseret Evening News, 17 Μαΐου 1899, 2. Deseret Evening News, 18 Μαΐου 1899, 2. Το Millennial Star λέει ότι ο Πρόεδρος Σνόου εκφώνησε αυτήν την ομιλία στις 8 Μαΐου, αλλά άλλες σύγχρονες πηγές δείχνουν ότι την εκφώνησε στις 18 Μαΐου. Ο Πρόεδρος Σνόου μίλησε επίσης για τα δέκατα στις 17 Μαΐου. Για μια πιο ολοκληρωμένη αφήγηση για την αποκάλυψη επί των δεκάτων, βλέπε 12ο κεφάλαιο.

  78. Βλέπε “Pres. Snow Is Home Again,” Deseret Evening News, 27 Μαΐου 1899, 1.

  79. Λορέντζο Σνόου, στο “Pres. Snow Is Home Again,” 1.

  80. Βλέπε, για παράδειγμα, Deseret Evening News, 24 Ιουνίου 1899, 3.

  81. Βλέπε, για παράδειγμα, Improvement Era, Αύγ. 1899, 793.

  82. Όρσον Ουίτνυ, History of Utah, 4:226.

  83. Χίμπερ Γκραντ, στο Conference Report, Ιούνιος 1919, 10.

  84. Βλέπε “Special New Century Services,” Deseret Evening News, 1η Ιανουαρίου 1901, 5.

  85. Λορέντζο Σνόου, “Greeting to the World by President Lorenzo Snow,” Deseret Evening News, 1η Ιανουαρίου 1901, 5.

  86. Λορέντζο Σνόου, στο Conference Report, Οκτ. 1901, 60, 62.

Ο πατέρας τού Λορέντζο Σνόου, Όλιβερ Σνόου

Ο Λορέντζο Σνόου βαπτίσθηκε και επικυρώθηκε στο Κίρτλαντ τού Οχάιο τον Ιούνιο τού 1836, δύο μήνες αφότου αφιερώθηκε ο Ναός τού Κίρτλαντ, ο οποίος απεικονίζεται εδώ.

Ο Πρεσβύτερος Λορέντζο Σνόου

Πολλοί πρώτοι Άγιοι μετανάστευαν από την Ευρώπη, για να ενωθούν με τους Αγίους στις Ηνωμένες Πολιτείες τής Αμερικής.

Στο πλοίο Swanton, ένας σοβαρά τραυματισμένος άνδρας θεραπεύθηκε αμέσως μετά τη χορήγηση ευλογίας τής ιεροσύνης από τον Πρεσβύτερο Λορέντζο Σνόου.

Ο Λορέντζο Σνόου υπηρέτησε ως ηγέτης ομάδων πρωτοπόρων που έφθασαν στην Κοιλάδα τής Σωλτ Λέηκ το 1848.

Μπότες, παπούτσια, ιπποσκευές και καπέλα φτειάχνονταν σε αυτό το κτήριο στην Μπρίγκαμ Σίτυ τής Γιούτα.

Η Πρώτη Προεδρία και η Απαρτία των Δώδεκα Αποστόλων το 1898. Επάνω σειρά, από αριστερά προς δεξιά: Άντον Λαντ, Τζων Τέιλορ, Τζων Χένρυ Σμιθ, Χίμπερ Γκραντ, Μπρίγκαμ Γιανγκ ο νεότερος, Τζωρτζ Τίσντεϊλ, Ράντζερ Κλόσον, Μάρινερ Μέριλ. Μεσαία σειρά: Φράνσιν Λάιμαν, Τζωρτζ Κάνον, Λορέντζο Σνόου, Τζόζεφ Φ. Σμιθ, Φράνκλιν Ρίτσαρντς. Κάτω σειρά: Ματίας Κόλεϊ, Άμπραχαμ Γούντροφ.