2010-2019
Να η μητέρα σου
Οκτωβρίου 2015


Να η μητέρα σου

Καμία αγάπη στη θνητότητα δεν προσεγγίζει περισσότερο την αγνή αγάπη του Χριστού, από την ανιδιοτελή αγάπη μιας αφοσιωμένης μητέρας προς το παιδί της.

Επιτρέψατέ μου να συμμετάσχω με όλους σας στο καλωσόρισμα του Πρεσβυτέρου Ρόναλντ Ράσμπαντ, του Πρεσβυτέρου Γκάρυ Στήβενσον και του Πρεσβυτέρου Ντέιλ Ρένλαντ και των συζύγων τους στην πιο γλυκιά συντροφιά που θα μπορούσαν πιθανόν να φαντασθούν.

Προφητεύοντας για την Εξιλέωση του Σωτήρα, ο Ησαΐας έγραψε: «Βάσταξε τις ασθένειές μας, και επιφορτίστηκε τις θλίψεις μας»1. Ένα μεγαλειώδες όραμα των τελευταίων ημερών τόνισε ότι «[Ο Ιησούς] ήλθε στον κόσμο… [για] να σηκώσει τις αμαρτίες τού κόσμου»2. Τόσο οι αρχαίες, όσο και οι σύγχρονες γραφές δίνουν μαρτυρία ότι «τους λύτρωσε, και τους βαστούσε και τους σήκωνε όλες τις ημέρες τού παρελθόντος»3. Ένας αγαπημένος ύμνος παρακαλεί μαζί μας: «Ακούστε του μεγάλου Λυτρωτή μας τη φωνή!»4.

Βαστά, βάσταξε, έφερε, απελευθέρωσε. Αυτά είναι ισχυρά, ελπιδοφόρα μεσσιανικά λόγια. Φέρνουν βοήθεια και ελπίδα για ασφαλή μετακίνηση από εκεί που είμαστε σε αυτό που πρέπει να γίνουμε -- όμως δεν μπορούμε να το φθάσουμε χωρίς βοήθεια. Αυτά τα λόγια σημαίνουν, επίσης, φορτίο, μόχθο και κούραση -- τα πιο κατάλληλα λόγια για να περιγράψουν την αποστολή Εκείνου ο οποίος, με ανείπωτο κόστος, μας υψώνει όταν έχουμε πέσει, μας φέρει να προχωρήσουμε μπροστά όταν έχει φύγει η δύναμη, μας φέρνει με ασφάλεια στο σπίτι, όταν η ασφάλεια φαίνεται δυσκολότερη από τις δυνατότητές μας. «Ο Πατέρας μου με έστειλε» είπε «για να μπορέσω να υψωθώ επάνω στο σταυρό…, ώστε όπως εγώ υψώθηκα… έτσι ακριβώς να υψωθούν οι άνθρωποι… εμπρός μου»5.

Όμως μπορείτε να ακούσετε σε αυτά τα λόγια μια άλλη πτυχή της ανθρώπινης προσπάθειας, όπου επίσης χρησιμοποιούμε λόγια, όπως βαστά και βάσταξε,έφερε και ύψωσε,μόχθησε και απελευθέρωσε; Όπως είπε ο Ιησούς στον Ιωάννη κατά το τελευταίο στάδιο της Εξιλέωσης, έτσι λέει σε όλους εμάς: «Να η μητέρα σου!»6.

Σήμερα διακηρύσσω από αυτόν τον άμβωνα αυτό που έχει ήδη ειπωθεί εδώ: ότι καμία αγάπη στη θνητότητα δεν προσεγγίζει περισσότερο την αγνή αγάπη του Χριστού, από την ανιδιοτελή αγάπη μιας αφοσιωμένης μητέρας προς το παιδί της. Όταν ο Ησαΐας, μιλώντας μεσσιανικά, θέλησε να μεταδώσει την αγάπη του Ιεχωβά, επικαλέστηκε την εικόνα της αφοσίωσης μιας μητέρας. «Μπορεί η γυναίκα να λησμονήσει το βρέφος της που θηλάζει;» ρωτά. Υπονοεί ότι η ιδέα είναι παράλογη, αν και όχι τόσο παράλογη όσο το να σκεφθούμε ότι θα μας ξεχάσει ποτέ ο Χριστός7.

Αυτή η ανυποχώρητη αγάπη «μακροθυμεί, αγαθοποιεί… δεν ζητάει τα δικά της… αλλά… όλα τα ανέχεται, όλα τα πιστεύει, όλα τα ελπίζει, όλα τα υπομένει»8. Πιο ενθαρρυντικό από όλα, αυτή η πίστη ποτέ «δεν ξεπέφτει»9. «Επειδή, τα βουνά θα μετατοπιστούν, και οι λόφοι θα μετακινηθούν» είπε ο Ιεχωβά «όμως το έλεός μου δεν θα εκλείψει από σένα»10. Αυτό λένε και οι μητέρες μας.

Βλέπετε, δεν είναι μόνον ότι μας φέρουν, αλλά εξακολουθούν να φέρουν τα βάρημαζί μας. Δεν είναι μόνον ότι μας φέρουν κατά την εγκυμοσύνη, αλλά ότι μας βοηθούν να φέρουμε τα φορτία μας σε όλη μας τη ζωή κι αυτό είναι που κάνει τη μητρική αγάπη ένα τόσο τεράστιο άθλο. Βεβαίως, υπάρχουν εξαιρέσεις που ραγίζουν την καρδιά, όμως οι περισσότερες μητέρες γνωρίζουν από διαίσθηση και ένστικτο ότι αυτή είναι μία ιερή εμπιστοσύνη του ανώτατου βαθμού. Το βάρος εκείνης της συνειδητοποίησης, ιδιαίτερα για τους νέους μητρικούς ώμους, μπορεί να είναι πολύ αποθαρρυντικό.

Μια θαυμάσια νεαρή μητέρα μου έγραψε πρόσφατα: «Πώς γίνεται ένα ανθρώπινο ον να αγαπά ένα παιδί τόσο βαθιά, ώστε πρόθυμα δίνεις ένα μεγάλο μέρος της ελευθερίας σου για αυτό; Πώς μπορεί η θνητή αγάπη να είναι τόσο δυνατή, ώστε οικειοθελώς υποτάσσεις τον εαυτό σου στην ευθύνη, την τρωτότητα, την αγωνία και τον πόνο καρδιάς και απλώς επανέρχεσαι για περισσότερα από τα ίδια; Ποιο είδος θνητής αγάπης μπορεί να σας κάνει να αισθανθείτε, όταν αποκτήσετε παιδί, ότι η ζωή σας δεν είναι ποτέ, ποτέ ξανά δική σας; Η μητρική αγάπη πρέπει να είναι ουράνια. Δεν υπάρχει άλλη εξήγηση γι’ αυτό. Αυτό που κάνουν οι μητέρες είναι θεμελιώδες στοιχείο του έργου τού Χριστού. Αυτό και μόνο θα ήταν αρκετό να μας πει για τον αντίκτυπο μιας τέτοιας αγάπης που εκτείνεται από το αβάσταχτο έως το υπέρτατο, ξανά και ξανά, μέχρις ότου, με την ασφάλεια και τη σωτηρία και του τελευταίου παιδιού στη γη, μπορούμε κι εμείς [τότε] να πούμε μαζί με τον Ιησού: “[Πατέρα!] Το έργο, που μου έδωσες να κάνω, το τελείωσα”»11.

Με την καλαισθησία εκείνης της επιστολής να αντηχεί στο νου μας, επιτρέψτε μου να σας μιλήσω για τρεις εμπειρίες που αντικαθρεφτίζουν τη μεγαλειώδη επίδραση των μητέρων που γνώρισα στη διακονία μου εδώ και λίγες μόνον εβδομάδες:

Η πρώτη αφήγησή μου είναι προειδοποιητική, μας θυμίζει ότι κάθε μητρική προσπάθεια δεν έχει ένα τέλος όπως στις ιστορίες των βιβλίων, τουλάχιστον όχι άμεσα. Αυτή η υπενθύμιση απορρέει από μία συνομιλία μου με έναν αγαπητό φίλο 50 και πλέον ετών, ο οποίος πέθαινε μακριά από αυτήν την Εκκλησία που ήξερε μέσα στην καρδιά του ότι ήταν αληθινή. Όσο κι αν προσπάθησα να τον παρηγορήσω, δεν έφερνα ειρήνη μέσα του. Τελικά ισοσταθμίστηκε με εμένα. «Τζεφ» είπε «όσο οδυνηρό κι αν θα είναι να σταθώ ενώπιον του Θεού, δεν μπορώ να αντέξω τη σκέψη ότι θα σταθώ εμπρός στη μητέρα μου. Το Ευαγγέλιο και τα παιδιά της σήμαιναν τα πάντα για εκείνη. Ξέρω ότι έχω ραγίσει την καρδιά της κι αυτό ραγίζει τη δική μου καρδιά».

Τώρα, είμαι απόλυτα βέβαιος ότι μετά τον θάνατό του η μητέρα του δέχθηκε τον φίλο μου με ανοιχτή, στοργική αγκαλιά. Αυτό κάνουν οι γονείς. Όμως, το προειδοποιητικό μέρος αυτής της ιστορίας είναι ότι τα παιδιά μπορεί να ραγίσουν την καρδιά της μητέρας τους. Εδώ επίσης βλέπουμε άλλη μία σύγκριση με το θείο. Δεν χρειάζεται να θυμηθούμε ότι ο Ιησούς πέθανε με ραγισμένη καρδιά, κουρασμένος και εξαντλημένος, φέροντας τις αμαρτίες του κόσμου. Έτσι, σε κάθε στιγμή πειρασμού, είθε να «[βλέπουμε] τη μητέρα [μας]» όπως και ο Σωτήρας μας και να την απαλλάσσουμε από τη θλίψη των αμαρτιών μας.

Δεύτερον, μιλώ για έναν νέο άνδρα ο οποίος εισήλθε στο ιεραποστολικό πεδίο άξια, όμως με δική του επιλογή επέστρεψε στο σπίτι νωρίτερα, εξαιτίας έλξης προς το ίδιο φύλο και το ψυχικό τραύμα που βίωσε από αυτό. Ήταν ακόμα άξιος, όμως η πίστη του διερχόταν κρίση, το συναισθηματικό φορτίο του έγινε ακόμη βαρύτερο και ο πνευματικός πόνος του γινόταν όλο και βαθύτερος. Τα συναισθήματά του εναλλάσσονταν από τον πόνο, στη σύγχυση, τον θυμό και την απελπισία.

Ο πρόεδρος ιεραποστολής του, ο πρόεδρος πασσάλου του και ο επίσκοπός του δαπάνησαν αμέτρητες ώρες ερευνώντας, θρηνώντας και ευλογώντας τον καθώς τον βοηθούσαν, όμως ένα μεγάλο μέρος του ψυχικού τραύματός του ήταν τόσο προσωπικό, ώστε τουλάχιστον τμήματα αυτού τα κρατούσε μακριά τους. Ο αγαπημένος πατέρας στην ιστορία αυτή έδωσε όλη την ψυχή του για να βοηθήσει αυτό το παιδί, όμως οι απαιτητικές περιστάσεις του επαγγέλματός του άφηναν αυτό το αγόρι και τη μητέρα του να αντιμετωπίζουν μόνοι τους την πνευματική πάλη που ζούσε τα ατέλειωτα σκοτεινά βράδια. Ημέρα και νύχτα, στην αρχή επί εβδομάδες, μετά επί μήνες που έγιναν χρόνια, επιζητούσαν ίαση και υγεία μαζί. Σε περιόδους πικρίας (κυρίως δικές του, αλλά κάποιες φορές και δικές της) και ατελείωτου φόβου (κυρίως δικού της, αλλά κάποιες φορές και δικού του), έφερε το βάρος --ξανά αυτή η όμορφη, με φορτίο λέξη-- κατέθεσε μαρτυρία στη μαρτυρία του γιου της για τη δύναμη του Θεού, για την Εκκλησία Του, όμως ιδιαίτερα για την αγάπη Του προς αυτό το παιδί. Συγχρόνως, έδωσε μαρτυρία και για τη δική της ακλόνητη, ανυποχώρητη, άσβεστη αγάπη για εκείνον. Για να ενώσει εκείνους τους δύο απόλυτα κρίσιμους, ουσιώδεις πυλώνες της ίδιας της ύπαρξής της --το Ευαγγέλιο του Ιησού Χριστού και την οικογένειά της-- κατέφυγε σε ατελείωτη, από βάθους ψυχής, προσευχή. Νήστεψε και θρήνησε, θρήνησε και νήστεψε και μετά άκουσε προσεκτικά ξανά και ξανά καθώς ο γιος αυτός τής επαναλάμβανε πώς ράγιζε η καρδιά του. Έτσι τον «έφερε» --ξανά-- μόνον που τη φορά αυτή δεν ήταν για εννέα μήνες. Τη φορά αυτή πίστευε ότι ο κόπος να τον βγάλει από το τσακισμένο τοπίο της απελπισίας του θα κρατούσε για πάντα.

Όμως με τη χάρη του Θεού, τη δική της εμμονή και τη βοήθεια αμέτρητων ηγετών της Εκκλησίας, φίλων, μελών της οικογένειας και επαγγελματιών, αυτή η επίμονη μητέρα είδε τον γιο της να επιστρέφει στη γη της επαγγελίας. Δυστυχώς αναγνωρίζουμε ότι μια τέτοια ευλογία δεν έρχεται, ή τουλάχιστον δεν έχει έρθει ακόμα, σε όλους τους γονείς που αγωνιούν για πάμπολλες περιστάσεις, αλλά εδώ υπήρχε ελπίδα. Και πρέπει να πω ότι ο σεξουαλικός προσανατολισμός δεν άλλαξε κάπως κατά τρόπο θαυμαστό -- κανείς δεν υπέθεσε ότι θα άλλαζε. Όμως λίγο-λίγο, η καρδιά του άλλαζε.

Άρχισε να παρευρίσκεται ξανά στην εκκλησία. Επέλεξε να μεταλαβαίνει πρόθυμα και άξια. Έλαβε ξανά ένα εγκριτικό ναού και αποδέχθηκε μία κλήση να υπηρετήσει ως δάσκαλος σεμιναρίου νωρίς το πρωί, όπου ήταν εξαιρετικά επιτυχημένος. Και τώρα, μετά από πέντε χρόνια, έχει μετά από δικό του αίτημα και τη σημαντική στήριξη της Εκκλησίας, εισέλθει ξανά στο ιεραποστολικό πεδίο για να ολοκληρώσει την υπηρέτησή του στον Κύριο. Έχω κλάψει για το κουράγιο, την ακεραιότητα και την αποφασιστικότητα αυτού του νέου άνδρα και της οικογένειάς του να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα και να τον βοηθήσουν να κρατήσει την πίστη του. Ξέρει ότι χρωστά πολλά σε πολλούς, όμως ξέρει ότι χρωστά τα περισσότερα σε δύο μεσσιανικά πρόσωπα στη ζωή του, δύο που τον έφεραν στη ζωή και τον στήριξαν, μόχθησαν μαζί του και τον ελευθέρωσαν -- τον Σωτήρα του, τον Κύριο Ιησού Χριστό και την αποφασισμένη, λυτρωτική, απόλυτα άγια μητέρα του.

Τελευταίο, αυτό από την εκ νέου αφιέρωση του Ναού στην Πόλη του Μεξικού, μόλις πριν τρεις εβδομάδες. Βρισκόμουν εκεί με τον Πρόεδρο Χένρυ Άιρινγκ, όταν είδα την αγαπημένη φίλη μας Λίσα Ταττλ Πίπερ να στέκεται σε εκείνη τη συγκινητική τελετή αφιέρωσης. Όμως στεκόταν με κάποια δυσκολία, διότι με το ένα χέρι της κρατούσε στην αγκαλιά της την αγαπημένη αλλά σοβαρά δοκιμαζόμενη κόρη της, Ντόρα, ενώ με το άλλο προσπαθούσε να βολέψει το δυσλειτουργικό δεξί χέρι της Ντόρας, ώστε αυτή, με κινητικά προβλήματα, αλλά αιωνίως πολύτιμη κόρη του Θεού να κουνά ένα άσπρο μαντήλι και με άναρθρες καταληπτές μόνον σε εκείνη κραυγές και τους αγγέλους των ουρανών, να μπορεί να φωνάζει: «Ωσαννά, ωσαννά, ωσαννά στον Θεό και Αμνό»12.

Προς όλες τις μητέρες μας παντού, παρελθούσες, παρούσες ή μέλλουσες, λέω: «Ευχαριστούμε. Σας ευχαριστούμε που γεννήσατε, που διαμορφώσατε ψυχές, που σφυρηλατήσατε χαρακτήρα και που δείξατε την αγνή αγάπη του Χριστού». Στη μητέρα Εύα, τη Σάρα, τη Ρεβέκκα και τη Ραχήλ, στη Μαρία από τη Ναζαρέτ και σε μία μητέρα στους Ουρανούς, λέω: «Σας ευχαριστώ για τον σημαντικό ρόλο σας στην εκπλήρωση των σκοπών της αιωνιότητας». Προς όλες τις μητέρες σε κάθε περίσταση, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που πασχίζουν --και όλων θα-- λέω: «Να έχετε ειρήνη. Πιστεύετε στον Θεό και στον εαυτό σας. Τα καταφέρνετε καλύτερα από όσο νομίζετε. Στην πραγματικότητα, είστε σώτειρες στο Όρος Σιών13 και όπως ο Διδάσκαλος που ακολουθείτε, η αγάπη σας “ποτέ δεν υστέρησε”»14. Δεν μπορώ να εκφράσω μεγαλύτερη ευγνωμοσύνη σε κανέναν άλλο. Στο όνομα του Ιησού Χριστού, αμήν.